Των Δέκα Λεπρών – Κατά Λουκάν (ιζ΄12-19)
Τώ καιρώ εκείνω, εισερχομένου τού Ιησού είς τινα κώμην απήντησαν αυτώ δέκα λεπροί άνδρες, οί έστησαν πόρρωθεν, καί αυτοί ήραν φωνήν λέγοντες• Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς.
Καί ιδών είπεν αυτοίς• πορευθέντες επιδείξατε εαυτούς τοίς ιερεύσι. καί εγένετο εν τώ υπάγειν αυτούς εκαθαρίσθησαν. Είς δέ εξ αυτών, ιδών ότι ιάθη, υπέστρεψε μετά φωνής μεγάλης δοξάζων τόν Θεόν, καί έπεσεν επί πρόσωπον παρά τούς πόδας αυτού ευχαριστών αυτώ• καί αυτός ήν Σαμαρείτης.
Αποκριθείς δέ ο Ιησούς είπεν• ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; Οι δέ εννέα πού; Ουχ ευρέθησαν υποστρέψαντες δούναι δόξαν τώ Θεώ ει μή ο αλλογενής ούτος; Καί είπεν αυτώ• αναστάς πορεύου• η πίστις σου σέσωκέ σε.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Τον καιρό εκείνο, καθώς έμπαινε ο Ιησούς σ’ ένα χωριό, τόν συνήντησαν δέκα άνδρες λεπροί, οι οποίοι εστάθηκαν λίγο μακρυά, καί τού φώναξαν, «Ιησού Διδάσκαλε, ελέησέ μας».
Όταν τούς είδε, τούς είπε, «Πηγαίνετε νά δείξετε τόν εαυτόν σας εις τούς ιερείς», καί ενώ επήγαιναν, εκαθαρίσθησαν. Ένας απ’ αυτούς,όταν είδε ότι εθεραπεύθηκε, επέστρεψε δοξάζων τόν Θεόν μέ δυνατήν φωνήν καί έπεσε μέ τό πρόσωπον εις τά πόδια τού Ιησού καί τόν ευχαριστούσε• καί αυτός ήτο Σαμαρείτης.
Τότε είπε ο Ιησούς, «Δέν εκαθαρίσθησαν καί οι δέκα; Οι άλλοι εννέα πού είναι; Κανείς δέν ευρέθηκε νά επιστρέψη διά νά δοξάση τόν Θεόν παρά αυτός ο αλλοεθνής;». Καί είπε εις αυτόν, «Σήκω επάνω καί πήγαινε• η πίστις σου σέ έσωσε».