Όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας, αγαπητοί μου αδελφοί, συνδέονται στενά με την θεία Ευχαριστία. Βαπτιζόμαστε και χριόμαστε με το άγιο Μύρον για να μπορέσουμε ως μέλη της Εκκλησίας να λάβουμε μέρος σε αυτό το Μυστικό Δείπνο και να λάβουμε μέσα μας τον Χριστό.
Το μυστήριο της Ιεροσύνης γίνεται, ώστε να υπάρξουν οι Επίσκοποι, που θα τελούν την θεία Λειτουργία και οι οποίοι θα χειροτονήσουν Πρεσβυτέρους για να τελούν επ’ ονόματί τους την θεία Ευχαριστία.
Τα μυστήρια της Εξομολογήσεως και του Ευχελαίου γίνονται για να μας προετοιμάσουν να συμμετάσχουμε πραγματικά μέσα στην θεία Ευχαριστία, αλλά και το μυστήριο του Γάμου γίνεται ώστε το ανδρόγυνο να συμμετάσχει στην θεία Ευχαριστία, να αισθάνεται την ενότητά του όχι απλώς σε ένα βιολογικό επίπεδο, αλλά ως ενότητα με τον Χριστό.
Όμως μπορούμε στην συνέχεια να πούμε ότι και η θεία Ευχαριστία τελείται για να έχουμε την δυνατότητα να κοινωνήσουμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Βέβαια, εάν κάποιος έχει επισκεφθεί τον πνευματικό του πατέρα και δεν του επιτρέψει προσωρινά να κοινωνήσει, ώστε να τον προετοιμάσει για μια καλή συμμετοχή στην θεία Κοινωνία και τότε η συμμετοχή στην θεία Ευχαριστία μπορεί να τον βοηθήσει με την προσευχή.
Κορυφαία στιγμή της θείας Λειτουργίας, αλλά και όλης της εκκλησιαστικής ζωής είναι όταν ο άνθρωπος αξιώνεται να κοινωνήσει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Μεγάλη ευλογία είναι όταν ο χοϊκός άνθρωπος αξιώνεται να γευθεί του ξύλου της ζωής που είναι ο Χριστός. Ο Αδάμ στον Παράδεισο είχε μεν κοινωνία με τον Θεό, αλλά δεν είχε φθάσει στο σημείο να κοινωνήσει του Σώματος του Χριστού, αφού δεν είχε ενανθρωπίσει το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Εμείς όμως έχουμε την δυνατότητα, με την ενανθρώπηση του Χριστού, την θυσία του Γολγοθά και την Ανάστασή Του να γευόμαστε αυτού του ευλογημένου Σώματος. Μέσα από αυτήν την τροφή όλες οι ενέργειές μας, οι πράξεις, αλλά και όλα τα γεγονότα στην ζωή μας λαμβάνουν άλλη έννοια, αποκτούν άλλον σκοπό.
Όταν κοινωνούμε λαμβάνουμε μέσα μας το πραγματικό Σώμα του Χριστού με την εξωτερική μορφή του άρτου και του οίνου. Δηλαδή, όπως εξηγούν οι άγιοι Πατέρες μας, με την ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται πραγματικά σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Όμως, ο Θεός οικονομεί τα πράγματα ώστε να παραμένει η αίσθηση και η γεύση του άρτου και του οίνου ακριβώς γιατί δεν θα αισθανόμασταν καλά να τρώμε την σάρκα και το αίμα του Χριστού. Πάντως υπήρξαν Άγιοι που αξιώθηκαν να δουν επάνω στο δισκάριο το πραγματικό Σώμα και να δουν το πραγματικό αίμα του Χριστού. Ακόμη υπήρξαν άγιοι που είδαν επάνω στην Αγία Τράπεζα, την ώρα της μεταβολής του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού, ένα υποστατικό φως. Και όταν ερώτησαν τι είναι αυτό το Φώς άκουσαν φωνή ότι είναι το Άγιον Πνεύμα.
Απαιτούνται και άλλες αισθήσεις για να μπορέσουμε να εισδύσουμε μέσα στο “πνεύμα” της θείας Λειτουργίας. Δεν είναι θέμα μιας λογικής κατανόησης των όσων λέγονται και γίνονται, αλλά μιας υπαρξιακής αναγέννησης. Μπορεί να φανεί παράδοξο, αλλά είναι αληθινό, ότι μερικές φορές δυνατότερη μετοχή στα όσα γίνονται στην θεία Λειτουργία, μπορεί να έχει ένα μικρό παιδάκι, που με την καθαρότητά του βλέπει αγγέλους, παρά ο επιστήμονας, που έχει φιλολογικές γνώσεις και μπορεί να εξηγήσει και να καταλαβαίνει τις λέξεις της θείας Λειτουργίας. Η μετοχή στην θεία Λειτουργία είναι υπαρξιακή μετοχή και όχι απλώς υπόθεση λογικής κατανόησης.
[irp posts=”541543″ name=”Αγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης: Αρρωστημένη θρησκευτικότητα””]
Με την θεία Κοινωνία γινόμαστε σύσσωμοι και σύναιμοι Ιησού Χριστού. Ολόκληρο το σώμα, αν έχουμε πνευματικές αισθήσεις και ζούμε με μετάνοια και εκκλησιαστική ζωή, γίνεται Σώμα Χριστού. Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος λέγει ότι κινούσε το πόδι και το πόδι του το αισθανόταν ως πόδι Χριστού, κινούσε το χέρι και το χέρι του το αισθανόταν ως χέρι Χριστού. Μετά την θεία Κοινωνία όλα πρέπει να είναι αλλαγμένα, μεταμορφωμένα, εξαγιασμένα.
Οι άγιοι, διά μέσου των αιώνων, μετά την θεία αυτή τροφή, του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, νίκησαν πολλούς πειρασμούς, αντιμετώπισαν τους διώκτες, υπερέβησαν τον θάνατο, αφού ο άρτος της ζωής είναι το φάρμακο της αθανασίας, αντιμετώπισαν δύσκολες καταστάσεις, όπως τους φοβερούς πόνους μιας αρρώστιας. Με την θεία Κοινωνία έφυγαν από την ζωή αυτή και εισήλθαν σε ένα άλλο τρόπο ύπαρξης, χωρίς να φοβηθούν.
Η Θεία Κοινωνία είναι το φάρμακο της αθανασίας και κάθε φορά που κοινωνούμε λαμβάνουμε μια αίσθηση αθανασίας, έως ότου θεραπευθούμε και γίνουμε κατά χάρη αθάνατοι, όπως για παράδειγμα λαμβάνουμε, κατά χρονικά διαστήματα, το αντιβιοτικό για να θεραπευθούμε και να αποκτήσουμε την υγεία.
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
Εκκλησιαστική παρέμβαση, τεύχ. 67, Αύγουστος 2001, έκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου.