(Μτθ. δ´ 18-23)
Τω καιρώ εκείνω, περιπατών ο ᾿Ιησούς παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε δύο αδελφούς, Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον και ᾿Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού, βάλλοντας αμφίβληστρον εις την θάλασσαν· ήσαν γαρ αλιείς· και λέγει αυτοίς· Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων.
Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ. Καί προβάς εκείθεν είδεν άλλους δύο αδελφούς, ᾿Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου και ᾿Ιωάννην τον αδελφόν αυτού, εν τω πλοίω μετά Ζεβεδαίου του πατρός αυτών καταρτίζοντας τα δίκτυα αυτών, και εκάλεσεν αυτούς.
Οι δε ευθέως αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών ηκολούθησαν αυτώ. Καί περιήγεν όλην την Γαλιλαίαν ο ᾿Ιησούς διδάσκων εν ταίς συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ.
Απόδοση σε απλή γλώσσα
Εκείνο τον καιρό, καθώς ο ᾿Ιησούς περπατούσε στην όχθη της λίμνης της Γαλιλαίας, είδε δύο αδέρφια, τον Σίμωνα, που τον έλεγαν και Πέτρο, και τον αδελφό του τον ᾿Ανδρέα, να ρίχνουν τα δίχτυα στη λίμνη, γιατί ήταν ψαράδες. «᾿Ακολουθήστε με», τους λέει, «και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων».
Κι αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυα και τον ακολούθησαν. Προχωρώντας πιο πέρα από κεί, είδε δύο άλλους αδελφούς, τον ᾿Ιάκωβο, γιό του Ζεβεδαίου, και τον αδελφό του τον ᾿Ιωάννη. Βρίσκονταν στο ψαροκάικο μαζί με τον πατέρα τους τον Ζεβεδαίο και τακτοποιούσαν τα δίχτυα τους. Τούς κάλεσε, κι αυτοί άφησαν αμέσως το καίκι και τον πατέρα τους και τον ακολούθησαν.
῾Ο ᾿Ιησούς περιόδευε όλη τη Γαλιλαία. Δίδασκε στις συναγωγές τους, κήρυττε το χαρμόσυνο μήνυμα για τον ερχομό της βασιλείας του Θεού, και γιάτρευε τους ανθρώπους από κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία.