«Τι δε έχεις ο ουκ έλαβες;» ρωτά τον καθένα μας ο Απ .Παύλος. Και συνεχίζει: «ει δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μη λαβών;». Αυτό το «τι καυχάσαι» κρίνει τον εγωισμό και την υπερηφάνεια όλων μας, όταν έχουμε καύχηση κάτω από τη γλώσσα μας, έτοιμοι να την παρουσιάσουμε σε κάθε μας βήμα και με κάθε τρόπο.
Μέγα λάθος, μέγα πάθος και όλεθρος της ψυχής για τον χριστιανό, που αγωνίζεται και δεν πρέπει να καυχιέται ποτέ και για τίποτε. Και μόνη του καύχηση πρέπει να έχει πάλιν τον λόγον του μεγάλου Αποστόλου των εθνών Παύλου: «ο καυχώμενος εν Κυρίω καυχάσθω» και να μη φθάνουμε ποτέ στο «γέγονα άφρων καυχώμενος»! Γιατί είναι όντως αφροσύνη η καύχηση και όταν ακόμα γίνεται αναγκαστικά για λόγους διδαχής ή για άλλες αιτίες. Ο Αββάς Ώρ έλεγε ότι όλα τα καταστρέφει η καύχηση.
«Όταν τρυπώσει μέσα σου ο λογισμός υψηλοφροσύνης και υπερηφάνειας, ψάξε στην συνείδηση σου αν όλες τις εντολές τήρησες, αν αγαπάς τους εχθρούς σου και λυπάσαι για την ελάττωση τους και θαρρείς τον εαυτό σου δούλο άχρηστο και πιο αμαρτωλό από όλους. Αλλά και τότε μην καυχηθείς, ότι όλα τα κατόρθωσες, ξέροντας ότι αυτός ο λογισμός όλα τα καταστρέφει».
Π. Μ. Σωτηρχος – «Υπέρ των αμαρτωλών»