Στην πόλη, όλοι γνώριζαν τον Στάρετς [Στάρετς Θεόφιλος ο διά Χριστόν σαλός].
Μόλις θα εμφανιζόταν σε κάποιον από τους κεντρικούς δρόμους, οι έμποροι έβγαιναν τρέχοντας από τα μαγαζιά τους και φώναζαν:
– Ο Θεόφιλος έρχεται! Ο Θεόφιλος έρχεται!
Ο καθένας τότε βιαζόταν να ρίξη κάτι μέσα στο κάρο του.
Ένας, ένα κομμάτι ύφασμα δεύτερος, ένα καρβέλι ψωμί τρίτος, ένα μαντήλι ή να κουβάρι κλωστές.
Είχε παρατηρηθή ότι, όποιος έδινε κάτι από τα προϊόντα της δουλειάς του στον Στάρετς, χωρίς αμφιβολία, κέρδιζε διπλάσια εκείνη την ημέρα.
Ο Στάρετς βέβαια δεν κρατούσε τίποτα για τον εαυτό του.
Ό,τι υπήρχε: μέσα στο κάρο του, το μοίραζε στους φτωχούς που θα συναντούσε στον δρόμο. Πολλοί απ’ αυτούς, συχνά πλήθος ολόκληρο, έτρεχαν πίσω από το κάρο του Στάρετς.
Απόσπασμα από το βιβλίο, ο «Στάρετς Θεόφιλος, ο διά Χριστόν σαλός, Ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου», έκδοση Ιεράς Μονής «Παναγία του Έβρου».