ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ: Μεγάλη αίσθηση και πολλές συζητήσεις είχε προκαλέσει η συνέντευξη που παρουσίασε εφημερίδα, και αφορά τον μακαριστό π. Γεράσιμο Κονιδάρη από το Μεγανήσι Λευκάδας.
Ο ιερέας είχε αποκαλύψει ότι ήταν δαιμονισμένος και πάλευε με τον Σατανά.
Ο π. Γεράσιμος ηταν πολύ γνωστός και αγαπητός στην περιοχή του και τιμήθηκε από τον τοπικό Μητροπολίτη για τη συνολική του προσφορά στην Εκκλησία. Μάλιστα ο Σεβασμιώτατος Λευκάδος ήταν γνώστης της προσωπικής του ιστορίας και τον παρακίνησε να τη δημοσιοποιήσει στην ορθόδοξη Αλήθεια, προκειμένου να ωφεληθούν οι πιστοί.
Η εφημερίδα αποκάλυψε την συγκλονιστική εξομολόγηση του π. Γεράσιμου Κονιδάρη από την Λευκάδα, ο οποίος για πρώτη φορά δήλωσε δημοσίως ότι ήταν δαιμονισμένος. Περιέγραψε ο ίδιος όσα έζησε και τον εξορκισμό του, σε ένα θέμα που που προκάλεσε μεγάλη αίσθηση.
Όπως είπε σε ηλικία 18 ετών πηγε στο χωριό του πατέρα του για τη γιορτή του Αγιού Νικολάου. Αφού πέρασε ευχάριστες στιγμές παίρνει το δρόμο της επιστροφής με το λεωφορείο.
«Σε μια στροφή φεύγοντας από τον Πόρο, εκεί που καθόμουν, αισθάνθηκα κάτι που μύριζε καπνός. Κοίταξα δεξιά και αριστερά, δεν είδα καπνό. Όπως άνοιξα το στόμα μου να πάρω μια ανάσα μου φάνηκε ότι ο καπνός μπήκε μέσα μου. Είδα μια μικρή δέσμη σαν ακτίνα που ερχόταν μέσα μου» αναφέρει.
Ο π. Γεράσιμος περιγράφει στην εφημερίδα όσα έζησε ως εξής: «Κατάλαβα αμέσως αυτό που μπήκε μέσα μου. Από εκείνη τη στιγμή και ύστερα άλλαξε άρδην η ζωή μου. Μου ερχόταν να γκρεμίσω με δύναμη το λεωφορείο, ώστε να σκοτωθούν όλοι, να πάω στη Λευκάδα και να βάλω φωτιά στο σπίτι μου. Είχα πλήρη συνείδηση τι έλεγα και τι έκανα, αλλά δεν μπορούσα να αντιδράσω καθόλου. Μου ήταν όλα γνωστά, άκουγα τα πάντα, έβλεπα τους άλλους ανθρώπους και τις φιλοφρονήσεις που έκαναν, τα λόγια που έλεγαν, αλλά εγώ ήμουν κάτω από μια άλλη επήρεια και δεν μπορούσα να αντιδράσω. Αυτή ήταν το δαιμονικό πνεύμα που είχε μπει μέσα μου, καταλαμβάνοντας όλη την ύπαρξή μου. Πλέον μου έφταιγαν όλα και όλοι. Ακόμη και στους γονείς μου ήθελα να κάνω κακό! Φώναζα, έβριζα, άφριζα και έσπαγα πράγματα».
Ανήμερα των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου ο Γεράσιμος παρακολουθούσε τη θεία λειτουργία που τελούσε ο μητροπολίτης Δωρόθεος. Την ώρα της μεγάλης εισόδου, καθώς ο μητροπολίτης μνημόνευε «υπέρ υγείας του δούλου σου Γερασίμου» ο νεαρός έπεσε στο δάπεδο σπαράζοντας και βλαστημώντας.
Μάλιστα ανήμερα του Αγίου Ευσταθίου, ο δαιμονισμένος νεαρός (που δεν είχε γίνει ακόμα ιερέας) προσπάθησε να σπάσει με το κεφάλι του τη λάρνακα του Αγίου Γερασίμου.
Ένιωθε να βγαίνει η κακία από τα σωθικά του. Τον συγκράτησαν ωστόσο η τρικυμία μέσα του συνεχιζόταν. Τα παράθυρα της εκκλησίας έτριζαν, ενώ μια πυκνή δέσμη μαύρου καπνού κατευθύνθηκε στο παράθυρο. Το παράθυρο έγινε κομμάτια και τα καντήλια άρχισαν να κινούνται μέσα στην εκκλησία.
Ο νεαρός λιποθύμησε.
Ωστόσο τελικά σώθηκε με θαυματουργικό τρόπο. «Ημουν ξαπλωμένος και βρισκόμουν σε λήθαργο, με κρατούσαν ορισμένοι από τους εκκλησιαζομένους.
Την ώρα που ο παπάς έβγαινε με το Αγιο Δισκοπότηρο, λέγοντας: “Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, προσέλθετε”, αισθάνθηκα μια γλυκύτητα, σαν να γαληνεύει ο εαυτός μου και σαν ένα ελαφρύ χέρι -να το χαρακτηρίσω έτσι- να με σηκώνει. Αισθάνθηκα όρθιος και, κοιτάζοντας τον παπά που είχε το Αγιο Δισκοπότηρο, πήγα να κοινωνήσω» αναφέρει ο ίδιος.