Του επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτη
Ή μνηστεία της παρθένου Μαρίας με τον Ιωσήφ
ΣΕ ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ, αγαπητοί μου, εορτάζουμε τη μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων. Οι ύμνοι στρέφονται γύρω από την ενανθρώπιση του Κυρίου και ό νους αναπαριστά τα Ιερά γεγονότα της Γεννήσεως. Ή ευσέβεια των ορθοδόξων μελέτη με σεβασμό ό,τι συνδέεται με το μέγα μυστήριο. Ιδιαιτέρως δε τιμά δύο πρόσωπα την υπεραγίας Θεοτόκου πού έγινε μητέρα του Θεού και τον μνήστορα Ιωσήφ πού εμφανίσθηκε ως πατέρας του Χριστού.
Λέμε «εμφανίσθηκε», διότι ποια ήτο ή πραγματικότης; Ό Ιωσήφ δεν υπήρξε ποτέ ούτε πατέρας του Χριστού ούτε σύζυγος της Παναγίας. Πρέπει να τονισθεί αυτό, διότι αλλιώς παρουσιάζουν τα πράγματα οί ορθολογιστές και οί αιρετικοί. Με βιβλία πού κυκλοφορούν και με ταινίες πού προβάλλονται δίδεται μία άλλη εικόνα, πού πόρρω απέχει από την αλήθεια. Ό ορθόδοξος χώρος κατακλύζεται από τέτοιες αντορθόδοξες προπαγάνδες.
Προ ετών μεταφράσθηκε, εκδόθηκε και κυκλοφόρησε στην Ελλάδα ένα ξένο βιβλίο κάποιου Φούλτον με τίτλο «Το πιο μεγάλο γεγονός». Το βιβλίο αυτό είχε ως θέμα την επίγειο ζωή του Κυρίου από την αρχή μέχρι το τέλος της. Διαφημίστηκε τότε ως βιβλίο μεγάλης λογοτεχνικής αξίας, συναρπαστικό και εμπνευσμένο από τη χριστιανική διδασκαλία παρά λίγο θα το ονόμαζαν «το κατά Φούλτον πέμπτο Ευαγγέλιο της εποχής μας», πού έρχεται να συμπλήρωση τα κενά των ιερών Ευαγγελίων! Άλλα το βιβλίο ήταν αιρετικό. Παραποιούσε ιδίως τον χαρακτήρα της μνηστείας της ύπεραγίας Θεοτόκου με τον άγιο Ιωσήφ. Περιέγραφε τη μνηστεία αυτή με κοσμικά χρώματα· την παρουσίαζε ούτε λίγο ούτε πολύ, κατά τις απόψεις των προτεσταντών, ως ένα κοινό ερωτικό ειδύλλιο.
Οί βλάσφημες αυτές παραποιήσεις μας δίνουν αφορμή να πούμε σήμερα λίγα λόγια ε πάνω στο επίκαιρο αυτό θέμα και να ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ποια είναι γι’ αυτό ή ορθόδοξος διδασκαλία.
Κατά τα επίσημα βιβλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας ή Μαρία, ή σεπτή μητέρα του Κυρίου, πού τη Μεγάλη Παρασκευή ένιωσε να διαπερνά την καρδιά της ρομφαία για τα πάθη του Υιού της, υπήρξε το ακηλίδωτο κάτοπτρο, ό καθαρότατος ναός, ή αγία κιβωτός, ή άσπιλος, ή αμόλυντος, ή άφθορος, ή άχραντος, ή αγνή, ή πανάμωμος. Κατά τον προφήτη Ησαΐα αυτή είναι «ή παρθένος» (Ήσ. 7,14), ή μοναδική παρθένος, ή μόνη γυναίκα πού ενσαρκώνει το Ιδεώδες της παρθενίας, ή προ του τόκου, κατά τον τόκον και μετά τον τόκον παρθένος. Αυτήν καθάρισε από τον προπατορικό ρύπο, την λάμπρυνε και την εξωράισε ή φωνή του αρχαγγέλου την ήμερα του Ευαγγελισμού «Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ. 1,35).
Μέσα σ’ αυτό το φωτεινό πλαίσιο της ασπίλου παρθενικής ζωής της Θεοτόκου ή Ορθόδοξος Εκκλησία τοποθετεί και τη μνηστεία της με τον δίκαιο Ιωσήφ, την οποία εορτάζει την πρώτη Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα.
Κατά την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας ή μνηστεία της ύπεραγίας Θεοτόκου δεν μοιάζει καθόλου με τις κοσμικές μνηστείες. ούτε ως προς τις αφορμές και τις αιτίες πού κινούν δύο νεαρές υπάρξεις να πλησιάσουν και να γνωριστούν μεταξύ τους την περίοδο των αρραβώνων, ούτε ως προς τον σκοπό στον όποιο τείνουν οί γνωριμίες αυτές. Διότι ποιο είναι εκείνο πού κινεί τους νέους και τις νέες ν’ αρραβωνιαστούν; Ό έρως, ό σαρκικός έρως, πού προέρχεται από εκτίμηση του κάλλους του σωματικού και ψυχικού, όπως τα βλέπουν αυτά υποκειμενικός οί ερωτευμένοι. Και ποιος είναι ό σκοπός; Ό γάμος, ή ένωσης ανδρός καί γυναικός «εις σάρκα μίαν» κατά τον θείο νόμο (Γεν. 2,24), με σκοπό την παιδοποιία. Άλλ’ οί φυσικές αυτές επιθυμίες, τα κοινά στοιχεία πού παρατηρούνται στις σχέσεις των δύο φύλων, ερωτώ, μπορούν αυτά κατά κάποιο τρόπο ν’ αποδοθούν καί στην περίπτωση της μνηστείας της αειπαρθένου Κόρης της Ναζαρέτ με τον δίκαιο Ιωσήφ; Άπαγε της βλασφημίας! Κατά την διδασκαλία της Ορθοδοξίας κανένα κοσμικό ελατήριο δεν ώθησε τον δίκαιο Ιωσήφ να μνηστευθεί την Αειπάρθενο.
• Ό άγιος Ιωάννης ό Δαμασκηνός, πού εκφράζει καθαρότερα και αυθεντικότερα από κάθε άλλον τη δογματική διδασκαλία της Ορθόδοξου Εκκλησίας, διδάσκει, ότι μόνο για λόγους προστασίας και φυλάξεως του παρθενικού αυτού θησαυρού εκλήθη ό δίκαιος Ιωσήφ να γίνη μνηστήρ. Λέει· «Επειδή ό εχθρός της σωτηρίας μας, λόγω της προρρήσεως του Ήσαΐου πού είπε “Να ή παρθένος θα μείνει έγκυος καί θα γέννηση υιό, και θα τον ονομάσουν Εμμανουήλ” (Ήσ. 7,14), “πού σημαίνει Ό Θεός είναι μαζί μας” (Ματθ. 1,23), παρακολουθούσε τις παρθένες, για να παραπλάνηση αυτόν πού συνεχώς καμαρώνει για τη σοφία του «εκείνος πού συλλαμβάνει τους σοφούς πάνω στην εξυπνάδα τους» (Α’ Κορ, 3,19), δίδεται ή κόρη από τους ιερείς να μνηστευθεί τον Ιωσήφ, το άγραφο βιβλίο σ’ εκείνον πού ξέρει γράμματα· έτσι ή μνηστεία έγινε συγχρόνως και προστασία της
Παρθένου και παραπλάνησης εκείνου πού παρακολουθούσε τις παρθένες» (Έκδ. όρθ. πίστ. Δ’-14-8,Ε.Π.Ε. Δαμασκ. 1,480).
• Αυτό το φρόνημα, ως προς τα ελατήρια και το σκοπό της μνηστείας της Παρθένου, βλέπουμε καί στους ωραίους ιαμβικούς στίχους, πού έχει το Μηναίο μπροστά από το Ιστορικό της εορτής του Μνήστορος στο μηνολόγιο «Τιμώ Ιωσήφ, μνήστορα της Παρθένου, ως εκλεγέντα φύλακα ταύτης μόνον», διότι εξελέγη απλώς καί μόνο φύλακας της.
• Επίσης στον κανόνα πού υπάρχει στο Μηναίο προς τιμήν του δικαίου Ιωσήφ, στην δ’ ωδή, τονίζεται, ότι παρέλαβε ως μνηστή του την Παρθένο μετά από θεϊκή προτροπή·
«Έχων λογισμόν ταίς θεικαίς
υπείκοντα προστάξεσι
(=υπάκουο στις θεϊκές προσταγές)
και καθαρός όλος γενόμενος,
την μόνην εν γυναιξί
καθαράν καί άμωμων,
μάκαρ Ιωσήφ,
συ εμνηστεύσω,
τηρών παρθένον άγνήν
προς υποδοχή του Ποιήσαντος».
Ό δε νεώτερος εκκλησιαστικός συγγραφεύς πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Καλλίνικος, πού έζησε επί μεγάλο διάστημα στη Δύση καί δέ’ μπορεί να κατηγορηθεί ως συντηρητικός και με «παλαιολιθικές αντιλήψεις», σε μία συλλογή ποιημάτων του αφιερωμένων στην Θεοτόκο έχει κ’ ένα ποίημα με τίτλο «Μνηστεία». Σ αυτό υποστηρίζεται με ποιητική γλώσσα το φρόνημα της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων για τη μνηστεία της Παρθένου.
Μάλιστα ό Καλλίνικος στο ποίημα αυτό συμπεριέλαβε καί κάποια ωραία παράδοση, κατά την οποία ό Ιωσήφ, «έχων λογισμόν», διστάζοντας να γίνει μνηστήρ της παρθένου Κόρης, πείσθηκε τελικώς, όταν ένα από τα πολλά ραβδιά, πού κρατούσαν τίμιοι γέροντες, το δικό του ραβδί, άνθισε κ’ έβγαλε ένα υπέροχο άνθος. Έτσι ή Μαριάμ από τον ένα ναό, όπου βρισκόταν μέχρι τη στιγμή εκείνη, πηγαίνει σε άλλο ναό, ναό καθαρό, όπως ήταν το σπίτι του δικαίου Ιωσήφ· καί αυτός, αναλαμβάνοντας ένα τέτοιο έργο, την φύλαξη και προστασία της Παρθένου, δεν ήτο δυνατόν ν’ αφήση τη διάνοια του να συλλαβή καμία σαρκική έννοια. Γι’ αυτό και ό Καλλίνικος στην τελευταία στροφή λέει ότι, μόλις ό Ιωσήφ οδήγησε την Παρθένο στην οικία του, δεν κάθισε ν’ αρχίσει μαζί της κάποια ατελείωτη ερωτική συνομιλία, όπως συμβαίνει σε κοσμικές μνηστείες· έφυγε αμέσως και πήγε στην εργασία του (βλ. Κων. Καλλινίκου, Ή Θεοτοκειάς, Αλεξάνδρεια 1935, σελ. 13).
• Άλλ’ ακόμη σπουδαιότερα καί μεγαλοπρεπέστερα είναι τα όσα λέει για τη μνηστεία της Παναγίας τόσο ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης στο περίφημο Εορτοδρόμιο του (στις θεομητορικές εορτές της Υπαπαντής καί του Ευαγγελισμού), όσο καί οι εμπνευσμένοι ιεροκήρυκες της εποχής της τουρκοκρατίας Ηλίας Μηνιάτης και Νικηφόρος Θεοτόκης στις σχετικές ομιλίες τους πού ερμηνεύουν τα κείμενα των αγίων Γραφών.
Αυτά, αγαπητοί μου, γνωρίζει από τα ιερά βιβλία της Εκκλησίας για τη μνηστεία της Θεοτόκου ό ορθόδοξος λαός μας. Γι’ αυτό την υψώνει πολύ ψηλά. Τη βλέπει «πλατυτέρα των ουρανών», «τιμιωτέραν των Χερουβίμ καί ενδοξότερα ασυγκρίτως των Σεραφείμ», καί αποκλείει από τη διάνοια του κάθε λογισμό ταπεινωτικό για την Αειπάρθενο.
Είθε δια πρεσβειών της Παναγίας να εορτάσουμε με χαρά καί αγαλλίαση αμήν.