Από το βίβλίο “Σταλαγματιές από το Θείο δράμα” του Μητροπολίτη Σπάρτης & Μονεμβασιάς Ευσταθιου
Ο εμπνευσμένος υμνογράφος της Εκκλησίας μας βάζει στο στόμα του Κυρίου μας αυτό το παράπονο που έχει στη σκέψη του και του δημιουργεί πόνο στην καρδιά του.
Λαέ μου, παιδιά μου, τι πρόσφερα εγώ στον καθένα χωριστά και σ’ όλους μαζί και σείς τι μου ανταποδώσατε; Να υπολογίσω την αξία των ευλογιών μου η το πλήθος των ευεργεσιών μου;
Να μνημονεύσω τα υλικά αγαθά που καθημερινά σας προσφέρω η τα ανυπολογίστου αξίας πνευματικά αγαθά, τα οποία, αν αξιοποιήσετε όπως πρέπει, θα ζήσετε ευτυχισμένοι; Να σας υπενθυμίσω την εκπλήρωση των αιτημάτων σας, εγώ άλλωστε σας έδωσα την υπόσχεση και σας παροτρύνω λέγοντάς σας «αιτείτε και δοθήσεται κρούετε και ανοιγήσεται υμιν» η να σας αποκαλύψω το λόγο, που δε σας έδωσα αυτά που ζητήσατε, γιατί θα σας ζημίωναν;
Καί παραθέτει ο υμνογράφος στον εκπάγλου ωραιότητας ύμνο του, τις περιπτώσεις που ο Κύριός μας και ο Θεός μας έδωσε αυτά που μας εξυπηρετούν και μας γεμίζουν την ψυχή μας από χαρά.
Καί εμείς, αντί να εκφράζουμε λόγοις και έργοις την αίδιο και ισόβια ευγνωμοσύνη μας, του αντιπροσφέρουμε ακριβώς τα αντίθετα, για να αποδείξουμε, ότι στην καρδιά μας δεν υπάρχει η βασίλισσα των αρετών αγάπη, ούτε στον ευεργέτη μας, ενώ θα έπρεπε να εκφράζεται και για τον εχθρό μας, «αντί του μάννα χολήν αντί του ύδατος όξος, αντί του αγαπάν με σταυρώ με προσηλώσατε».
Είναι φοβερό πράγμα η αχαριστία, ενώ είναι ουράνια αρετή η ευγνωμοσύνη. Είναι διαστροφή της καρδιάς το κλείσιμό της μπροστά στον ευεργέτη. Είναι παραμόρφωση της ψυχής μας η τιμωρία του ευεργέτη μας, με τον αχάριστο λόγο μας και με την αχαρακτήριστη επιβουλή μας εναντίον του.
Δεν είναι καινούργια θέση αυτή που πήραν όσοι τον Κύριο σταύρωσαν.
Μίλησαν γι’ αυτή και οι άνθρωποι της προχριστιανικής εποχής. Έκαναν λόγο οι σοφοί της αρχαιότητας. Ο αθάνατος λόγος του Θεού αναφέρθηκε πολλές φορές σ’ αυτή τη λέπρα της ψυχής. Ο θυμόσοφος Διογένης την περιέγραψε.
Στην εποχή της χάριτος ο Κύριος πρώτος την απεκάλυψε στο πρόσωπο και στην ψυχή των θεραπευμένων λεπρών. «Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν, οι δε εννέα που;».
Πολλοί, αναρίθμητοι είναι εκείνοι που πληγώνουν το Θεό, ζημιώνουν τον εαυτό τους και τραυματίζουν τον πλησίον τους με την αχαριστία τους.
Είναι τα αγαθά του ένας ολόκληρος ωκεανός και καθημερινά κολυμπάμε σ’ αυτόν.
Δεν υπήρχαμε και μας έφερε στην ύπαρξη. Προηγουμένως με σοφία δημιούργησε τον κόσμο, για να είναι δικός μας και να μας εξυπηρετεί. Είναι προνοητική η αγάπη του, ώστε να μοιάζει με τη φιλόστοργη μάνα που στέκεται κοντά στο παιδί της, και όταν εκείνο κοιμάται. Αμαρτάνουμε σχεδόν καθεκάστην «ουδείς καθαρός από ρύπου……» και εκείνος μακροθυμεί και είναι «ανυπόστατος η επί τοις αμαρτωλοις απειλή του».
Αν είναι τα χέρια μας στη θέση τους, αν συνεχίζουν τα πόδια μας να μας στηρίζουν, αν ακόμη τα μάτια μας βλέπουν και τα αυτιά μας ακούνε, αν το στόμα μας ομιλεί και η μύτη μας οσφραίνεται, είναι γιατί η μακροθυμία του Θεού επεμβαίνει και δεν επέρχεται στα μέλη μας και σ’ ολόκληρο τον εαυτό μας η δίκαιη οργή του και η απόλυτη δικαιοσύνη του, που απαιτεί το θάνατο καθενός που αμαρτάνει. «Τα οψώνια της αμαρτίας, θάνατος».
Καί όχι μόνο μακροθυμεί, αλλά και συνεχίζει να ευεργετεί τον άνθρωπο και «ν’ ανατέλλει τον ήλιο αυτού επί δικαίους και αδίκους και να βρέχει επί αγαθούς και πονηρούς».
Πολλές φορές μάλιστα προσφέρει πολλά περισσότερα στους αμαρτάνοντες και για να τους δείξει το βάθος και το ύψος των οικτιρμών του και για να τους οδηγήσει, μ’ αυτή την ανοχή και παροχή, στον δρόμο της επιστροφής τους.
Όταν έχουμε ανάγκη, παρακαλούμε και όταν τακτοποιηθεί το αίτημά μας, λησμονούμε. Μοιάζουμε σαν το σίδηρο, που, όταν είναι στη φωτιά, κοκκινίζει και, όταν απομακρυνθεί, κρυώνει και μαυρίζει.
Όλα αυτά είναι ευλογίες του και εμείς δείχνουμε την αχαριστία μας, άλλοτε με τα λόγια μας, άλλοτε με τους λογισμούς μας και άλλοτε με τα περίεργα και παράδοξα καμώματά μας.
Βλέπουμε αυτά που μας δίδει κάθε ημέρα και αντί να τον ευχαριστούμε, ενθυμούμαστε τι μας λείπει και παραπονούμαστε. Καλός καιρός για το σιτάρι, αλλά όχι για τις πατάτες. Καλός για τις πατάτες, αλλά όχι για τα τούβλα…
Διαμαρτυρόμαστε, γιατί κάποτε δεν έχουμε παπούτσια και δεν ευχαριστούμε το Θεό, γιατί έχουμε τα πόδια μας, ενώ άλλοι τα στερούνται.
Είναι κρίμα να δοξολογούν το Θεό με το δικό τους τρόπο η θάλασσα με το κύμα της , το ρυάκι με το κελάρισμά του, τα πουλιά με το τραγούδι τους, ο ήλιος με το φως του, τα άστρα με τη χάρη τους και ο άνθρωπος να δείχνει την αχαριστία του, είτε με την ένοχη σιωπή του, είτε με τον αγνώμονα λόγο του.
Γινόμαστε αχάριστοι στον εαυτό μας και δεν του προσφέρουμε την ανάπαυση, που τη χρειάζεται, την πνευματική τροφή, που του είναι απαραίτητη, το φάρμακο που θα του χαρίσει την υγεία και τον αφήνουμε να υποφέρει από την αχάριστη συμπεριφορά μας απέναντί του.
Δείχνουμε αχαριστία και προς τον πλησίον μας, με αποτέλεσμα να διασαλεύουμε την αρμονική συμβίωσή μας και να τον κάνουμε σκληρό και ανάλγητο στον πόνο και στη δοκιμασία του άλλου. Πολλά παιδιά π.χ., ενώ απολαμβάνουν ωκεανούς ευεργεσιών από τους γονείς τους, δεν τους αντιπροσφέρουν και μάλιστα τότε που έχουν ανάγκη, ούτε μερικές σταγόνες ευγνωμοσύνης και πολλές φορές περνούν δύσκολες στιγμές σε κάποιο γηροκομείο η ζούν με την αγωνία του θανάτου καταμόναχοι στο σπίτι τους.
Υπάρχει αδελφός που έδωσε όχι μόνο τον ιδρώτα του, αλλά και το αίμα του στην επιχείρηση που δημιούργησε με τον αδελφό του και εκείνος τον πέταξε κυριολεκτικά από τη δουλειά τους, εκμεταλλεύτηκε όλα τα δικαιώματά του και τον έστειλε στο ψυχιατρείο.
Πνευματικοπαίδια έδειξαν αχαρακτήριστη συμπεριφορά σε εκείνους που φρόντιζαν να τους εξασφαλίσουν το αιωνίως ζην και άλλοι έδειξαν αχαριστία στους διδασκάλους τους, που πάσχιζαν να τους εξασφαλίσουν το «ευ ζην».
Η αχαριστία όχι μόνο δεν εξυπηρετει, αλλά και ζημιώνει και τον αχάριστο και την κοινωνία. Εκείνος μεν εξασφαλίζει ένα λαομίσητο τίτλο, η κοινωνία στερείται τα αγαθά του ευεργέτη, γιατί ο ευεργέτης δεν ανοίγει ούτε το πορτοφόλι του, ούτε την καρδιά του, ύστερα από τη συμπεριφορά του αχάριστου.
Όλοι καταδικάζουμε τη συμπεριφορά των ανθρώπων που σταύρωσαν τον Κύριο της δόξης και «αντί του αγαπάν Αυτόν σταυρώ επροσήλωσαν».
Στις καρδιές μας μαζί με την αγανάκτηση γεννιέται και η αντιπάθεια γι’ αυτούς.
Είμαστε έτοιμοι να εκτοξεύσουμε τους λίθους του αναθέματος εναντίον των Σταυρωτών. Όμως, πριν το κάνουμε, ας φροντίσουμε για έναν αυτοέλεγχο, μήπως και εμείς τον ξανασταυρώνουμε με κάποια άλλη μορφή αχαριστίας, που μας αποξενώνει από τη χάρη και την ευλογία του. Πάντοτε το καλό που μας γίνεται να γράφουμε στο μάρμαρο, για να μη χάνεται ποτέ, και να το διαλαλούμε, έστω και αν ο ευεργέτης μας επιθυμεί την ανωνυμία.