Τα εγκεφαλικά, τα οποία παραδοσιακά έχουν συσχετιστεί με τους ηλικιωμένους, στην πραγματικότητα πλήττουν όλο και νεότερους ανθρώπους διεθνώς, μεσήλικες αλλά και ακόμα πιο μικρούς σε ηλικία, σύμφωνα με δύο νέες παγκόσμιες επιστημονικές έρευνες.
Το πρόβλημα σταδιακά επιδεινώνεται, σε βαθμό που οι επιπτώσεις (πρόωροι θάνατοι, αναπηρίες κ.α.) αναμένεται να έχουν διπλασιαστεί παγκοσμίως έως το 2030, οπότε τα θανατηφόρα περιστατικά εκτιμάται ότι θα φθάσουν τα 12 εκατ. και τα μη θανατηφόρα τα 70 εκατ.
Η παχυσαρκία, ο διαβήτης και η υψηλή αρτηριακή πίεση αποτελούν βασικούς παράγοντες κινδύνου για εγκεφαλικό στους νεότερους.
Οι δύο μελέτες, που δημοσιεύτηκαν στο διεθνούς κύρους ιατρικό περιοδικό «Lancet», δείχνουν ότι κατά την τελευταία εικοσαετία σε όλο τον κόσμο καταγράφεται μια αύξηση κατά 25% στον αριθμό των εγκεφαλικών σε άτομα ηλικίας 20 έως 64 ετών (δηλαδή πριν αρχίσει η τρίτη ηλικία).
Τα περιστατικά σε αυτή την ηλικιακή ομάδα αποτελούν πλέον σχεδόν το ένα τρίτο (ποσοστό 31%) του συνολικού αριθμού εγκεφαλικών διεθνώς, από 25% που ήσαν το 1990.
Για πρώτη φορά εξάλλου υπάρχει μια διεθνής εικόνα για τα εγκεφαλικά στην παιδική και εφηβική ηλικία. Πάνω από 83.000 άνθρωποι κάτω των 20 ετών παθαίνουν εγκεφαλικό κάθε χρόνο (το 0,5% του παγκοσμίου συνόλου).
Περίπου τα τρία πέμπτα (ποσοστό 61,5%) των αναπηριών και των προβλημάτων κινητικότητας, καθώς και πάνω από τις μισές απώλειες ζωών (το 51,7%) αποτελούν τη συνέπεια αιμορραγικών εγκεφαλικών, τα οποία είναι και τα πιο θανατηφόρα, παρόλο που είναι λιγότερο συχνά (περίπου τα μισά) σε σχέση με τα ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια.
Τα περισσότερα αιμορραγικά εγκεφαλικά (συνήθως λόγω υψηλής αρτηριακής πίεσης και γενικότερου ανθυγιεινού τρόπου ζωής) συμβαίνουν σε άτομα κάτω των 75 ετών, χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι η διαχρονική αύξηση των εγκεφαλικών σε νεότερες γενιές αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, εκτός και ληφθούν επειγόντως μια σειρά από προληπτικά μέτρα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Άλλα βασικά σημεία των δύο ερευνών (που χρηματοδοτήθηκαν από το φιλανθρωπικό Ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς) είναι τα εξής:
Τα εγκεφαλικά σε άτομα κάτω των 74 ετών αποτελούν το 62% του συνόλου, το 45% των θανάτων και το 72% των προκαλούμενων αναπηριών.
Αν και ποσοστιαία (ανά 100.000 κατοίκους) έχει μειωθεί ο αριθμός των θανάτων από εγκεφαλικό κατά τα τελευταία 20 χρόνια, ο απόλυτος αριθμός των θανατηφόρων περιστατικών έχει αυξηθεί κατά 26% από το 1990, ξεπερνώντας πλέον τα 5,9 εκατ.
Το 2010 όσοι έπαθαν για πρώτη φορά εγκεφαλικό, αυξήθηκαν κατά 68% έναντι του 1990, φθάνοντας τα 16,9 εκατ., ενώ όσοι επέζησαν από εγκεφαλικό, ήσαν γύρω στα 33 εκατ. (αύξηση 84% έναντι του 1990).
Στις αναπτυσσόμενες χώρες το πρόβλημα επιδεινώνεται (αύξηση 42% των θανατηφόρων εγκεφαλικών), αλλά στις ανεπτυγμένες βελτιώνεται, καθώς μεταξύ 1990 – 2010 καταγράφεται μείωση 12% στα περιστατικά, 37% στους πρόωρους θανάτους και 36% στις αναπηρίες, χάρη στην καλύτερη ενημέρωση του πληθυσμού και σε μια σειρά από προληπτικά μέτρα (μείωση του καπνίσματος, έλεγχος της υψηλής πίεσης του αίματος, καλύτερη ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη).
Η υποσαχάρια Αφρική, η νοτιοανατολική Ασία και η ανατολική Ευρώπη εμφανίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα εγκεφαλικών, ενώ η δυτική Ευρώπη, η βόρεια Αμερική και η Αυστραλία το μικρότερο.
Σε κάθε περίπτωση, τα περισσότερα εγκεφαλικά συμβαίνουν ακόμα στους ηλικιωμένους, ιδίως, καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός γερνάει όλο και περισσότερο για δημογραφικούς λόγους.