Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας
Ο όσιος Σάββας ο «εν τη νήσω», όπως αναφέρουν στην Απόλυση των ιερών ακολουθιών οι Ιωαννίτες ιερείς, είναι μια εξέχουσα πνευματική προσωπικότητα, η οποία έλαμψε στο νοητό της Εκκλησίας στερέωμα στα τέλη του δεκάτου πέμπτου και στις αρχές του δεκάτου έκτου αιώνος.
Είναι ο πνευματικός πατέρας των αυταδέλφων οσίων, των θαυμαστών Αψαράδων, Θεοφάνους και Νεκταρίου, οι οποίοι έκτισαν το περίφημο μοναστήρι του Βαρλαάμ στην άγια λιθόπολη των Σταγών, στο πέτρινο δάσος των Μετεώρων, που όταν το πρωτοαντίκρισαν εκστατικοί μαζί με τη δοξολογία του Δημιουργού, ο οποίος τα πάντα «εν σοφία επόιησε»(Ψαλμ. 103, 24), αναρωτήθηκαν: «Τις δώσει πτέρυγας ωσεί περιστεράς και πετασθήσομαι και καταπαύσω» (Ψαλμ. 54, 7). Αυτοί με την θεοκίνητη γραφίδα τους μας διέσωσαν και το βίο, τις αρετές και τα θαυμάσια του μεγάλου αυτού ερημίτη της νήσου της γαλήνιας λίμνης των Ιωαννίνων.
Ο θαυμαστός ασκητής Σάββας, τον οποίο περιγράφουν ως «όσιον άνδρα, γηραιόν συνέσει και ηλικία και πάση κεκοσμημένον αρετή» υπήρξε όχι μόνο συνώνυμος του «ηγιασμένου» ερημίτου της Ιουδαίας, αλλά και κατά πάντα εφάμιλλος των κατορθωμάτων του. Αυτό αποδεικνύουν και τα επακολουθήσαντα την κοίμησή του θαυμαστά σημεία τα βεβαιούντα την δόξα που τον περίμενε στους ουρανούς, δόξα που περιβάλλει όλους αυτούς που με την οσιακή τους βιοτή ευαρέστησαν στο Θεό μας.
Ο όσιος Σάββας υπήρξε γόνος αρχοντικής οικογενείας. Η ευγένεια της καταγωγής του μεταποιήθηκε σε ευγένεια ήθους, σε ευγένεια ψυχής και ο πλούτος των υλικών αγαθών του σε πλούτο αγάπης προς την «ενυπόστατη αγάπη», τον Θεάνθρωπο Ιησού, και συμπαθείας προς τους πτωχούς και τους πένητες. Σε νεαρή ηλικία ο θείος έρωτας, που κατέτρωγε τα σωθικά του, τον απομάκρυνε από τις πατρικές ανέσεις, για να τον αναδείξει ταπεινό και πτωχό ερημίτη της νήσου των Ιωαννίνων. Το μικρό μοναστηράκι του Τιμίου Προδρόμου έγινε η ασκητική του παλαίστρα, όπου πάλαιψε με τις αρχές και τις εξουσίες, με «τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου» (Εφ. στ΄ 12) μιμούμενος τους αγώνες του ισάγγελου πολιστή του Ιορδάνη και αφέντη του μοναστηριού του. Δεν κατόρθωσε ποτέ να αποκτήσει δεύτερο ράσο και δεύτερο ζευγάρι υποδημάτων, αφού στο αντίκρισμα του κάθε αδελφού, στο πρόσωπο του οποίου έβλεπε τον ίδιο τον Κύριο, και μάλιστα μυστικά να του ψυθιρίζει: «τω αιτούντί σε δίδου» (Ματθ. ε΄ 42), έδινε με χαρά και προθυμία ο,τι είχε στο ερημητήριό του, τρόφιμα και ενδύματα.
Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι δεν περίμενε ο όσιος ασκητής να του ζητήσουν, για να δώσει, αλλά προέτρεχε στην αγάπη και, μόλις αντιλαμβανόταν την ανάγκη, έδιδε χωρίς να του ζητηθεί διεγειρόμενος πάντοτε «εις παροξυσμόν αγάπης και καλών έργων» (Εβρ. ι΄ 24). Έφερνε συχνά στα χείλη του τα λόγια του ταπεινού Ναζωραίου, όπως μας τα μεταφέρει ο πολύς Ιωάννης ο Χρυσόστομος : «Εγώ είμαι πατέρας σου, εγώ αδελφός σου, εγώ νυμφίος της ψυχής σου, εγώ η καταφυγή σου, εγώ το ένδυμά σου, εγώ η τροφή σου, εγώ το στήριγμά σου. Εγώ έγινα πτωχός για σένα με την ενανθρώπησή μου· για σένα έγινα ζητιάνος· για σένα ανέβηκα στο Σταυρό· για σένα κατέβηκα στον τάφο· για σένα παρακαλώ στον ουρανό τον Πατέρα μου»(Ομιλ. εις Ματθ. ΟΣΤ΄, 5).
Ο πράος εραστής των πατέρων της ερήμου, Σάββας, ποτέ δεν οργίστηκε, αλλά έδινε «τόπον τη οργή» (Ρωμ. ιβ΄ 19), λέγοντας ότι αυτή αίρει την χάρη του Παναγίου Πνεύματος που κατοικεί εντός μας. Ποτέ δεν κατέκρινε κανένα, ακολουθώντας το της Γραφής: «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» (Ματθ. ζ΄ 1). Η ταπεινοφροσύνη του υπήρξε υποδειγματική και σ’ αυτήν επάνω, ως σε θεμέλιο γερό, στήριξε την πνευματική του οικοδομή και τελείωση. Γι’ αυτό και η ασκητική του αγωγή είχε εμφανή τα χαρακτηριστικά της θείας επενέργειας, αφού ο Κύριος «ταπεινοίς δίδωσι χάριν» (Ιακ. δ΄ 6). Εξαγόραζε τον καιρό του με σύνεση και ιδιαίτερη προσοχή, κυρίως όμως με αδιάλειπτη προσευχή. Τις νύχτες αγρυπνούσε και οι βραδινές ακολουθίες ήταν η γλυκύτερη τροφή της καρδιάς του, η τροφή που περιείχε τα θρεπτικά συστατικά της ατέλεστης μακαριότητος. Αυτήν άλλωστε ποθούσε, γι’ αυτήν είχε βάλει πλώρη, στο λιμάνι της ήθελε να αγκυροβολήσει. Έτσι, οι τροφές της σάρκας δεν τον απασχολούσαν. Τις παρέβλεπε και αρκούταν σε λίγο ανάλαδο φαγητό και παξιμάδι, όταν και αυτό το ψωμί ήταν έδεσμα γιορτινό.
[irp posts=”546081″ name=”Γόρτυνος Ιερεμίας: Ο Αγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης”]
Η ισάγγελη πολιτεία του οσίου Σάββα τον έκανε γνωστό σ’ όλη την κοινωνία των Ιωαννίνων και της γύρω περιοχής, γι’ αυτό και πλήθος πιστών κατέφευγε στις νουθεσίες και συμβουλές του. Έτσι αναδείχθηκε απλανής πνευματικός καθοδηγητής των χριστιανών της Ηπείρου. Μεταξύ αυτών ο καλός Θεός του έστειλε και δύο αφοσιωμένους υποτακτικούς, τους αδελφούς Αψαράδες, τον Νεκτάριο και τον Θεοφάνη, οι οποίοι έφθασαν με πολύ υψηλά μέτρα αρετής. Αυτοί έζησαν μαζί του δέκα ολόκληρα χρόνια και ωφελήθηκαν από τις διδασκαλίες και το παράδειγμά του και στάθηκαν δίπλα του και στις τελευταίες ημέρες της επί γης οσιακής βιοτής του. Τους είχε προείπει το τέλος του και είχε ζητήσει την ημέρα της αναλύσεώς του να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων.
Την ώρα του Μεσονυκτικού προφασιζόμενος κόπωση έστειλε τους οσίους υποτακτικούς του στην Εκκλησία, για τη συνήθη ακολουθία και ο ίδιος αποσύρθηκε για ανάπαυση. Το πρωΐ της επόμενης ημέρας αυτοί στη συνηθισμένη τους επίσκεψη στο κελλί του, για να πάρουν την ευχή του, τον βρήκαν ακίνητο με το κουκούλι και το μοναχικό σχήμα, με σταυρωμένα τα χέρια και γαλήνια έκφραση. Είχε ήδη αναχωρήσει για την Βασιλεία των ουρανών. Η ευωδία η οποία χυνόταν από το άγιο σκήνωμά του ήταν η θεία βεβαίωση πως ο Γέροντάς του βρισκόταν ήδη στην εκλεκτή συνοδία των αγίων του ουρανού. Ήταν 9 Απριλίου του 1505.
Η είδηση του θανάτου έκανε σύντομα το γύρο των μοναστηριών του νησιού και αυτών των Ιωαννίνων. Σε λίγο πλήθη προσκυνητών, ιερέων και λαικών, έφθαναν στο νησί, για να ασπασθούν το ιερό σκήνωμα του οσίου Σάββα και όλοι ζητούσαν να πάρουν κάτι από τα ενδύματά του για ευλογία και αγιασμό. Αυτά τα ράκη αμέσως άρχισαν να θαυματουργούν και στο άγγιγμά τους οι άρρωστοι εύρισκαν θεραπεία. Έτσι, δόξασε ο Κύριος, ο οποίος μας είπε «τους δοξάζοντάς με δοξάσω (Α΄ Βασιλ. 2, 30), τον όσιό Του ασκητή Σάββα. Η μνήμη του έκτοτε γιορτάζεται παραδοσιακά στις 3 Φεβρουαρίου, γιατί η επέτειος της κοιμήσεώς του συμπίπτει πολλές φορές μέσα στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πανηγυρικά γιορτάζει τη μνήμη του και η Ιερά Μονή Βαρλαάμ στα Άγια Μετεωρα, αφού ο Όσιος υπήρξε ο πνευματικός πατέρας των Κτιτόρων της και ως εκ τούτου ο «παππούς» των ενασκουμένων θεοφιλώς σε αυτή πατέρων. Εφέτος μάλιστα εξέδωκαν και σε πολυτελή φυλλάδα και την Ακολουθία του.