Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Πως βοηθάμε τους κεκοιμημένους; Ο Θεός συγκινείται περισσότερο όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, παρά για τους ζωντανούς ανθρώπους.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνον το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση και εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια. Γιατί, τι να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνει αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες τους. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σ’ αυτήν την ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στον Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο» σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμη μπορεί να τους μεταφέρει και σε «δωμάτιο» ή σε «διαμέρισμα».
Πως βοηθάμε τους κεκοιμημένους; Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους, είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, εκτός από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας. Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό. Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο παππούς μας, ο προπάππους μας, όλες οι γενεές. «Δες τί απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήσει.
Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή. Και εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία, να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους. Στον κόσμο μερικοί βαριούνται να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην Εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια, για να τα διαβάσουν οι ιερείς. Και βλέπεις, εκεί στο Άγιον Όρος κάτι γεροντάκια τα καημένα, σε κάθε Θεία Λειτουργία κάνουν κόλλυβο και για τους κεκοιμημένους και για τον Άγιο που γιορτάζει, για να έχουν την ευλογία του.
Ας μην ασχολούμαστε να στολίζουμε τους τάφους και να περιβάλλουμε τους νεκρούς μας με σάβανα. Τα καλύτερα σάβανα γι’ αυτούς είναι η ελεημοσύνη που θα κάνουμε, για να αναπαύσει ο καλός Θεός τις ψυχές τους. Αν κάποιος δώσει ελεημοσύνη και βοηθήσει κάποιον και του πει: «Πάρτα αυτά για την ψυχή του τάδε» και εκείνος θα του πει: «Ο Θεός να τον συγχωρέσει, να αγιάσουν τα κόκκαλά του!». Κάνουν δηλαδή καρδιακή προσευχή και αυτό είναι που βοηθάει πολύ τους κεκοιμημένους.
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.λπ. που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους, τα μνημόσυνα και τα κόλλυβα, είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη, δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα να βοηθηθούν. Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για την σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώσει δικαίωμα στον διάβολο να πει: «Πώς τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε;». Όταν όμως εμείς προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει.
Πως βοηθάμε τους κεκοιμημένους; Οι κεκοιμημένοι αδελφοί μας περιμένουν τις προσευχές μας, όπως οι φυλακισμένοι τις επισκέψεις των συγγενών τους.
Είναι πολύ λυπηρό, οι άνθρωποι που ζούνε αμαρτωλή ζωή, να προσθέτουν συνέχεια βάρος στις ψυχές των κεκοιμημένων της γενιάς τους, διότι αισθάνονται ένοχο τον εαυτό τους, που έγιναν αιτία να γεννηθούν αυτοί οι άνθρωποι και να ζουν απομακρυσμένοι από τον Θεό και να τους περιμένει η αιώνια κόλαση, μετά από την μικρή κόλαση ετούτης της ζωής, που ζούνε στην αμαρτία.
Ο Θεός συγκινείται περισσότερο όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, παρά για τους ζωντανούς ανθρώπους.
Έχω υπ’ όψιν μου γεγονότα, που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: «Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιον γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάστηκε στον ύπνο μου. «Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσεις· με ξέχασες και υποφέρω». Πράγματι, μου λέει, εδώ και είκοσι μέρες είχα ξεχαστεί με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν».