Κάποτε, ο άνθρωπος κοίταζε τόν κόσµο γύρω του κι έβλεπε παντού µυστήρια. Τό ταξίδι τού ήλιου στόν ουρανό ήταν ένα µυστήριο. Τό “κρυφτό” πού παίζει η σελήνη µέ τή γή ήταν µυστήριο. Η τροµαχτική δύναµη τής καταιγίδας κι η αναπάντεχη φωτιά τού κεραυνού ήταν ένα µυστήριο. Τό άπειρο τού νυχτερινού ουρανού µέ τά αµέτρητα αστέρια ήταν ένα µυστήριο. Η άβυσσος τής ψυχής τού ανθρώπου ήταν ένα µυστήριο.
Όµως, επειδή τό ανθρώπινο είδος «φύσει τού ειδέναι ορέγεται», βάλθηκε νά ψάξει καί νά αποµυθοποιήσει όλα τά µυστήρια τού κόσµου του. Έτσι, ο ήλιος έπαψε νά είναι ο αρµατηλάτης πού οδηγεί τά φλόγινα άλογά του στόν ουρανό καί έγινε µία µπάλλα φωτιάς στό κέντρο τού ηλιακού µας συστήµατος. Η σελήνη έχασε τή µαγεία της, πατήθηκε, κατακτήθηκε κι αποδείχτηκε ένας άχαρος βράχος πού γυρίζει γύρω απ’ τή γή.
Η καταιγίδα κι ο κεραυνός προβλέπονται καί ελέγχονται καί έπαψαν νά τροµάζουν πιά τόν άνθρωπο, ο δέ νυχτερινός ουρανός –παρ’ όλο πού εξακολουθεί νά είναι άπειρος– παρακολουθείται από τεράστια τηλεσκόπια πού ψάχνουν τά βάθη του καί δορυφόρους πού στέλνουν φωτογραφίες στή γή καί «µιλούν» γιά γαλαξίες, νεφελώµατα, ηλιακά συστήµατα, µαύρες τρύπες καί πάει λέγοντας… Ο άνθρωπος τού εικοστού αιώνα δέν έχει χώρο γιά µυστήρια στή ζωή του. Όλα τά θεωρεί εξηγηµένα –κι όσα δέν είναι θά εξηγηθούν στό άµεσο µέλλον– κι όλα θεωρεί ότι τά ελέγχει.
Ωστόσο, υπάρχουν ακόµα δύο µυστήρια πού εξακολουθούν νά παραµέ-νουν terraincognita γιά τήν ανθρωπότητα, παρά τίς επίµονες προσπάθειες πού γίνονται γιά τήν κατανόησή τους: τό µυστήριο τού έρωτα καί τό µυστήριο τού θανάτου. Δυό µυστήρια πού είναι σχεδόν όµοια γιά τήν καταλυτική σηµασία πού έχουν στήν ανθρώπινη ζωή. Κι αυτό δέν τό επισηµαίνει κανείς άλλος, παρά ο ίδιος ο Θεός, στό πρώτο ερωτικό ποίηµα πού γράφτηκε προτού ο άνθρωπος ξεκινήσει όλη τή ροµαντική ερωτική φιλολογία, έτσι όπως εξελίχθηκε από τόν Μεσαίωνα καί µετά: «θές µέ ως σφραγίδα επί τήν καρδίαν σου, ως σφραγίδα επί τόν βραχίονά σου: ότι κραταιά ως θάνατος αγάπη…»
Μέ τόν ίδιο ποιητικό λόγο πού κυριαρχεί σ’ όλη τή Δηµιουργία, ο Θεός µάς επισηµαίνει ότι τό µυστήριο τής αγάπης σφραγίζει τήν καρδιά καί τόν βραχίονα τού ανθρώπου, δηλαδή, ολοκληρώνει τόν συναισθηµατικό του κόσµο καί γίνεται η κινητήρια δύναµη όλων τών έργων του. Κι αυτή η πραγµατικότητα δέν καταλύεται ούτε από τόν θάνατο. Αυτό τό µυστήριο τής «κραταιάς αγάπης» διαλέγει δυό όντα προτού κάν υπάρξουν, προτού κάν ξεκινήσει ο χρόνος γι’ αυτούς καί τούς ενώνει µέσα στόν χρόνο καί, νικώντας τόν θάνατο, τούς κρατάει σφραγισµένους τόν έναν µέ τήν καρδιά καί τή δύναµη καί τή ζωή τού άλλου γιά όλη τήν άχρονη αιωνιότητα, αποδει¬κνύοντας σάν σέ µία µαθηµατική εξίσωση ότι ο χρόνος θά καταργηθεί καί θάνατος δέν υπάρχει.
Όµως, όπως όλα τά µυστήρια, έτσι καί τό µυστήριο τής «κρα¬ταιάς αγάπης» πού νικάει τόν θάνατο, δέν µπορεί νά γίνει κτήµα πολλών. Η γνώση τών µυστηρίων –πού βρίσκει τήν τελείωση στή σιωπή γιατί δέν µπορεί νά κλειστεί µέσα σέ λέξεις– κερδίζεται µετά από πολύ κόπο. Ο άνθρωπος τού 21ου αιώνα δέν είναι διατεθειµένος νά κάνει κόπο γιά κάτι άλλο πέρα από τόν εαυτό του, τίς φιλοδοξίες του καί τήν αυτολατρεία του. Έχει συνηθίσει νά βρίσκει τή γνώση στά επιστηµονικά εργαστήρια, στά µικροσκόπια καί τά πειράµατα, αλλά τά µυστήρια δέν µαθαίνονται έτσι.
Επί πλέον, τό µυστήριο τής «κραταιάς αγάπης» θέλει δύο γιά νά τελειωθεί, αλλά ο άνθρωπος τού 21ου αιώνα γεννιέται µέ τόν εαυτό του, ζεί µέ τόν εαυτό του καί πεθαίνει µέ τόν εαυτό του, στερώντας έτσι από τόν εαυτό του τίς προϋποθέσεις γιά νά τό γνωρίσει.
Τό αστείο είναι ότι στίς µέρες µας, περισσότερο από ποτέ, γίνεται λόγος καί χύνεται άφθονο µελάνι αναλύοντας τόν έρωτα, από τή χηµεία τού εγκεφάλου πού υποτίθεται ότι έλκει τά δυό φύλα, µέχρι τίς λεπτοµερείς ψυχαναλύσεις πού υποτίθεται ότι θά λύσουν τά προβλήµατα τών σχέσεών τους. Καί πιστέψαµε, έτσι, ότι θά διορθώσουµε όλα τά λάθη καί θά µετατρέψουµε τίς αποτυχίες σέ επιτυχίες.
Διαπιστώσαµε ότι από τίς πρώτες οργανωµένες κοινωνίες, ο γάµος καί η οικογένεια καί η ανατροφή τών παιδιών ήταν η προεπιλεγµένη κοινή καριέρα όλων τών γυναικών, κι αυτό δέν µάς άρεσε. Καί τό αλλάξαµε. Αλλά δέν µάς αρέσει ούτε καί τώρα πού τό αλλάξαµε, γιατί οι γυναίκες αισθάνονται εξουθενωµένες πού έχουν καί τήν καριέρα τους εκτός σπιτιού καί τίς ευθύνες τού σπιτιού επί πλέον.
Δέν µάς άρεσε πού, παλιά, οι άνθρωποι παντρεύονταν από υποχρέωση κι όχι από έρωτα καί η προίκα έδινε τή χροιά τής αγορα¬πωλησίας στήν ένωση δύο ανθρώπων. Καί τό αλλάξαµε. Καί τώρα, αντί γιά συµβόλαιο προίκας, τό «τρελλά ερωτευµένο» ζευγάρι υπογράφει προγαµιαία συµβόλαια γιά νά εξασφαλιστεί ο πλουσιώτερος από τούς δύο από τίς απαιτήσεις τού άλλου, όταν θά έρθει η ώρα τού διαζυγίου.
Δέν µάς άρεσε πού παλιά είχαν έναν µόνο σύντροφο καί µ’ αυτόν περνούσαν όλη τή ζωή τους. Καί τώρα, άντρες καί γυναίκες αλλάζουν συντρόφους σάν νά είναι µπλουζάκια καί καταλήγουν σέ έναν καί ζούν µαζί γιά νά τόν «δοκιµάσουν» µέχρι νά παντρευτούν καί, σέ πολλές περιπτώσεις κάνουν καί παιδιά, τά οποία γίνονται παρανυφάκια στόν γάµο τών γονιών τους. Καµµιά «δοκιµή» όµως δέν εµποδίζει τό διαζύγιο, τό οποίο συνήθως έρχεται σέ πολύ σύντοµο χρονικό διάστηµα.
Χρόνο µέ τόν χρόνο, οι «διορθωτικές κινήσεις» πού υποτίθεται ότι θά βελτιώσουν τίς σχέσεις τών δύο φύλων, οδηγούν ολοένα καί περισσότερο στήν αντίθετη όχθη. Οι τελευταίες «οδηγίες» γιά τίς σχέσεις τών παντρ嬵ένων ζευγαριών, είναι αυτές πού γράφονται στό πολυδιαφηµισµένο βιβλίο ενός –πολύ γνωστού στήν Αγγλία– δηλωµένου άθεου συγγραφέα,τού Alainde Botton. Τό βιβλίο How To Think More About Sex, κυκλοφορήθηκε τόν Απρίλιο 2012 καί υπόσχεται νά λύσει τά προβλήµατα πού δηµιουργούνται σ’ έναν γάµο από τίς κοινωνικές απαγορεύσεις πού θεσπίστηκαν εξ αιτίας τής επιρροής τής θρησκείας στή διαµόρφωση τών κοινωνικών κανόνων.
Προτείνει, λοιπόν, ο συγγραφέας, νά αρθούν όλες αυτές οι απαγορεύσεις καί νά θεσπιστούν οι ακριβώς αντίθετοι κανόνες. Έτσι, η µοιχεία, αντί νά θεωρείται αιτία διαλύσεως ενός γάµου, πρέπει νά θεωρείται σάν κάτι πολύ καλό, κάτι πού «δένει» περισσότερο τό ζευγάρι καί ενισχύει τή σχέση του.
Η γνώµη αυτού τού συγγραφέα έχει µεγάλη βαρύτητα στή διαµόρφωση τών νέων ηθών, αφού θεωρείται ειδικός στό θέµα καί ταξιδεύει σέ όλη τήν Αγγλία καί τή Σκωτία, δίνοντας διαλέξεις, θέλοντας νά πείσει τούς οπαδούς του ότι «τό νά πιστεύεις σέ έναν οποιονδήποτε θεό δέν είναι απλά κάτι παρωχηµένο, αλλά κάτι γελοίο»! Γι’ αυτό –είχε αναφέρει σέ µία διάλεξη– η θρησκευτικότητα «απαντάται πιά σέ κάτι απολιθώµατα τής Οξφόρδης»!
Μ’ αυτές τίς προοπτικές, φυσικά, θά πρέπει νά είναι τρελός κανείς γιά νά παντρευτεί στόν 21ο αιώνα. Ιδίως τώρα πού οι γυναίκες συνειδητοποιούν ολοένα καί περισσότερο ότι δέν χρειάζονται τούς άντρες ούτε κάν γιά νά κάνουν παιδιά, οι µονογονεϊκές οικογένειες κοντεύουν νά ξεπεράσουν σέ αριθµό τίς κανονικές οικογένειες. Κι αφού οι µόνοι πού έχουν κολλήσει µέ πείσµα νά υπερασπίζονται τόν γάµο καί νά τόν ζητούν επίµονα, είναι οι οµοφυλόφιλοι, σέ λίγο, η πλησιέστερη µορφή «παραδοσιακής» οικογένειας, θά είναι αυτή πού θά έχει δυό µπαµπάδες ή δυό µαµάδες καί τά παιδιά!
Από όλη τήν ιστορία τού γάµου, έχουν µείνει µόνο τά µικρά καί µεγάλα «κορίτσια» πού εξακολουθούν νά φαντασιώνονται τόν εαυτό τους µέσα σ’ ένα λευκό νυφικό, ότι γίνονται τό αντικείµενο θαυµασµού καί φθόνου τών φίλων καί γνωστών!…
Έτσι διαµορφώνει ο άνθρωπος τού 21ου αιώνα τά νέα ήθη του, έτσι «αποµυθοποιεί»τά µυστήρια µέ ψυχρή επιστηµονική “αντικειµενικότητα”, έτσι αποβάλλει τά “γελοία” περί Θεού παραµύθια, έτσι χτίζει τόν κόσµο του από τήν αρχή –υποτίθεται… Καί έτσι προχωρεί ακάθεκτος πρός τήν παρακµή καί τό τέλος του.
Ωστόσο, τό µυστήριο τής «κραταιάς αγάπης» γλιστράει ανάµεσα στά δάχτυλά µας σάν τό νερό πού τρέχει στό ρυάκι κι είναι αδύνατο νά τό κρατήσεις στά χέρια σου. Καί, τώρα πιά, ο άνθρωπος τού 21ου αιώνα –ίσως απελπισµένος από τήν αποτυχία του– έπαψε καί νά τό επιθυµεί καί νά τό βλέπει. Όπως δέν βλέπει καί όλα τά µικρά καί µεγάλα µυστήρια πού, όσο κι άν τά αποµυθοποιείς, αυτά επιµένουν νά µήν αποµυθοποιούνται.
Όπως, γιά παράδειγµα, τό χιόνι. Μάθαµε ποιά βαροµετρικά προκαλούν τό χιόνι, αλλά δέν µάθαµε τί είναι αυτό πού κάνει τήν κάθε µία από τά δισεκατοµµύρια χιονονιφάδες πού έπεσαν, πέφτουν καί θά πέσουν µέχρι τή συντέλεια τού κόσµου, µοναδική, ανεπανάληπτη καί διαφορετική από όλες τίς άλλες.
Άν κάτι τόσο απλό κρύβει ένα τέτοιο ανερµήνευτο βάθος οµορφιάς, πολύ µεγαλύτερο βάθος καί µεγαλύτερη οµορφιά κρύβεται µέσα στό µυστήριο τής «κραταιάς αγάπης», πού δίνει στόν άνθρωπο τήν ισορροπία καί τή δύναµη στή ζωή γιά νά στέκεται ισοδύναµα άφοβος µπροστά στό φοβερό µυστήριο τού θανάτου.
Nινέττα Βολουδάκη
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Φεβρουάριος 2013
Αρ. Τεύχους 126