ΕΚΚΛΗΣΙΑ: Τι είναι Εκκλησία; Να πούμε, κατ’ αρχάς, ότι ούτε στη βιβλική ούτε στην πατερική Παράδοση συναντάται οποιοσδήποτε ακριβής ορισμός της εννοίας της Εκκλησίας.
Η Εκκλησία είναι το πλήρωμα της ζωής, είναι το πλήρωμα της αληθείας, είναι τύπος και εικόνα αυτού του ιδίου του Θεού, όπως τονίζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, και ως τέτοια δεν μπορεί να χωρέσει σε κανέναν ορισμό. Η μόνη επίσημη δογματική διατύπωση περί της Εκκλησίας, που συναντούμε στην Ιερά Παράδοση, είναι το ένατο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως, το οποίο διατυπώνει την πίστη «εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν».
Αφού, λοιπόν, η Εκκλησία δεν μπορεί να οριστεί, αναγκαστικά δηλώνεται με διάφορες εικόνες (κιβωτός, άμπελος, λιμήν, οίκος, νύμφη, βασίλισσα, μήτηρ, Σιών κ.ο.κ.), τις οποίες συναντούμε τόσο στην Καινή Διαθήκη όσο και στα έργα των εκκλησιαστικών Πατέρων και Διδασκάλων.
Ο Απ. Παύλος και μαζί μ’ αυτόν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζουν την Εκκλησία Σώμα Χριστού. Η Εκκλησία είναι το Σώμα του ζώντος Χριστού, του οποίου «μέλη εκ μέρους» (Α’ Κορ. ιβ’ 27) είμαστε όλοι, όσοι λάβαμε το ορθόδοξο χριστιανικό Βάπτισμα.
Στην περίπτωση αυτή, βεβαίως, δεν έχουμε να κάνουμε με μία από τις πολλές εικόνες, με τις οποίες περιγράφεται η πραγματικότητα της Εκκλησίας. Ο λόγος είναι προφανής. Ο χαρακτηρισμός της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού συνδέεται αναμφίβολα και αναπόσπαστα με το Μέγα Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Κάθε άνθρωπος που λαμβάνει το ορθόδοξο χριστιανικό Βάπτισμα γίνεται μέλος του Σώματος του Χριστού, ενσωματώνεται στο Σώμα του Χριστού, που είναι η Εκκλησία.
Για να παραμένει, όμως, ζωντανό μέλος και όχι νεκρό, πρέπει να τρέφεται με το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, να μετέχει, δηλαδή, με τις απαιτούμενες, εννοείται, προϋποθέσεις στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Όπως ένα μέλος του σώματός μας παύει να είναι ζωντανό και καθίσταται νεκρό, όταν σε αυτό σταματήσει να κυκλοφορεί το αίμα, έτσι και κάθε Ορθόδοξος Χριστιανός παύει να είναι ζωντανό μέλος του Σώματος του Χριστού και καθίσταται νεκρό, όταν δεν μετέχει στο ποτήριο της ζωής και της αθανασίας, όταν δεν τρέφεται με το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου.
Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας δεν έχουμε μια απλή συμβολική πράξη, όπως δέχονται οι διάφορες προτεσταντικές Ομολογίες, αλλά ζούμε, κάθε φορά που τελείται το Μέγα αυτό Μυστήριο, ένα πραγματικό θαύμα. Με την επίκληση του Παναγίου Πνεύματος ο προσφερόμενος άρτος μεταβάλλεται όντως σε Σώμα Χριστού και ο προσφερόμενος οίνος μεταβάλλεται όντως σε Αίμα Χριστού, έστω και αν κατά θεία συγκατάβαση διατηρούνται τα φυσικά χαρακτηριστικά του άρτου και του οίνου. Όταν προσερχόμαστε, λοιπόν, στο κοινό ποτήριο της Ευχαριστίας και κοινωνούμε, δεν κοινωνούμε ψωμί και κρασί – άπαγε της βλασφημίας! -, αλλά κοινωνούμε Σώμα και Αίμα Χριστού, κοινωνούμε τον ίδιο τον Χριστό. Τούτο είναι αδιαπραγμάτευτο για κάθε Ορθόδοξο Χριστιανό. Δεν είμαστε ούτε παπικοί ούτε προτεστάντες, για να σχετικοποιούμε αυτό το Μέγα Μυστήριο. Είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Και για μας η Θεία Κοινωνία αποτελεί «φάρμακον αθανασίας» (Αγ. Ιγνάτιος Αντιοχείας) και γίνεται, όταν κοινωνούμε «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης», «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον». Ο Χριστός, λοιπόν, θεραπεύει, χορηγεί ζωή και σώζει. Σε καμιά περίπτωση δεν γίνεται αιτία μεταδόσεως ασθενειών και αιτία θανάτου. Κάθε παρόμοιος ισχυρισμός συνιστά ξεκάθαρα βλασφημία. Η αλήθεια αυτή αποτελεί ζωντανό βίωμα και ζωντανή εμπειρία της Εκκλησίας μας για δύο χιλιάδες χρόνια.
Ψυχή της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού είναι το Άγιον Πνεύμα. Από την ημέρα της Πεντηκοστής, που ευφυώς χαρακτηρίζεται ως γενέθλιος ημέρα της Εκκλησίας, και εντεύθεν, η Εκκλησία του Χριστού είναι μια διαρκής Πεντηκοστή. Είναι η διαρκής παρουσία και επενέργεια του Αγίου Πνεύματος, το Οποίον οδηγεί την Εκκλησία «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιω. ιστ’ 13), και το Οποίον «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας» (Στιχηρόν Ιδιόμελον Εσπερινού Πεντηκοστής). Διά της παρουσίας και της επενεργείας του Αγίου Πνεύματος παραμένει η Εκκλησία όντως Εκκλησία, τελούνται τα Ιερά Μυστήρια και οι διάφορες αγιαστικές τελετές, αξιώνεται ο άνθρωπος να ομολογεί Χριστόν και να γίνεται ομολογητής της πίστεως, αξιώνεται ο άνθρωπος να πορεύεται τον αγιασμένο δρόμο της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως, τον αγιασμένο δρόμο της κατά Χριστόν αγιότητος. Το Άγιον Πνεύμα χορηγεί τα πάντα μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, είναι «ζωή και ζωοποιούν, φως και φωτός χορηγόν, αυτάγαθον και πηγή αγαθότητος» (Στιχηρόν Ιδιόμελον Αίνων Όρθρου Πεντηκοστής). Το Άγιον Πνεύμα καθιστά δυνατή την ενότητα Χριστού και πιστών, την ενότητα της Κεφαλής με τα μέλη του Σώματος.
Το ερώτημα τι είναι Εκκλησία δεν μπορεί να απαντηθεί, ασφαλώς, μέσα σε λίγες παραγράφους. Θα απαιτούντο προς τούτο όχι απλώς πολλές σελίδες, αλλά τόμοι ολόκληροι βιβλίων. Θα ήταν ελλειπής, ωστόσο, η αναφορά μας στην έννοια της Εκκλησίας, αν δεν προσθέσουμε μία ακόμη σημαντική πτυχή της, που καθίσταται ιδιαιτέρως επίκαιρη αυτές τις μέρες. Όπως χαρακτηριστικώς αναφέρει ο Ιερός Χρυσόστομος, η Εκκλησία ως το ζωντανό Σώμα του Χριστού είναι ένα πνευματικό ιατρείο, ένα πνευματικό θεραπευτήριο, στο οποίο ο τραυματισμένος από την αμαρτία άνθρωπος βρίσκει τα κατάλληλα για τη θεραπεία του φάρμακα. Ο άνθρωπος δεν είναι μονάχα ένα εξελιγμένο ζώο, δεν είναι μονάχα μία βιολογική μονάδα.
Ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή, η δε ψυχή του είναι αθάνατη. Όταν ο άνθρωπος τραυματίζεται στο σώμα, όταν είναι ασθενής σωματικά, αναζητεί τη θεραπεία του στους ιατρούς των σωμάτων και στα νοσοκομεία των σωμάτων. Για τα τραύματα της ψυχής, όμως, και για την ασθένεια της ψυχής, πρέπει να καταφύγει στο ιατρείο των ψυχών, στο πνευματικό νοσοκομείο, που είναι η Εκκλησία. Η αμαρτία είναι ασθένεια της ψυχής. Εφόσον, λοιπόν, όλοι μας είμαστε αμαρτωλοί, χρειαζόμαστε όλοι μας πνευματική θεραπεία. Την κατάλληλη πνεματική θεραπεία και τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα μας τα προσφέρει η Εκκλησία ως ιατρείο των ψυχών. Όταν δε ο άνθρωπος ακολουθήσει πιστά τη θεραπευτική αγωγή που του προσφέρει η Εκκλησία, τότε μεταμορφώνεται όντως σε νέο εν Χριστώ άνθρωπο, εξαγιάζεται, γίνεται πολίτης της Βασιλείας των ουρανών από την παρούσα ήδη ζωή. Όπως χαρακτηριστικώς αναφέρει και πάλιν ο Ιερός Χρυσόστομος, μέσα στην Εκκλησία μπαίνει κανείς γεράκι και βγαίνει περιστέρι, μπαίνει λύκος και βγαίνει πρόβατο, μπαίνει φίδι και βγαίνει αρνί, όχι γιατί αλλάζει η φύση, αλλά γιατί απομακρύνεται η κακία.
Αντιλαμβάνεται κανείς μετά από όλα αυτά που αναφέραμε, πόσο εσφαλμένη και πόσο παραπλανητική είναι η θεώρηση της Εκκλησίας ως εγκοσμίου οργανισμού η ως κοινωνικού θεσμού η ως φιλανθρωπικού φορέα. Η Αγία μας Ορθόδοξος Εκκλησία είναι ένας θεανθρώπινος οργανισμός. Είναι το Σώμα του Χριστού, του οποίου μέλη είμαστε όλοι, όσοι λάβαμε το ορθόδοξο χριστιανικό Βάπτισμα, και το οποίο ζει με την παρουσία και την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Είναι ένα πνευματικό θεραπευτήριο, ένα πνευματικό νοσοκομείο, στο οποίο ο τραυματισμένος από την αμαρτία άνθρωπος βρίσκει τα κατάλληλα φάρμακα και την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, για να μπορέσει να θεραπευθεί από την πνευματική του ασθένεια και να ζήσει από αυτή τη ζωή την κοινωνία με την άκτιστη Χάρη του Παναγάθου Τριαδικού Θεού.