Ζούμε σε μια εποχή, όπου οι άνθρωποι έντονα διατυπώνουν κρίση για ανθρώπους, καταστάσεις, συστήματα. Πολλές φορές η καθημερινή αυτή πράξη είναι όχι μόνο χρήσιμη αλλά και αναγκαία. Δυστυχώς όμως, τις περισσότερες φορές ξεπερνούμε τα όρια της κρίσης και οδηγούμαστε στην κατάκριση. Κατάκριση είναι το να παρατηρεί επίμονα κάποιος τα αμαρτήματα, τις ελλείψεις και τα ελαττώματα του πλησίον του και να τον κατηγορεί και να τον καταδικάζει άσπλαχνα και χωρίς συμπάθεια. Είναι ένα ζιζάνιο που κατατρώγει την ψυχή του ανθρώπου, απομακρύνει τη Θεία Χάρη και την οδηγεί στον πνευματικό θάνατο.
Αλλά τι μας οδηγεί στην κατάκριση; Ο ‘Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος γράφει πως οι δαίμονες προσπαθούν με κάθε τρόπο να μας κάνουν να αμαρτήσουμε. Όταν δεν το πετυχαίνουν, τότε μας βάζουν να κρίνουμε αυτούς που αμαρτάνουν. ‘Αλλα κίνητρα είναι ο εγωισμός, ο φθόνος, η κακία, η φλυαρία. Παρουσιάζουμε τον εαυτό μας άγιο και όλους τους άλλους τους θεωρούμε αμαρτωλούς. Συνέχεια αναρωτιόμαστε “γιατί το έκανε αυτό” ή “γιατί το έκανε έτσι” ή “γιατί δεν έκανε αυτό;” Κι όλα αυτά στο όνομα της αγάπης. Λέμε ότι αγαπάμε τον συνάνθρωπο αλλά δεν συγχωρούμε τα λάθητου. Αντίθετα, τον κατηγορούμε και τον καταδικάζουμε.
Υπάρχουν βέβαια και οι άνθρωποι που κρίνουν ή ελέγχουν με σύνεση, με φόβο Θεού, μόνο για, την υπεράσπιση της αλήθειας και την ωφέλεια των ανθρώπων χωρίς εγωισμό, αντιπάθεια ή φανατισμό.
Νομίζω όμως πως το να κρίνουμε ή να κατακρίνουμε τον άλλο δεν είναι δουλειά δική μας, αλλά του Θεού που είναι ο μεγάλος Κριτής και γνωρίζει τα πάντα για μας. Ποιος από μας μπορεί να πει πως έχει καθαρή καρδιά και είναι άξιος να κρίνει τον αδελφό του; Γιατί τολμούμε και παίρνουμε στα χέρια μας αυτό που ανήκει μόνο στο Θεό; Γιατί δεν βρίσκουμε χρόνο να ανακαλύψουμε τις δικές μας ατέλειες, τα λάθη μας κι ασχολούμαστε με τους άλλους;
Γράφει το Γεροντικό πως πήγε κάποτε ένας αδελφός από τη Σκήτη σε κάποιο Γέροντα αναχωρητή και του είπε για κάποιον άλλον αδελφό πως είχε πέσει σε μεγάλο σφάλμα.
-Ω, πολύ άσχημα έκανε, είπε στενοχωρημένος ο Γέροντας. Ύστερα από λίγες ημέρες συνέβη να πεθάνει ο μοναχός που έσφαλε. ‘Αγγελος Κυρίου, τότε, πήγε στον αναχωρητή, κρατώντας την ψυχή του.
-Αυτός που κατέκρινες, του είπε, πέθανε. Πού ορίζεις να τον κατατάξω;
‘Ημαρτον, φώναξε με δάκρυα ο Γέροντας. Κι από τότε παρακαλούσε κάθε μέρα τον Θεό να του συγχωρήσει εκείνη την αμαρτία και δεν τόλμησε μέχρι τέλους της ζωής του να κατακρίνει άνθρωπο.
Αδελφέ μου, βάλε καλό λογισμό για τον συνάνθρωπό σου. Λυπήσου τον για το αμάρτημα ή το ελάττωμά του, προσευχήσου γι’ αυτόν. Μην τον καταδικάζεις. Μιμήσου τον Κύριό μας στην ευσπλαχνία και μακροθυμία Του. Ο αδελφός σου έχει την ιδιαίτερο χαρακτήρα του, τις αδυναμίες του, προφανώς άγνοια για κάποια θέματα. Μπορεί να μην είχε τις πνευματικές ευκαιρίες που είχες εσύ, ούτε ποτέ να άκουσε μια χρήσιμη συμβουλή.
Απ’ την άλλη σκέψου πως κι εσύ έχεις τις αδυναμίες, δεν είσαι τέλειος, γνωρίζεις το λάθος του άλλου που είναι φανερό, πιθανόν όμως να μη βλέπεις την μετάνοιά του, τον αγώνα του. Προσπάθησε να γνωρίσεις καλύτερα τον εαυτό σου, να συναισθανθείς τα αμαρτήματά σου και τότε να είσαι σίγουρος πως δεν θα βρίσκεις χρόνο να ασχολείσαι με τα των άλλων.
Προσπάθησε να μην εξογκώνεις τα σφάλματα των άλλων. Να μη σε χαρακτηρίζει η τακτική του γελοιογράφου, που εξογκώνει κάτι για να το σατιρίσει. Να σε διακρίνει η ευγένεια του ζωγράφου που διορθώνει κάτι για να το κάνει όμορφο. Μην ασχολείσαι μόνο με το κακό, που βλέπεις εύκολα γύρω σου. Προσπάθησε να ανακαλύπτεις την αρετή, που είναι συνήθως κρυμμένη. Να είσαι εξερευνητής των μαργαριταριών της αρετής στον απέραντο ωκεανό των ανθρώπων και όχι ρακοσυλλέκτης της κακίας στον ωκεανό της ανθρώπινης αθλιότητας.