του Κωνσταντίνου Δεληκωσταντή- Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρει την αληθινή ζωή, όπου θέλει και όπως εκείνος θέλει. Δεν υπάρχει ελευθερία και ευτυχία χωρίς την αλήθεια ή έξω από την αλήθεια. «Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάν. 8,32).
Η ελευθερία και η ευτυχία μας βρίσκoνται «στην πλάτη» της δράσης μας ή, καλύτερα, της προσπάθειάς μας να πραγματώσουμε αξίες, να ζούμε εν αληθεία, να υπηρετήσουμε την αλήθεια.
Για τη χριστιανική πίστη η αλήθεια είναι πρόσωπο, ο σαρκωμένος Λόγος του Θεού είναι «κάποιος» και όχι «κάτι», όπως έλεγε ο μακαριστός π. Μιχαήλ Καρδαμάκης. γνώση της αλήθειας που ελευθερώνει είναι η σχέση με τον Χριστό, η πίστη ως απάντηση στο ύψιστο δώρο της χάριτος. Θεολογικά, πίστη σημαίνει έξοδο από τον εαυτό μας, υπάντηση του Θεού και αγάπη προς τον πλησίον. «Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α΄ Ιωάν. 4,16).
Η πιο άγονη έρημος είναι η καρδιά του κλεισμένου στον εαυτό του ανθρώπου, ο οποίος, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο, δεν υπάρχει ως άνθρωπος. «Εάν ειδώ πάσαν την γνώσιν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί» (Α’ Κορ. 13, 2-3).
Τα Χριστούγεννα είναι πάντοτε πρόσκληση να σπάσουμε τα δεσμά του εγωκεντρισμού, της θεώρησης του εαυτού μας ως κύριας πηγής νοήματος και αξίας στη ζωή, και να αφουγκρασθούμε το Ευαγγέλιο της αλληλεγγύης του Θεού με τον άνθρωπο και τον κόσμο, της Σάρκωσης του Θείου Λόγου, η οποία αποτελεί το «πάντων καινών καινότατον, το μόνον καινόν υπό τον ήλιον» (Ιωάννης ο Δαμασκηνός).
Από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα της Βίβλου, ο Θεός εμφανίζεται ως «ο Θεός μεθ’ ημών». «Εν τούτω εστίν η αγάπη, ουχ ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι αυτός ηγάπησεν ημάς» (Α΄ Ιωάν. 4,10). Αντίθετα προς το «πρώτον ακίνητον» των αρχαίων, που ακριβώς επειδή είναι τέλειο, δεν μπορεί να αγαπήσει, ο Θεός των Χριστιανών είναι ο Θεός της αφάτου φιλανθρωπίας, βρίσκεται πιο κοντά στον καθένα από εμάς και σε όλους μας, από όσο εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. Η παρουσία Του είναι ευεργετική, η παρέμβασή Του γίνεται πάντοτε «υπέρ ημών», έργο Του είναι το «αγαθού μεταδιδόναι» (Νικόλαος Καβάσιλας). Δεν είναι «Θεός δυνάστης», δεν δουλώνει, αλλά ελευθερώνει. «Τη ελευθερία Χριστός ημάς ηλευθέρωσεν» (Γαλ. 5,1). Είναι παντού και πάντοτε η άρνηση της άρνησης του ανθρώπου.
Αναρωτιέμαι συχνά, πώς είναι δυνατόν να μη μας αγγίζουν οι μεγάλες αλήθειες που συγκλόνισαν ανθρώπους όπως τον Απόστολο Παύλο, τον Μέγα Βασίλειο, τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, τον στρατηγό Μακρυγιάννη, τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τους ισχυρούς της γης, επιστήμονες και διανοητές. Αλήθειες που εμώραναν τους δεινούς συζητητές, που ήλεγξαν ως ασόφους τους σοφούς, που έσωσαν το Γένος.
Με στενοχωρεί το ότι ένας Ελληνας δεν ενδιαφέρεται να κατανοήσει το πνεύμα πού δημιούργησε την Αγια-Σοφιά, την ορθόδοξη εικόνα, το θαύμα της αγιότητας. Πώς είναι δυνατόν εμείς οι ορθόδοξοι να συναινούμε και να συμβάλλουμε στη μετατροπή των μεγάλων μας εορτών σε εορτές τού έχειν και σε διονυσιακό πανηγύρι;
Συνειδητοποιώ, σιγά σιγά, ότι ποτέ στην Ιστορία μας οι αλήθειες αυτές δεν άγγιζαν όλους, άγγιζαν ίσως περισσότερους από ό,τι σήμερα. Πάντοτε η αλήθεια και το πνεύμα ήταν υπόθεση άσκησης, αγώνα, αυθυπέρβασης. Επρεπε να δώσεις αίμα για να πάρεις πνεύμα, κι έτσι θα είναι πάντα. Και σήμερα ο αγώνας πρέπει να δοθεί πιο σθεναρά, η αντίσταση στον ευδαιμονισμό απαιτεί αυθυπέρβαση και επιμονή.
Φαίνεται πάντως πως αρκετοί αρχίζουν να αμφιβάλλουν για την ορθότητα των κριτηρίων τους και να κατανοούν ότι έχουν πολλές ελευθερίες, αλλά τους λείπει η ελευθερία. Σαν να υποπτευόμαστε, έστω και φευγαλέα, ότι δεν υπάρχει ελευθερία στο έχειν, στην ικανοποίηση τεχνητών και συνεχώς διογκούμενων αναγκών. Αρχίζουμε να νιώθουμε το βάθος του τραύματος του κόσμου, προβληματιζόμαστε, νοήματα πρωτόγνωρα αναδίδονται από τα πράγματα και τα γεγονότα, φωτίζεται ο νους, μαλακώνει η καρδιά μας και βγαίνουν από μέσα μας δυνάμεις δημιουργικές που ούτε καν υποπτευόμασταν. Βιώνοντας το βαθύτερο νόημα της εορτής, που είναι πάντοτε στιγμή αποκαλύψεων και «καιρός ευχαριστίας», ανακαλύπτουμε και τον αληθινό μας εαυτό, αλλάζει η σχέση μας με τον κόσμο και τον συνάνθρωπο.
Σίγουρα όλα αυτά δεν είναι χωρίς σημασία. Ισως να μη ριζώνουν αρκετά βαθιά, αφού αμέσως μετά τις εορτές όλα φαίνεται να ξαναβρίσκουν τον γνώριμο ρυθμό τους. Αποτελούν πάντως μια νότα αυθεντικής ελευθερίας και πιθανόν να γίνουν για μερικούς έναυσμα για βαθύτερες αλλαγές, για ανάνηψη και «καλήν αντιστροφήν» (Γρηγόριος ο Θεολόγος).
Για να γεννιέται ο Χριστός μέσα στις ψυχές μας, να λάμπει μέσα μας «το Φως το της γνώσεως» και να γίνεται η ζωή μας «κοινωνία αγάπης». Για να καταλάβουμε τελικά ότι η εορτή της Θείας Ενανθρωπήσεως δεν είναι απλώς θρησκευτική γιορτή, δεν είναι κάτι από το παρελθόν, αλλά το μέγα θαύμα της φιλανθρωπίας του Θεού, η «άλλη πλάσις» του ανθρώπου, η αιώνια αλήθεια της ζωής μας και η πηγή της ελπίδας μας. «Ο ουρανός και η γη σήμερον ηνώθησαν, τεχθέντος του Χριστού. Σήμερον Θεός επί γης παραγέγονε και άνθρωπος εις ουρανούς αναβέβηκεν»
Απο το ενθετο της εφημεριδας “δημοκρατια” για την Ορθοδοξία
*