Tην Πάτμο, το ιερό νησί της Αποκάλυψης επισκέφθηκαν από 15 και μέχρι 20 Ιουνίου 2014 ο αναπληρωτής γενικός ηγούμενος όλων των Φραγκισκανών, π. Γεώργιος Νορέλ που κατάγεται από την Πολωνία και ο αδελφός Φραγκισκανός π. Σιλβέστρο Βεγιάν που κατάγεται από τη Ρουμανία. Ήταν προσκεκλημένοι του φίλου της Πάτμου Βιρτζίλιο Άβατο.
Σκοπός της επίσκεψης των Φραγκισκανών πατέρων ήταν το προσκύνημα στο Ιερό Σπήλαιο της Αποκάλυψης, στο Μοναστήρι της Πάτμου και στην Ιερά μονή Ευαγγελισμού.
Με τους π. Γεώργιος Νορέλ και Σιλβέστρο Βεγιάν, είχαμε την τιμή μιας συνάντησης στην οποία μας έκανε εντύπωση η μεγάλη επιθυμία τους να επισκεφθούν την Αποκάλυψη.
Ο γενικός ηγούμενος των Φραγκισκανών έχει ένα βαρύ πρόγραμμα, διότι θέλοντας να είναι κοντά στο ποίμνιο του ταξιδεύει πολύ συχνά στις 66 χώρες που βρίσκονται οι εκκλησίες Φραγκισκανών και αυτό τον υποχρεώνει να είναι συνεχώς μέσα σε ένα αεροπλάνο.
Ο καλός φίλος της Πάτμου κ. Βιρτζίλιο Άβατο κάποια άλλη στιγμή μας διηγήθηκε, πως και πότε άρχισε η σχέση των Φραγκισκανών με την Πάτμο.
Η Πάτμος και οι Φραγκισκανοί
«Από την «Ιστορία των Αποστολών των Καπουτσίνων» πληροφορήθηκα ότι η πρώτη επαφή ανάμεσα στους μοναχούς της Πάτμου και τους Φραγκισκανούς αδελφούς έγινε το 1641 στο Κουσάντασι. Το πρώτο επίσημο αίτημα για την άφιξη Φραγκισκανών αδελφών στην Πάτμο διατυπώθηκε από τον επίσκοπο Πάρου και Νάξου Μελέτιο Πάγκαλο, με καταγωγή από την Πάτμο, και από τον ηγούμενο της Πάτμου Νικηφόρο, ο οποίος συνοδευόμενος από το μοναχό Καλλίνικο πήγαν στη Ρώμη για να ζητήσουν προσωπικά από τον Πάπα την αποστολή των Φραγκισκανών στην Πάτμο.
Ωστόσο, επειδή οι Φραγκισκανοί δεν ήλθαν στην Πάτμο, ο επίσκοπος Μελέτιος ανανέωσε το αίτημά του. Η εμμονή του επιβραβεύτηκε και πράγματι στις 14 Ιανουαρίου 1681 ο π. Ουρβανός φον Πάρις, ηγούμενος των Καπουτσίνων του Πέραν όρισε να πάνε στην Πάτμο ο π. Βασίλειος ντε Νοϊόν και ο π. Βικέντιος ντε Βινύ. Οι δύο Φραγκισκανοί αδελφοί έφθασαν στην Πάτμο στις 24 Απριλίου 1684, μια ιδιαίτερα βροχερή ημέρα. Επειδή ήταν η πρώτη βροχόπτωση μετά από μια μακρά περίοδο ξηρασίας οι Φραγκισκανοί έγιναν δεκτοί ως άγγελοι…. Πέρασαν την πρώτη νύκτα στο λιμάνι και πήγαν στη Μονή του Αγίου Ιωάννη την επόμενη ημέρα όπου είχαν θερμότατη υποδοχή από τον ηγούμενο, τους μοναχούς και τις αρχές.
Στη διάθεση των Φραγκισκανών τέθηκε η αφιερωμένη στην Αγία Μαρίνα εκκλησία, μια διπλανή κατοικία και ένας μικρός κήπος.
Μετά από μερικούς μήνες οι δύο Φραγκισκανοί αδελφοί έστειλαν επιστολή στον ηγούμενό τους λέγοντας ότι ουδέποτε στο παρελθόν είχαν μια τόσο εγκάρδια υποδοχή όσο αυτή από τη μοναστική αδελφότητα και τις αρχές.
Ο π. Βασίλειος άρχισε αμέσως τη διδασκαλία πρώτα με 7-8 μαθητές και στη συνέχεια και με άλλους ενήλικες που ήθελαν να λάβουν μέρος στα μαθήματά τους.
Οι κάτοικοι της Πάτμου επειδή τότε ήταν πολύ φτωχοί, για να ευχαριστήσουν τους Φραγκισκανούς για το εκπαιδευτικό τους έργο έφεραν ως δώρο κατσίκες, πρόβατα και πέρδικες που αφθονούν στο νησί. Αλλά οι αδελφοί, για να δώσουν το καλό παράδειγμα αρνήθηκαν να παραλάβουν τα δώρα.
Αλλά μόλις λίγες εβδομάδες μετά την έναρξη των μαθημάτων και συγκεκριμένα τη νύκτα της 24ης προς τις 25 Μαΐου 1688 η μικρή κατοικία των Φραγκισκανών κοντά στο λιμάνι δέχθηκε την επίθεση Τούρκων οι οποίοι έκλεψαν ό,τι βρήκαν, ακόμη και τα πανωφόρια και τα ιερά τους βιβλία.
Το όνομα του πειρατή ήταν Μωάμεθ Μπέη Κασίς. Την επόμενη ημέρα οι ντόπιοι κατάλαβαν ότι οι Φραγκισκανοί είχαν απαχθεί και αλυσοδεθεί.
Για την απελευθέρωσή τους οι πειρατές ζήτησαν 500 πιάστρα, διαφορετικά θα τους μετέφεραν στην Αλγερία για να τους πωλήσουν ως σκλάβους. Ο ηγούμενος με όλους τους μοναχούς, μόλις πληροφορήθηκε το συμβάν, πήγε στο λιμάνι για να ζητήσει έλεος για την τύχη των Φραγκισκανών. Εντέλει, μετά από μακρές διαπραγματεύσεις, συμφώνησαν στην καταβολή 100 πιάστρων. Για την απελευθέρωσή τους όλος ο πληθυσμός του νησιού γιόρτασαν το γεγονός. Οι δύο Φραγκισκανοί όμως, μετά από αυτή την άσχημη περιπέτεια, δεν θέλησαν πια να διαμένουν στο λιμάνι και μετακόμισαν στη Μονή του Αγίου Ιωάννη.
Ο π. Βικέντιος συνταραγμένος από το συμβάν, τον Ιούνιο μήνα του ίδιου χρόνου άφησε την Πάτμο για να πάει στην Κρήτη. Αντίθετα, ο π. Βασίλειος έμεινε και συνέχισε τη διδασκαλία του. Διέμενε στο μοναστήρι αλλά την Κυριακή πήγαινε για να κάνει τη Θεία Λειτουργία στην Εκκλησία της Αγίας Μαρίνας. Ο π. Βασίλειος ήταν πολύ αγαπητός από όλο το λαό και όταν αποφάσισε να φύγει από το νησί ήταν σαν να ανακοινώθηκε μια καταστροφή.
Ο ηγούμενος Γερμανός της Μονής του Αγίου Ιωάννη έστειλε δύο επιστολές στον ηγούμενο π. Ουρβανό ζητώντας του να ξαναστείλει τον π. Βασίλειο με κάποιον άλλο αδελφό στην Πάτμο, εξυμνώντας το εκπαιδευτικό του έργο υπέρ του πατμιακού λαού.
Δυστυχώς οι Φραγκισκανοί δεν επέστρεψαν πια στην Πάτμο.
Οι επαφές ανάμεσα στη Μονή της Πάτμου με τους καθολικούς θεσμούς της Ρώμης συνεχίστηκαν και ήταν πολύ συχνές. Τόσο οι Ρωμαίοι ποντίφηκες όσο και το Τάγμα των Ιωαννιτών ιπποτών επί αιώνες υπήρξαν Μεγάλοι Ευεργέτες της Μονής του Αγίου Ιωάννη”.