Μνημόσυνο Αρχιμ. Παγκρατίου Μπρούσαλη, του αγαθού πνευματικού.
π. Κωνσταντίνου Ν. Καλλιανού
Έχω την ταπεινή γνώμη, ότι αυτό που θα πρέπει να συγκινεί ένα εφημέριο είναι, συν τοις άλλοις, και η ιστορία την οποία αποδέχεται, μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του σε μια ενοριακή κοινότητα.
Και δεν είναι σχήμα λόγου αυτά που αναφέρονται, αλλά μια πραγματικότητα, την οποία οφείλει να επεξεργαστεί ο κάθε νέος εφημέριος, γιατί ένα είναι σίγουρο να γευτεί απ᾿ αυτή τη συνάντηση: το βάρος μιάς πραγματικότητας που πέρασε μεν, ωστόσο έχει αφήσει τη σφραγίδα της ανεξαλειπτη.
Όμως ας δούμε τα πράγματα από την αρχή.
Τι ειναι, αραγε, η ιστορια; Το ερωτημα πληγωνει οταν θελησουμε να το απαντησουμε κυριολεκτικα. Γιατι η λεξη ιστορια, “η οποια παραγεται απο το ρημα οιδα σημαινει την γνωσιν των πασης φυσεως συμβαντων και φυσικα την εκθεσιν αυτων προς τους μεταγενεστερους” (Τάσος Α.Γριτσοπουλος). Κι εδώ είναι που χρειάζεται να σταθεί κι ο κάθε εφημέριος που καλείται να διακονήσει μια ενορικαή κοινότητα με ιστορία αιώνων ή έστω και με πρόσφατο, ολιγόχρονο παρελθόν. Γιατί η κάθε περίπτωση έχει τη γοητεία της, επειδή και στις δύο συνυπάρχει το ρίγος της μνήμης: Μιάς μνήμης με αρκετή ή κι ελάχιστη πατίνα του χρόνου. Μια χρονική διάρκεια με πολλά ή και λιγοστά γεγονότα, τα οποία και συνθέτουν την ιστορική μαρτυρία της κοινότητας αυτής.
Ωστόσο, αυτό που απαιτείται να συνειδητοποιήσει ο κάθε εφημέριος, είναι τα τεκμήρια που έχει στη διαθεσή του. Τεκμήρια που πιστοποιούν αυτή την ιστορία και συνάμα αποτελούν τους κρίκους μιάς αλυσίδας, που αρχίζει από το χθες και φθάνει ίσαμε σήμερα και συνεχίζει…Γιατί τα έσχατα κάθε ενοριακής κοινότητας είναι θέλημα Άλλου, ο οποίος άλλωστε και ρυθμίζει τα όσα συντελούνται και συμβάινουν. Κι αυτά που συμβαίνουν είναι που κληρονομούνται στους μεταγενέστρους, ως πολυτιμα περιουσιακά στοιχεία.
Στ᾿ αλήθεια τι είδους μπορεί να είναι αυτά τα κληροδοτήματα;
Αναμφίβολα τα όσα κληρονομεί κάποιος είναι και αποτελούν τα πιστοποιητικά παρουσίας ανθρώπων και γεγονότων. Έτσι και μέσα στην ενοριακή κοινότητα αυτά που κληρονομεί ο κάθε εφημέριος είναι τα τεκμήρια όσων κατά καιρούς έχουν συναχθεί και αρχειοθετηθεί. Μπορεί δηλαδή, να είναι αυτά, φωτογραφίες, επιστολές, ενδύματα, ιερά σκεύη και βιβλία και διάφορα σημειώματα, που ανήκανε σε παλιότερους εφημερίους, αλλά και ενορίτες που τα αφιέρωσαν.
Ωστόσο, εκεί που πληγώνεται περισσότερο η ψυχή και δακρύζει, είναι γι᾿ αυτά που απόμειναν στις αρχαίες τις ενορίες, κάποιες από τις οποίες μπορεί σήμερα να ψυχορραγούν ή άλλες να είναι έρημες και σιωπηλές ( βλ. ενορία του Χριστού στο Κάστρο της Σκιάθου). Ωστόσο, θα πρέπει να γνωρίζουμε, πως σε όλες αυτές υπάρχει ακόμα η παλαιά αίγλη και η νοσταλγία που ανεβαίνει από το βάθος του χρόνου μέσα σε μια ομίχλη, σ᾿ ένα σύθαμπο-λες κι είναι βαρύ χειμωνιάτικο πρωινό-μέσα στο οποίο δυσδιάκριτα αναδύονται πρόσωπα και γεγονότα. Πρόσωπα που τα φωτίζουν ισχνά αγιοκέρια και γεγονότα με τη σφραγίδα της χαρμολύπης πάνω τους. Κι ολ᾿ αυτά μπορεί να μην έχουν αποτυπωθεί σε φωτογραφίες, ακόμα και σε σκίτσα. Όμως έχουν σημαδευτεί από μια παρουσία ολόφωτη και περίεργα ζωντανή.
Παρουσία, που τη συναντάς σε κηροσταγμένα παλαίτυπα Ευαγγέλια ή Ευχολόγια, σε παλιωμένα άμφια, σε Αντιμήνσια με το εκτύπωμα των χεριών πάνω τους σε ιδρωμένες άκρες, αλλά και σε κείνα τα πολύχρονα σφραγισμένα σεντούκια, που όταν τα ανοίγεις αισθάνεσαι να οσμίζεσαι κλεισμένες ανάσες, οι οποίες ασφαλώς συγκινούν, αλλά και διδάσκουν. Μάλιστα, αν κοιτάξεις με προσοχή και φαντασία πίσω από τα σκουριασμένα κηροστάγματα και τα μαυρισμένα άμφια, θα δείς λαμπροφωτισμένους Χριστουγεννιάτικους Όρθρους και μυρωμένες Πασχαλιές. Συνάμα θα καταλάβεις, γιατί σε κάποιες ευαγγελικές περικοπές έχουν πυκνώσει οι κηλίδες από κηροστάγματα. Και τότε θα προσέξεις πως από αυτές τις σελίδες ανασταίνονται χαρές περίσιες, αλλά και φαρμακωμένα περιστατικά, καθώς στις σελίδες αυτές αφορούν ευαγγελικές περικοπές που λέγονται στο Γάμο, στη Βάπτιση ή στην Κηδεία, αλλά και στο Μνημόσυνο Γιατί ολ᾿ αυτά φανερώνουν και θυμίζουν έναν άλλο κόσμο, ταπεινό και συνάμα ευαίσθητο κόσμο, ανθρώπινο, με το μεγαλο προνόμιο της πτωχείας ως οικόσημο.
[irp posts=”323042″ name=”Ο γνήσιος Δεσπότης και ο ενάρετος Ιερέας”]
Γι᾿ αυτό και τα έργα τους είναι όλα έργα στολισμένα με απεριττη ομορφιά, δίχως έπαρση και ξιπασμό, χωρίς εντυπωσιασμό και αυτοπροβολή. Έγνοια τους, βλέπεις, δεν ήταν να διασώσει ο καθένας την όποια του στιγμή διακονίας-προς τι, άλλωστε;-αλλά να παραδώσει στους μεταγενέστερους μαθήματα νοικοκυροσύνης και αγνής αρχοντιάς. Έστω και μέσα στους μισοφωτισμένους, υγρούς και ταπεινούς εκείνους ναούς, που, ωστόσο, ευωδίαζαν αγιοσύνη και ιεροπρέπεια, αλλά και στα μικροκαμωμένα εκείνα σπιτια, που επίσης ευωδίαζαν από τα φυλαγμένα για το χειμώνα κυδώνια και τα μήλα, αλλά και από τα καμμένα τα ξύλα της παραστιάς.
Μ᾿ αυτές τις αρχές και τις αποδείξεις γράφεται, λοιπόν, η ιστορία. Προπάντων η ιστορία των ενοριών, που καλείται, όχι μονάχα να σεβαστεί, αλλά και να βιώσει ο κάθε εφημέριος. Κυρίως να βιώσει, γιατί μέσα από αυτήν την λειτουργία της ψυχής είναι δυνατό να καταλάβει τους κόπους και τις θυσίες των προκατόχων του και να διδαχτεί απ᾿αυτές. Διαφορετικά θα περάσει ο καιρός και μαζί με αυτόν κάθε τι, που μπορούσε να είναι για τις επόμενες γενιές ένα εφαλτήριο προόδου και πνευματικής ανάτασης. Γιατί πάνω απ᾿όλα, η ιστορία είναι μάθημα, το πρώτο, μάλιστα, μάθημα που καλείται ο κάθε εφημέριος να διδαχτεί, αφού μέσα του είναι ταμιευμένη η Πίστη των πατέρων του, αλλά και δικιά του πίστη, που καλείται να διακονήσει και να προβάλλει με ευθύνη και αψευδή παρρησία.
Ξημερώνοντας του Αγίου Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης.