Του πρωτοπρ. π. Διονυσίου Τάτση
Πόσοι χριστιανοί στήν εποχή μας εμπνέονται από τούς Αγίους τής Εκκλησίας; Πόσοι κληρικοί καί πόσοι επίσκοποι ακολουθούν τό παράδειγμά τους; Η απάντηση δέν είναι δύσκολη. Η πραγματικότητα μάς οδηγεί στό ασφαλές συμπέρασμα ότι είναι ελάχιστοι.
Εκείνο πού ιδιαίτερα διέκρινε τούς Αγίους ήταν η συναίσθηση τής αμαρτωλότητάς τους. Όσο προόδευαν πνευματικά, τόσο περισσότερο συναισθάνονταν ότι είναι αμαρτωλοί! Δυστυχώς, αυτό οι χριστιανοί δέν μπορούν νά τό κατανοήσουν, γι’ αυτό καί έχουν σέ μεγάλη υπόληψη τόν εαυτό τους. Επειδή είναι αναξιοπρεπείς θέλουν νά τούς τιμούν οι άλλοι. Εάν κάποιος τολμήσει νά τούς αποκαλέσει δημοσίως αμαρτωλούς, δέν τό έχουν σέ τίποτε νά τόν οδηγήσουν στό δικαστήριο, γιά νά δικαιωθούν καί νά αποζημιωθούν. Καλλιεργούν επιμελώς τήν εικόνα τους πρός τόν κόσμο. Θέλουν νά είναι διαφορετικοί καί ανώτεροι καί αγωνίζονται νά πείσουν τό πλήθος τού λαού ότι δέν είναι κοινοί καί συνηθισμένοι άνθρωποι! Δέν είναι «ώσπερ οι λοιποί τών ανθρώπων». Ακολουθούν δηλαδή τήν τακτική τού Φαρισαίου τής παραβολής, ξεχνώντας ότι δέν δικαιώθηκε από τό Θεό, γιατί ήταν υπερήφανος καί υποκριτής.
Τό ίδιο παρατηρούμε καί στούς κληρικούς, οι οποίοι εύκολα ταυτίζουν τόν εαυτόν τους μέ τούς Αγίους. Είναι εξοικειωμένοι μέ τά ιερά καί τά όσια καί τά θεωρούν δικά τους, παρόλο πού δέν αγωνίζονται πνευματικά. Βέβαια, γνωρίζουν τούς βίους τών Αγίων καί τούς εξιστορούν στό ποίμνιό τους, βλέπουν στό πρόσωπο εκείνων τό δικό τους πρόσωπο καί ξεχνούν νά εισέλθουν στήν καρδιά τους, γιά νά δούν ότι υστερούν σέ πολλά καί η φιληδονία τούς οδηγεί στήν ικανοποίηση τών αμαρτωλών τους παθών, σέ αντίθεση μέ τούς Αγίους, οι οποίοι καταπολεμούσαν τά πάθη τους, ζούσαν μέ άσκηση καί στέρηση καί εν ταπεινώσει αποκτούσαν αρετές.
Περισσότερο προκλητικοί είναι μερικοί επίσκοποι, οι οποίοι βρίσκονται σέ μεγαλύτερη πλάνη, γιατί πιστεύουν ότι, παρά τίς αδυναμίες τους, είναι «εις τύπον καί τόπον Χριστού», πού σημαίνει ότι είναι πολύ κοντά στόν Χριστό! Από τόν υψηλό θρόνο τού αξιώματός τους βλέπουν ανύπαρκτα πράγματα καί τρέφονται μέ ψευδαισθήσεις. Όμως οι Άγιοι πάντα μιλούσαν γιά τήν αμαρτωλότητά τους. Ενοχλούνταν από τή φήμη, πού είχαν αποκτήσει και αμφισβητούσαν τά εγκώμια, πού διατύπωναν γιά τό πρόσωπό τους οι κοσμικοί.
Ο Γέροντας Παΐσιος έλεγε: «Όταν έλεγαν οι Άγιοι ότι είναι αμαρτωλοί, τό πίστευαν. Τά πνευματικά τους μάτια είχαν γίνει μικροσκόπια καί έβλεπαν καί τά παραμικρά σφάλματά τους σάν μεγάλα». Αυτό πού επιλέγουν καί διεκδικούν οι κοσμικοί, τό αρνούνται οι Άγιοι. Είναι η άκρα αντίθεση. Δύο διαφορετικοί δρόμοι, πού ξεκινούν από διαφορετικά σημεία καί καταλήγουν επίσης σέ διαφορετικά σημεία. Οι Άγιοι προχωρούσαν ταπεινά συναισθανόμενοι τήν αμαρτωλότητά τους, ενώ οι κοσμικοί κρύβουν τήν αμαρτωλότητά τους καί προβάλλουν υποκριτικά τίς ανύπαρκτες αρετές τους. Οι πρώτοι έχουν αγαθές προθέσεις καί αποφεύγουν τήν προβολή, ενώ οι δεύτεροι έχουν πονηρές προθέσεις καί επιδιώκουν τή δημοσιότητα καί τό εφήμερο χειροκρότημα.
(Ορθόδοξος Τύπος, Αριθ Φύλλου 1972, 19 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013)