Εκκλησία: Σχεδόν καθημερινά στο εορτολόγιό της η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη οσίων και ασκητών, ανδρών και γυναικών, που αφιέρωσαν τη ζωή τους στον Χριστό. Ο ουρανός ανταπέδωσε την αφιέρωση δωρίζοντας την αιώνια κοινωνία με τον Ζωοδότη.
Αλλά και η Εκκλησία, ανταποκρινόμενη στο λαϊκό αίσθημα ότι τέτοιοι άνθρωποι αποτελούν πρότυπα προς μίμησιν, τους κατατάσσει στο αγιολόγιό της, τους γιορτάζει, τους παρακαλεί με την προσευχή της σ’ αυτούς.
Οι μορφές αυτές διακρίθηκαν για το ασκητικό ήθος τους. Παρέδωσαν τον εαυτό τους στην αγάπη του Χριστού. Αγωνίστηκαν για την κάθαρση της καρδιάς τους από τα πάθη, τις προσκολλήσεις στο κακό και την αμαρτία. Και την ίδια στιγμή έκαναν τον χρόνο τους αιωνιότητα. Κοινωνώντας τον Θεό. Υπομένοντας τις επιθέσεις του πειρασμού. Ζώντας με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή. Αλλά και παλεύοντας να αγαπήσουν τον πλησίον. Να τον διακονήσουν με την υπομονή στη συμβίωση. Με την ελεημοσύνη και τη φιλοξενία. Με την παραίτηση από το “εγώ” και το θέλημά τους. Με την πρόταξη της έμπρακτης συγχωρητικότητας.
Το ασκητικό ήθος είναι η πρόταση της Εκκλησίας για τον άνθρωπο κάθε εποχής, ιδιαίτερα για τον νέο. Μπορεί η νεότητα να χαρακτηρίζεται από τη διάθεση να δοκιμάσει τα πάντα, ωστόσο η ασκητικότητα είναι αυτή που κάνει τον νέο να έχει διάκριση.
Να γνωρίζει τι χρειάζεται αληθινά να έχει. Ποιος είναι ο εαυτός του. Ποιος μπορεί να γίνει. Πόσο αξίζει η πρόταξη της αγάπης, ακόμη κι αν αυτή χρειάζεται κόπο και υπομονή. Ποιο είναι το αληθινό κάλλος της ζωής. Αυτό που δεν φωνάζει στην εξωτερική εμφάνιση, αλλά αποκαλύπτεται στην ταπεινότητα. Στην επίγνωση ότι τα χαρίσματά μας υπάρχουν για να τα προσφέρουμε στους άλλους και να χαιρόμαστε που μπορούμε να τους αγαπούμε. Στη δύναμη που προσφέρει η προσευχή.
Το ασκητικό ήθος ταιριάζει στο νέο διότι τον βοηθά να κάνει την μεγάλη έξοδο από το “εγώ”, αφού εργαστεί για να το πειθαρχήσει στην παραίτηση από μία άνευ όρων φιλήδονη ζωή, από μια μονόπλευρη ενασχόληση με τις επιθυμίες της τροφής, της άμετρης διασκέδασης, του συσχηματισμού με το πνεύμα του κόσμου. Είναι αντίσταση και αρχή μετάνοιας και επιστροφής σ’ Αυτόν που μας αγαπά. Και μπορεί να βιωθεί όχι μόνο στα μοναστήρια, αλλά και στον κόσμο. Από την νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής, το ξύπνημα της Κυριακής για τον εκκλησιασμό, την πρόταξη της παρέας και της φιλίας και όχι της σωματοποίησης των σχέσεων, την εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού για κάθε πτυχή της ζωής μας, μέχρι την αποδοχή του άλλου όπως είναι και όχι όπως θα τον θέλαμε.
Δε γίνεται λόγος για ασκητικότητα στην εποχή μας. Ο εκκοσμικευμένος πολιτισμός μας, ενώ προβληματίζεται και ασχολείται με τους αγιασμένους γεροντάδες, δε θέλει να μιμηθεί τη ζωή τους. Το ασκητικό ήθος όμως και διδάσκεται και βιώνεται. Στην οικογένεια. Στην ενοριακή ζωή. Στα μοναστήρια και στην μελέτη του ασκητικού βίου. Πρωτίστως όμως στον φωτισμό που ο Θεός δίνει σ’ αυτούς που Τον αναζητούν. Ας μην κάνουμε εκπτώσεις στην πνευματικότητα, αλλά να βάζουμε αρχή μετανοίας εκεί όπου δεν μπορούμε και να παρακαλούμε τους αγίους να μας βοηθούν, ιδίως τους νεώτερους, για να αποκτήσουμε πνευματική υγεία, η οποία λείπει από τον κόσμο μας.
Πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός