Αμετανοησία: Τι χρειαζόμεθα; Ένα δάκρυ μετανοίας. Αυτό να ζητήσουμε από το Θεό. Μ᾿ αυτό σώθηκαν και αγίασαν οι άγιοι, και ο υμνωδός τους λέγει·
«Ταίς των δακρύων σου ροαίς της ερήμου το άγονον εγεώργησας…». Τα δάκρυα και την κατάνυξι καλλιεργεί η γνώσις του εαυτού μας και η επίγνωσις του προορισμού μας με τη βοήθεια της πνευματικής μελέτης πατερικών λόγων.
Σας παρακαλώ πολύ λοιπόν, να διαβάσετε καλά τον «Αόρατο πόλεμο» και τα «Πνευματικά γυμνάσματα» του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, ο οποίος αυτό ακριβώς λέει, ότι το πρώτο όπλο είνε η αυτογνωσία, το «γνώθι σαυτόν». Να πιστέψη ο καθένας από εμάς, όπως λέει ο άγιος Νικόδημος, ότι είμεθα ένα τίποτα, ένα μηδέν, και να μη φρονούμε ότι είμεθα «κάποιον τι». Αυτό πρέπει να φύγη μέσα από την καρδιά μας· και να πούμε, ότι δεν είμεθα απολύτως τίποτα, ότι είμεθα «ως ράκος αποκαθημένης» (Ησ. 64,6), ελεεινοί και τρισάθλιοι, άξιοι να ρίξη ο ουρανός πάνω μας φωτιά και η γη ν᾿ ανοίξη να μας καταπιή. Ένα τέτοιο βαθύ συναίσθημα ταπεινώσεως να έχουμε.
Επίσης να διαβάσετε μέσα στον «Προορισμό του ανθρώπου», τον οποίο έγραψε ο άγιος εκείνος αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος, το «Περί αυτογνωσίας».
Αυτά συνιστώ προς μελέτη, διότι φοβάμαι, μήπως δεν έχουμε ακόμη μετανοήσει· ή, εάν έχουμε μετανοήσει, μήπως η μετάνοιά μας είνε λειψή.
Σε όλους μας ανεξαιρέτως ο Κύριος να δώση μετάνοια, να συναισθανθούμε την αμαρτωλότητά μας· και τότε θα έρθουν «καιροί αναψύξεως» (Πραξ. 3,20) και σωτηρίας.
Και ειδικώτερα, εάν αυτοί που λέγονται θρησκευτικοί άνθρωποι δεν έχουν ακόμα μετανοήσει, φαντάσου τι γίνεται με τον άλλο κόσμο, που ζη σε αμετανοησία. Έρχεται στην εκκλησία, ακούει τους ψάλτες, κοιτάζει τον πολυέλεο, κοιτάζει τις εικόνες, κοιτάζει το ένα, κοιτάζει το άλλο. Τι ωραία, λέει, είνε η εικόνα, τι καλή φωνή έχει ο ψάλτης! Πέραν αυτών όμως, ουδεμία συνείδησις και συναίσθησις της αμαρτωλότητος υπάρχει.
Ζούμε σε μεγάλη αμετανοησία. Σήμερα θα έπρεπε να σηκωθούν οι μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας και να κηρύξουν μετάνοια, γιατί εμείς είμεθα ένα μηδέν. Αυτή τη μετάνοια ο Θεός κηρύττει διά της Εκκλησίας καθημερινώς, με το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Μας καλεί ο Θεός να μετανοήσουμε, και δεν μετανοούμε. Εδάκρυσε ο άγιος Κοσμάς και είπε· Μέχρι τώρα ο Θεός μας καλεί στη μετάνοια με το ξύλινο ραβδί του. Τώρα, επειδή δεν ακούμε, θα ξεκρεμάση το σιδερένιο του ραβδί και θα μας χτυπήση αλύπητα, όλους ανεξαιρέτως, για να έρθουμε σε μετάνοια.
Φοβεροί και χαλεποί καιροί έρχονται. Γι᾿ αυτό να έρθουμε σε μετάνοια πριν να είνε αργά.
Να κάνουμε μία αναθεώρησι του βίου και της πορείας μας, και όλοι να τρέξουμε στον πνευματικό μας πατέρα, και εμείς οι επίσκοποι και όλος ο άλλος κλήρος και ο λαός. Να ξεδιπλώσουμε ενώπιον του πνευματικού πατρός τα βάθη της καρδίας μας. Και μην νομίσουμε ότι φτάσαμε στο άκρον της μετανοίας. Να γίνουμε ταπεινοί, για ν᾿ αποκτήσουμε το κλειδί με το οποίο θα λύνουμε όλα τα ζητήματα που σήμερα μένουν άλυτα. Όλα τα θέματα, τα κοινωνικά, τα οικονομικά, τα οικογενειακά, τα εκκλησιαστικά, που παραμένουν άλυτα, θα λυθούν μόνο αν μετανοήσωμε.
Εάν δεν μετανοήσουμε, τότε, λέει ο Κύριος στο Ευαγγέλιο, «παν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλεται» (Ματθ. 3,10). Μας αφήνει κ᾿ εμάς ένα διάστημα, για να μετανοήσουμε· μας δίνει παράτασι, σαν την άκαρπο συκή, μήπως και κάνουμε καρπούς μετανοίας.
Τον χρόνο λοιπόν, που μας δίνει ο Θεός, να τον χρησιμοποιήσουμε για έργα μετανοίας. Γιατί είμεθα αμετανόητοι. Και εάν πήγαμε στον πνευματικό και εξομολογηθήκαμε, η μετάνοιά μας είνε τόσον μικρά και ολίγη, που δεν είνε εις θέσιν να δημιουργήση μεγάλα πράγματα. Είνε όπως η ολιγοπιστία. Όπως η πίστις χρειάζεται να είνε ακμαία, έτσι και η μετάνοια πρέπει να είνε ακμαία.
Ας μετανοήσουμε λοιπόν, για να σωθούμε. Και όταν ημείς μετανοήσουμε και κλάψουμε για τ᾿ αμαρτήματά μας, τότε και οι άλλοι θα μετανοήσουν. Εάν δεν μετανοήσουμε, τότε ουαί και αλλοίμονο στον κόσμο. Είνε φοβερά η κατάστασις.
Ποιος από εσάς σηκώνεται τη νύχτα, τα μεσάνυχτα, και κάνει την προσευχή του; Πες μου τι σκέπτεσαι τα μεσάνυχτα, να σου πω τι είσαι.
Κάποιος όμως ερωτά·
―Ακούει ο Θεός;
Βεβαίως ακούει ο Θεός την προσευχή μας. Αλλά πότε; Όταν γίνεται καθώς πρέπει· όταν γίνεται με βαθειά συναίσθησι της αμαρτωλότητός μας· όταν η προσευχή βγαίνη από τα έγκατα της ψυχής μας σαν πυρακτωμένος μύδρος και απευθύνεται προς τον ουρανό, περά τα άστρα και αγγίζει τα κράσπεδα της Θεότητος. Ακούει ο Θεός την προσευχή μας, όταν οι πάντες, μικροί και μεγάλοι λέμε θερμώς τις δύο λέξεις «Κύριε, ελέησον».
Πάντοτε πρέπει να προσευχώμεθα και να παρακαλούμε το Θεό, ιδιαιτέρως δε τις έσχατες αυτές ημέρες.
Από το βιβλίο: ΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ;
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ