«Το όραμα του Αγίου Πέτρου Αλεξανδρείας»
ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ: Έβαλε ο Άρειος πολλούς ιερείς και διακόνους να μεσολαβήσουν προς τον άγιο Πέτρο και να του δώσει τη συγχώρεση, ως εύσπλαχνος που ήταν, τώρα πριν το τέλος του αγίου…
Οι ιερείς και οι διάκονοι, μη γνωρίζοντας τις πονηρές διαθέσεις του Αρείου, πήγαν στη φυλακή και, αφού προσκύνησαν τον αρχιερέα τους, του είπαν:
– Δέσποτα και άγιέ μας, όλοι εμείς σε παρακαλούμε με δάκρυα στα μάτια, να μας κάνεις μια χάρη. Επειδή ο Θεός σε προσκαλεί κοντά Του με το μαρτύριο και πρόκειται να πεθάνεις σήμερα ή αύριο, (ο Άγιος κατά προσταγή του βασιλιά, ετελειώθη δι’ αποκεφαλισμού…) και να δοξαστεί το όνομα του Κυρίου με το αίμα του μαρτυρίου σου, συγχώρεσε τον Άρειο και επίτρεψέ του να ιερουργεί όπως και πριν…
– Όχι, τους διέκοψε ο άγιος χωρίς να τους αφήσει να συνεχίσουν και μόλις άκουσε εκείνο το βέβηλο και θεομίσητο όνομα, τους απάντησε:
– Ο Άρειος, ας είναι αφορισμένος και χωρισμένος από τη δόξα του Θεού σ’ όλους τους αιώνες, γιατί κι αυτός ο τρισκατάρατος χώρισε τον Υιό του Θεού από τη δόξα του Πατέρα και την ίδια ουσία.
Το πρόσωπο του αγίου πήρε άλλη μορφή και όψη ακούγοντας το όνομα του Αρείου. Σαν ένα βέλος διαπέρασε την καρδιά του μ’ αυτό το όνομα. Ο Άρειος ήταν ο άνθρωπος που τάραξε τα ήσυχα νερά της Εκκλησίας του Χριστού με τις αιρετικές του διδασκαλίες.
Όταν τα άκουσαν αυτά οι κληρικοί, τρόμαξαν και δεν είπαν τίποτε άλλο, γιατί γνώριζαν πως ο άγιος Πέτρος, όχι με λόγια και με θέληση δική του…
αλλά με τη χάρη και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος αφόρισε κάποτε τον Άρειο.
Ο δε άγιος Πέτρος όταν τους είδε σκυθρωπούς και σε μεγάλη λύπη, είπε τα εξής:
– Για τον Άρειο, μη νομίζετε πως είμαι σκληρός και μισάνθρωπος επειδή δεν τον συγχωρώ.
Αλλά να γνωρίζετε πως μέσα στη ψυχή του, ο άθλιος, έχει δόλο.
Γιατί την περασμένη νύχτα προσευχόμουν στον Θεό μετά το τέλος του όρθρου και αφού ύψωσα το νου προς Αυτόν, είδα μια φοβερή και θαυμάσια οπτασία.
Είδα τον Δεσπότη Χριστό μέχρι δώδεκα χρονών. Το κάλλος Του ήταν απερίγραπτο…
Και τόση λάμψη έβγαινε από εκείνο το θείο πρόσωπο, που φώτιζε όλο το σπίτι.
Φορούσε και ένα χιτώνα λινό που ήταν σχισμένος από πάνω μέχρι κάτω…
Ο μικρός Χριστός κρατούσε με τα δυο Του τα χέρια τα σχισίματα και τα έσερνε για να σκεπάζει τη γύμνια του Σώματός Του.
Εγώ, βλέποντας αυτά, Τον ρώτησα:
– Κύριε, ποιος έσκισε το χιτώνα Σου;
Ο δε Κύριος αμέσως απάντησε:
– Ο Άρειος, Με γύμνωσε· γι’ αυτό φύλαγε τον εαυτό σου και μην τον δεχθείς καθόλου σε κοινωνία.
Αλλά περισσότερο πες στους Αχιλλά και Αλέξανδρο, τους πρεσβυτέρους, που πρόκειται να γίνουν μετά το θάνατό σου ποιμένες της Εκκλησίας Μου, να μην τολμήσουν καθόλου να τον συγχωρέσουν…
«ΕΚΛΟΓΙΟΝ» ΑΓΑΠΙΟΥ ΤΟΥ ΛΑΝΔΟΥ, ΤΟΥ ΚΡΗΤΟΣ (1580–1656)
amfoterodexios.blogspot.com