Τελευταία πρέπει να έχει κανείς γερό στομάχι και να παίρνει που και που κανένα χαπάκι από εκείνα τα ωραία που σού φτιάχνουν την διάθεση, διότι αλλιώς “δεν θα την βγάλει καθαρή” (όπως συνηθίζουμε να λέμε).
Ή θα πρέπει να ξεχάσει κι αυτά που ξέρει ή θα καταλήξει στο Δαφνί. Βρισκόμουν σε μία γιορτή, όταν άκουσα κάποιους να λένε: «Εμείς οι ορθόδοξοι έχουμε καταντήσει βασανιστές των παιδιών μας, στερώντας την ελευθερία τους.
Βαφτίζουμε τα παιδιά μας πολύ μικρά ταλαιπωρώντας τα με αυτό το βούλιαγμα στην κολυμβήθρα και από την άλλη τους στερούμε την ελευθερία, αφού δεν τα αφήνουμε να μεγαλώσουν και έπειτα να επιλέξουν εάν θέλουν να γίνουν χριστιανοί, όπως γινόνταν και στα πρώτα χριστιανικά χρόνια. Μπορεί να θέλουν να ακολουθήσουν άλλη θρησκεία».
Καί λες… μα ακούω καλά; Μήπως είμαι σε άλλο κράτος και όχι στην Ελλάδα; Πως καταντήσαμε έτσι; Από στόμα ελληνικό, που μπορεί ο προ προ παππούς του να πολέμησε μαζί με τον Κολοκοτρώνη “για του Χριστού την πίστη την Αγία”, να ακούς αυτά τα λόγια;
Καταλαβαίνει κανείς βέβαια ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν γνωρίζουν τίποτε, ούτε από Ορθοδοξία, ούτε και από ιστορία. Διότι τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, βαφτίζονταν σε διάφορες ηλικίες, στην ηλικία που γνώριζαν τον Χριστό και ήθελαν να γίνουν δικοί Του. Ήταν κάτι που γινόταν εξ ανάγκης. Καί γι’ αυτό το λόγο άλλωστε υπήρχε η περίοδος της κατηχήσεως, ούτως ώστε αυτός που θα βαφτιζόταν να γνωρίσει καλά τι είναι αυτό που επέλεξε και πως θα πρέπει πλέον να βαδίζει έχοντας για οδηγό την αγάπη του για τον Χριστό. Καμία, λοιπόν, σχέση με αυτό που λένε.
Έπειτα, γιατί θα πρέπει να αφήσω το παιδί μου να μεγαλώσει και μετά να βαφτιστεί; Κατ’ αρχήν για να αποφασίσει από μόνο του θα πρέπει να φτάσει τουλάχιστον στην ηλικία των 16–17 ετών. Μέχρι εκείνη την ηλικία θα βρίσκεται στη ζωή; Τόσα και τόσα παιδιά πεθαίνουν καθημερινά, πως εμείς προεξοφλούμε ότι το παιδί μας θα είναι στη ζωή μέχρι να βαπτισθεί;
Είναι σκληρό αυτό και απευκτέο, όμως είναι πραγματικότητα. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, ποιά η θέση του γονιού; Τι θα απολογηθεί που άφησε το παιδί του γυμνό από Χριστό και ενώ εκείνος είχε το χρίσμα του Αγίου Βαπτίσματος, (ασχέτως από τα αμαρτήματα της υπόλοιπης ζωής του,) στέρησε αυτό το πολύτιμο δώρο από το ίδιο του το παιδί;
Καί κάποια άλλα που θα ήθελα να ρωτήσω. Λένε ότι δεν είναι σωστό που οδηγούμε τα παιδιά μας μικρά στο Άγιο Βάπτισμα και ότι γινόμαστε τύραννοι. Πολύ ωραία. Τότε να κάνουμε το ίδιο και για τον Εμβολιασμό. Να μην εμβολιάζουμε τα παιδιά μας μέχρι να κρίνουν αυτά μόνα τους ότι το επιθυμούν. Να κάνουμε το ίδιο με το σχολείο. Γιατί τα πιέζουμε να πάνε από πολύ μικρά και μάλιστα κάθε χρόνο γινόμαστε και τυραννικότεροι στο να τα πιέζουμε να μάθουν γράμματα; Γιατί δεν τα αφήνουμε να μεγαλώσουν και να διαλέξουν εκείνα εάν θα πάνε και που θα πάνε; Μέχρι τώρα, δεν έχω δεί κανέναν από τους γονείς που έχουν τις παραπάνω απόψεις να κάνουν κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, τους έχω δεί να τραβούν στην κυριολεξία τα παιδιά τους και με κλάματα και φωνές να τα βάζουν στο σχολείο. Αυτό δεν είναι τυραννία;
Πού είναι το αυτεξούσιο του παιδιού; Μού είπε κάποιος «μα εδώ πρόκειται για την μόρφωσή του. Εκείνο δεν ξέρει αλλά εγώ που είμαι μεγαλύτερος θα το αφήσω έτσι;»! Μα και στη περίπτωση του Βαπτίσματος πρόκειται για την αιώνια σωτηρία του, για την ανώτερη πνευματική του φώτιση που του ανοίγει την πόρτα για το πανεπιστήμιο του Χριστού. Ποιός μπορεί να του το δώσει αυτό, εάν το χάσει; Πολλοί από τους μπαμπάδες μας έμειναν αμόρφωτοι λόγω δυσκολιών της τότε εποχής. Όμως, όλοι βρήκαν τον δρόμο τους. Καί δουλειές βρήκαν και οικογένειες έκαναν αλλά και κάποιες μικρές περιουσίες έφτιαξαν.
Όλοι όμως είχαν το Άγιο Βάπτισμα και το Χρίσμα, το οποίο έλαβαν πολύ μικροί και χωρίς να τους ρωτήσει κανείς, και έτσι είχαν εξασφαλίσει την προϋπόθεση για την σωτηρία τους.
Όπως καταλαβαίνουμε από όλα τα παραπάνω, με πρόφαση την ελευθερία του παιδιού μου, εγώ ο ίδιος του ο γονιός, κλείνω την πόρτα της σωτηρίας του, αφού ποτέ, δεν πρόκειται να πάρει τέτοιες αποφάσεις. Καί δεν πρόκειται να τις πάρει ποτέ διότι δεν πρόκειται να τις μάθει ποτέ. Διότι για να έχω εγώ ο ίδιος του ο γονιός τέτοιες απόψεις, σημαίνει ότι είμαι μακριά από την Εκκλησία και τα λόγια του Χριστού. Πως, λοιπόν, θα μιλήσω στο παιδί μου για τις αλήθειες και τα διδάγματά Του; Πως θα του δώσω όλα αυτά που πρέπει να ξέρει, για να πάρει την σωστή απόφαση; Ας του δώσω λοιπόν εγώ σαν γονιός το πολυτιμότερο όπλο για την ζωή του (και αυτή και την άλλη) και μετά ας κάνει εκείνο ο,τι θέλει. Ας αποφασίσει να γίνει ο,τι θέλει, φτάνει εγώ, σαν γονιός, να έχω κάνει το χρέος μου και να μην βρεθώ στην δυσάρεστη θέση να πρέπει να απολογηθώ μπροστά στον Θεό για την απώλεια του ανθρώπου, τον οποίο μου έκανε το χατίρι και μου τον εμπιστεύθηκε.
Αναστάσιος Μυρίλλας
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Αρ. Τεύχους 142
Ιούνιος – Ιούλιος 2014
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον