Με το προπατορικό αμάρτημα, ο Αδάμ εξετράπη από το δρόμο, που ο Θεός τον είχε τοποθετήσει κατά τη δημιουργία του. Ο άνθρωπος απόλεσε το στόχο, που η ίδια η φύση του όριζε. Η ύπαρξή του σταμάτησε να τείνει «εν παντί» προς το Θεό, όλες οι δυνάμεις του έπαψαν να ανοίγονται στην άκτιστη χάρη του Θεού, ο καθρέπτης της ψυχής του σκοτίστηκε και δεν αντανακλούσε πια το Δημιουργό Του.
Καθώς ο Αδάμ διέκοψε την κοινωνία με την Πηγή τη κάθε τελειότητας, οι αρετές του μαράθηκαν και έχασε την ομοίωση προς το Θεό, που είχε αρχίσει να πργματώνει από τη στιγμή της δημιουργίας του. Η εικόνα του Θεού δεν χάνεται, υφίσταται στον πεπτωκότα άνθρωπο αλλά είναι αλλοιωμένη και συνεσκιασμένη: δεν αναπτύσσεται πια δια μέσου της ενεργού ένωσης του ανθρώπου με το Θεό και δεν βρίσκει την εκπλήρωσή της στην πραγμάτωση της ομοίωσης, που είναι ο αληθινός προορισμός της.
Ενώ η πορεία του ανθρώπου προς την τελειότητα μέσα στο Φως του Πνεύματος τον έκανε να φεγγοβολεί, ξαφνικά το αμάρτημα το εσκότισε. Ο άνθρωπος από τότε λησμονεί την αυθεντική φύση του, αγνοεί τον πραγματικό προορισμό του, δεν γνωρίζει πλέον την πραγματική ζωή και χάνει σχεδόν κάθε αίσθηση της προπτωτικής υγείας.
Μόνο με τη Σάρκωση του Χριστού, η ανθρωπότητα αποκαθίσταται πλήρως στην προπτωτική φύση της και ο άνθρωπος ξαναβρίσκει τη δυνατότητα να πραγματώσει την τελειότητα, για την οποία ο Δημιουργός τον προόρισε.
Ο Χριστός γενόμενος τέλειος άνθρωπος, χωρίς να πάψει να είναι Θεός. Ξαναδίνει στην ανθρώπινη φύση την πληρότητα και την ακεραιότητα της προπτωτικής τελειότητάς της, η οποία οδηγεί στην πραγμάτωσή της. Αυτό γίνεται με την ένωση της θείας φύσης Του με την ανθρώπινη φύση στο πρόσωπο του Θεού λόγου.
Να λοιπόν πώς με τον ίδιο το Θεό στο πρόσωπο του Υιού Του, γίνεται με άμεσο τρόπο πραγματικότητα και αποκαλύπτεται σε όλους ο έσχατος προορισμός του ανθρώπου, η τελείωση της φύσης του όταν ενώνεται μυστικά και πλήρως με τον ίδιο τον Θεό.
Ο Αδάμ ήταν απλώς «τύπος του μέλλοντος, καθώς έχασε τον τελικό προορισμό του: ο Χριστός φανερώνει την εκπλήρωση της υπόσχεσης, την είσοδο στην κατάσταση της τελειότητας. Ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας γράφει: «Τον αληθινόν άνθρωπον και τέλειον, πρώτος και μόνος έδειξεν ο Σωτήρ».
Ο Χριστός αποκαλείται δεύτερος Αδάμ, όχι γιατί έφερε στον άνθρωπο μία άλλη φύση και ένα άλλο προορισμό, σε σχέση με τη φύση και τον προορισμό που είχαν δοθεί στον πρώτο Αδάμ. αλλά γιατί έρχεται να πραγματώσει εν Εαυτώ, αυτό που ο Αδάμ είχε χάσει τη δυνατότητα επιτέλεσης εξαιτίας του αμαρτήματός του.
Στο πρόσωπο λοιπόν του Χριστού εκφράζονται καθολοκληρία η αρχή και το τέλος της ανθρώπινης φύσης, εμφανίζονται με σαφήνεια η αυθεντική ύπαρξη και ο αληθινός προορισμός του ανθρώπου, που είναι η κατά χάριν Θεανθρωπία.
Jean Clayude Larchet