π. Αυγουστίνος Καντιώτης: Τήν πρώτη (1η) Ιανουαρίου ήταν τού αγίου Βασιλείου. Χθές πρώτη (1η) Φεβρουαρίου ήταν τού αγίου Τρύφωνος. Καί σήμερα; Σήμερα δέν εορτάζει άγιος. Εορτάζει ο βασιλεύς τών αγίων, ο αρχηγός τής πίστεώς μας, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Είνε δεσποτική εορτή, η εορτή τής Υπαπαντής. Τί είνε η Υπαπαντή; Μέ απλά λόγια θά τό εξηγήσουμε.
Ο Χριστός, αγαπητοί μου, δέν ήταν μόνο άνθρωπος, ήταν καί Θεός. Καί ως Θεός δέν υπάρχει στιγμή τού χρόνου πού νά μήν υπάρχη. Υπάρχει πάντοτε. Είνε αυτό πού λέμε «νύν καί αεί». Εμείς είμεθα στό «νύν», τώρα,ενώ ο Χριστός είνε καί στό «αεί», πάντοτε· «νύν καί αεί καί εις τούς αιώνας τών αιώνων». Ως Θεός λοιπόν είνε αιώνιος, ως άνθρωπος όμως, πού εφόρεσε σάρκα, μπήκε στήν ιστορία, στό χρόνο. Γεννήθηκε σέ ωρισμένο χρόνο καί τόπο, σέ ένα μικρό χωριό.Γεννήθηκε σάν ένα φτωχό νήπιο. Η Mάνα του δέν είχε πού νά τόν βάλη, καί τόν έβαλε στό παχνί τών ζώων. Γεννήθηκε σέ μιά σπηλιά, σ ένα σταύλο. Ποιός θά φανταζόταν, ότιτό νήπιο εκείνο είνε ο βασιλεύς τού κόσμου; Πέρασαν από τή Γέννησι σαράντα ημέρες. Τήν τεσσαρακοστή ημέρα είχαν τότε συνήθεια, όπως καί τώρα, νά πηγαίνουν τό βρέφος στό ναό. Τό πήγαιναν γιά νά τό αγιάσουν, νά τό καθαρίσουν, νά σαραντίση η μάνα.
Σήμερα δυστυχώς άρχισαν αυτά νά μήν τά προσέχουν. Αμελούν. Θυμηθήτε όμως τά λόγια μου· παιδί, πού η μάνα δέν τό σαραντίζει, θά γίνη τέρας. Θά γεμίση ο κόσμος από κακούργους.Συνήθιζαν, λοιπόν, οι Εβραίοι στίς σαράντα ημέρες νά φέρνουν τό παιδί στό ναό, καί συγχρόνως νά προσφέρουν δώρα. Άν ήταν πλούσιοι, πήγαιναν ένα βόδι, ένα δαμαλάκι·άν ήταν φτωχοί, πήγαιναν ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δυό μικρά περιστέρια. Γιατί; Γιά νά ευχαριστήσουν τό Θεό, πού έδωσε τό παιδί. Διότι τό παιδί είνε ο μπουναμάς τού ουρανού, τό πιό μεγάλο δώρο. Δέν πά νά χη τό σπίτι ραδιόφωνα τηλεοράσεις κι ό,τι άλλο θές· άν μέσα σ αυτό δέν ακούγεται κλάμα παιδιού,κάτι λείπει. Γι αυτό οι γονείς νά ευχαριστούν τό Θεό. Διότι τό παιδί δέν τό έκανες εσύ λάθος έχεις. Άμα ο Θεός δέν ευλογήση τά δέντρα, καρπό δέν πιάνουν· κι άμα ο Θεός δέν ευλογήση τή γή, σπαρτά δέν θερίζεις. Κι άμα ο Θεός δέν ευλογήση τήν κοιλιά τής γυναίκας, άς πάη σ όλους τούς γιατρούς, παιδί δέν κάνει.
Τά παιδιά τά δίνει ο Θεός. Γι αυτό οι μανάδες πρέπει νά φέρνουν τά παιδιά τους στήν εκκλησιά όταν γίνωνται σαράντα ημερών, νάτά σαραντίζουν καί νά ευλογούνται. Αυτό έκανε η Παναγία, αυτό νά κάνουμε κ εμείς.
Η Παναγία πήρε στήν αγκαλιά της τό Χριστό καί μαζί μέ τόν δίκαιο Ιωσήφ τόν προστάτη πήγαν στό ναό τού Σολομώντος. Μαζί της πήγαν κι άλλες γυναίκες πλούσιες. Τά μάτια τών ανθρώπων είνε στούς πλουσίους. Εκείνη ήταν φτωχιά καί κανείς δέν τήν πρόσεχε. Αλλά τί λέω; Κάποιος τήν πρόσεξε. Ποιός; Ένας γέροντας πού τόν έλεγαν Συμεών . Τί ήταν αυτός;Αυτός διάβαζε τήν αγία Γραφή, διάβαζε τούς προφήτας, καί από κεί έμαθε, ότι μιά μέρα «θά ανατείλη ένα άστρο» στόν κόσμο· έμαθε, ότι θά έρθη «ένας άνθρωπος», ο Μεσσίας, ο Λυτρωτής τού κόσμου, ο Χριστός (βλ. Αριθμ. 24,17) . Ο Συμεών όμως λυπόταν ότι δέν θά ζήση νά δή τό Χριστό . Τέτοια λαχτάρα είχε. Καί έλεγε· Θεέ μου,άφησέ με νά ζήσω άς δώ τό Χριστό κι άς πεθάνω! Καί ο Θεός άκουσε τήν προσευχή του.Τήν ώρα πού η Παναγία έφθανε στό ναό,ο Συμεών άκουσε φωνή· Πήγαινε τώρα στό ναό, κ εκεί θά δής τό Χριστό! Έκανε φτερά στά πόδια ο γέροντας καί νάτον στό ναό.Αλλά εκεί ήταν πολλές γυναίκες· ποιά απ όλες ήταν η Παναγία; Όπως ο Θεός φώτισετόν Iωάννη τόν Πρόδρομο καί ανάμεσα στίς χιλιάδες πού βαπτίζονταν εκεί στό ποτάμι διέκρινε τό Χριστό, έτσι εδώ τό Πνεύμα τό άγιο φώτισε τόν Συμεών νά διακρίνη τό Χριστό καί νά καταλάβη ποιά είνε η Παναγία. Καί τότε πλησίασε κοντά. Τά μάτια του βούρκωσαν.Ύψωσε τό βλέμμα στόν ουρανό, πήρε στήν αγκαλιά του τό Χριστό, έκανε τήν προσευχή του καί είπε· «Νύν απολύεις τόν δούλόν σου,δέσποτα, κατά τό ρήμά σου εν ειρήνη» · τώρα, λέει, άς πεθάνω· είδα τό Χριστό (Λουκ. 2,29).
Μετά ο Συμεών είπε· Αυτό τό παιδί θά συγκλονίση τόν κόσμο. Κανένας άλλος δέν θ’ αλλάξη τόν κόσμο όπως αυτό. Αυτό τό παιδί άλλοι θά τό αγαπήσουν καί γιά τήν αγάπη τουθά θυσιάσουν τά πάντα, κι άλλοι θά τό μισήσουν Καί έτσι είνε. Τό Χριστό ή θά τόν αγα-πήσης ή θά τόν μισήσης. Καί θά γίνη πόλεμος μεγάλος· οι αντίχριστοι θά τόν πολεμούν, οι άλλοι θά τόν λατρεύουν, καί τέλος θά νικήση ο Χριστός.Φαντάσου τώρα τό Συμεών νά βλέπη ένα μικρό παιδάκι καί νά λέη αυτά τά πράγματα!
Καί τά βλέπουμε σήμερα πραγματοποιούμενα. Κατόπιν συνέχισε πρός τήν Παναγία · Μάνα ευλογημένη, μάνα ευτυχισμένη, αλλά καί μάνα πικραμένη! Ευλογημένη, γιατί γέννησες τό Χριστό. Πικραμένη, γιατί θά τόν δής τή Μεγάλη Παρασκευή νά τόν καρφώνουν οι αντίχρι-στοι, κ εσένα μαχαίρι δίκοπο θά περάση τήνκαρδιά σου Αυτά είπε ο Συμεών.Στό ναό ήταν τότε καί μιά γριά χήρα 84χρονών, η Άννα . Αυτή παντρεύτηκε, έζησε 7χρόνια μέ τόν άντρα της, μετά χήρευσε καί δέν ήλθε σέ δεύτερο γάμο, δέν ξαναπαντρεύτηκε. Γιατί μιά φορά παντρεύονται οι άνθρωποι. Στά παλιά τά χρόνια έτσι ήταν. Γιά ιδέστε καί τά τρυγόνια. Έχουν αγάπη. Σκότωσε οκυνηγός τό αρσενικό; τό θηλυκό δέν ζευγα-ρώνει πλέον μέ άλλο αρσενικό. Γι αυτό λένε «αγαπιούνται σάν τά τρυγόνια». Τώρα όμως βλέπεις τόν άλλο, ακόμα δέν έθαψε τή γυναίκα του καί ζητάει νέα γυναίκα· καί βλέπεις τήν άλλη, ακόμα δέν έθαψε τόν άντρα της καί ζητάει δεύτερο άντρα. Όχι, δέν είνε έτσι τά πράγματα. Ένας άντρας καί μιά γυναίκα είνε ο ιδεώδης γάμος πού ευλογεί ο Χριστός.Έτσι έζησε η Άννα. Καί τώρα δέν πήγαινε από σπίτι σέ σπίτι νά κουτσομπολεύη καί νά κατακρίνη. Ήταν διαρκώς στό ναό, νήστευε,προσευχόταν, υπηρετούσε τό Θεό καί διάβαζε τή Γραφή. Κι όταν είδε τό Χριστό στήν αγκαλιά τού Συμεών, έτρεξε κι αυτή κοντά, δο ξολογούσε τό Θεό καί κήρυττε τό Χριστόστούς προσκυνητάς.
Αυτή είνε, αγαπητοί μου, η εορτή τής Υπαπαντής. Μπορεί τώρα κάποιος νά πή· Άχ πόσο ήθελα κ εγώ νά ζούσα τότε καί νά δώ τό Χριστό! Υπάρχει σήμερα τέτοια λαχτάρα; Επιθυμούμε νά δούμε τό Χριστό , όπως ο Συμεών καί η Άννα; Αλλ άν ζητούμε αυτό, τό έχουμε. Υπάρχει τρόπος νά δής τό Χριστό. Πού νά τόν δής; Eδώ. Δέν είνε ανάγκη ούτε στά Ιεροσόλυμα νάπάς, ούτε στά ουράνια ν ανεβής, ούτε οράματα νά δής. Μπορείς νά δής τό Χριστό στήν Εκκλησία!
Απίστευτο, αλλά αληθινό.Τά παλιά τά χρόνια, πού οι άνθρωποι ήταν άγιοι, άς μήν είχαν σχολεία, είχαν όμως Θεό.Έρχονταν στήν εκκλησία, κι όταν έβγαινε τό δισκοπότηρο, δέν είνε ψέμαέβλεπαν τό Χριστό, τήν Παναγιά, αγγέλους καί αρχαγγέλους· γιατί είχαν μάτια αγγελικά. Εμείς τώρα έχουμε μάτια κτηνώδη (μάτια σκύλου, μάτια χοίρου, μάτια τίγρεως, μάτια λιονταριού). Καί τέτοια μάτια δέν είνε άξια νά βλέπουν τέτοια οράματα. Όταν τά χέρια καί τά κορμιά είνε ακάθαρτα, τότε καί τά μάτια είνε αμαρτωλά καί ανάξια. Γιά νά δής τό Χριστό, πρέπει νά χης καθαρή τήν καρδιά (βλ. Ματθ. 5,8) .
Εδώ είνε ο Χριστός . Όσα λέει ο παπάς κι ο ψάλτης, όλα είνε λόγια τού Χριστού. Μά δέν τά καταλαβαίνουμε. Γιατί άν πάρης μιά κιθάρα ή ένα βιολί καί πάς καί παίξης σ ένα στάβλο, τά γαϊδούρια δέν καταλαβαίνουν τή μουσική σου· αυτά θέλουν σανό. Καί άν μπροστά στά γουρούνια πετάξης διαμάντια, δέν συγκινούνται· αυτά θέλουν λάσπη καί ακαθαρσία. Καί οι άνθρωποι σήμερα δέν θέλουν διαμάντια καί πολύτιμα πράγματα· θέλουν ψευτιές, πού έχει τό ράδιο καί η τηλεόρασι. Εκεί τό αυτάκι μας καί εκεί τά μάτια μας, ώρες ολόκληρες, νά δούμε κορμιά γυμνά, ν ακούσουμε τραγούδια αισχρά
Αδέρφια μου, δέν λέω ψέματα. Σάς λέω τήν αλήθεια, πού κι άν εμείς τήν αρνηθούμε, κι αυτές οι πέτρες θά τή φωνάξουν· ο Χριστός είνε ο αληθινός Θεός! Όπου είνε ο Χριστός,είνε η αλήθεια· όπου λείπει ο Χριστός, είνε τό ψέμα. Όπου είνε ο Χριστός, είνε η δικαιοσύνη, η λευτεριά, η αγάπη, η ειρήνη, ο παράδει- σος· όπου λείπει ο Χριστός, είνε η αδικία, η σκλαβιά, τό μίσος, ο πόλεμος, η κόλασι. Διαλέξτε καί πάρτε. Κλείστε τά ραδιόφωνα, κλείστε τίς τηλεοράσεις, κι ανοίξτε τήν καρδιά σας νά μπή ο Χριστός, νά δήτε τό Χριστό· όν, παίδες Ελλήνων, υμνείτε καί υπερυψούτε εις πάντας τούς αιώνας· αμήν.
επίσκοπος Αυγουστίνος
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, η οποία έγινε στόν ι. ναό [Αγίου Βασιλείου] Φιλώτα Αμυνταίου τήν 2-2-1975. www.zoiforos.gr