Μεγάλη Τετάρτη: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ
[Υπομνηματισμός στα εδάφια Ματθ.26,17-25]
«Τη δε πρώτη των αζύμων προσήλθον οι μαθηταί τώ ᾿Ιησού λέγοντες αυτώ· που θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το πάσχα; ο δε είπεν· υπάγετε εις την πόλιν προς τον δείνα και είπατε αυτώ· ο διδάσκαλος λέγει, ο καιρός μου εγγύς εστι· προς σε ποιώ το πάσχα μετά των μαθητών μου(:την πρώτη λοιπόν από τις επτά ημέρες που διαρκούσε η εορτή των αζύμων, δηλαδή του Πάσχα, ήλθαν οι μαθητές στον Ιησού και του είπαν: “Που θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φας το Πάσχα;” Κι ο Ιησούς τους απάντησε: “Πηγαίνετε στην πόλη στον τάδε και να του πείτε: “Ο διδάσκαλος λέει: Ο καιρός του Πάθους μου πλησιάζει. Σκέφτομαι να κάνω με τους μαθητές μου στο σπίτι σου το καινούργιο Πάσχα και όχι εκείνο που από αύριο το βράδυ θα αρχίσουν να εορτάζουν οι Ιουδαίοι”)» [Ματθ.26,17-18]
«Πρώτη των αζύμων» ονομάζει την προηγούμενη των αζύμων· διότι συνήθιζαν πάντοτε να υπολογίζουν την ημέρα από την εσπέρα· και αναφέρει την ημέρα εκείνη, κατά την εσπέρα της οποίας επρόκειτο να θυσιάσουν τον πασχάλιο αμνό· διότι είχαν έλθει την πέμπτη ημέρα της εβδομάδος. Αυτήν την ημέρα λοιπόν, ο μεν ένας ευαγγελιστής την ονομάζει «πρώτη των αζύμων», εννοώντας τον χρόνο κατά τον οποίο προσήλθαν· ο δε άλλος ευαγγελιστής λέγει ως εξής: «Ήγγιζε δε η εορτή των αζύμων η λεγομένη πάσχα(:πλησίαζε τότε η εορτή των Αζύμων, που ονομαζόταν Πάσχα. Στη γιορτή αυτή οι Ιουδαίοι επτά ημέρες έτρωγαν άζυμο ψωμί)»[Λουκά 22,1]. Με το «ήγγιζεν» αυτό, εννοεί ότι πλησίαζε, ήταν επί θύραις, αναφέρεται δηλαδή στην εσπέρα εκείνη, διότι από την εσπέρα άρχιζαν. Για τον λόγο αυτόν και ο καθένας προσθέτει «όταν θυσιαζόταν το Πάσχα».
Και Του λένε: «Που θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το πάσχα;». Ώστε και από αυτό είναι φανερό ότι δεν είχε οικία, δεν είχε κατάλυμα. Εγώ μάλιστα νομίζω ότι ούτε αυτοί είχαν· διότι οπωσδήποτε θα Τον παρακαλούσαν να μεταβεί εκεί. Αλλά δεν είχαν ούτε αυτοί, διότι όλα τα είχαν απαρνηθεί. Για ποιον όμως λόγο, αναρωτιούνται κάποιοι, τελούσε το Πάσχα; Για να δείξει με όλα μέχρι την τελευταία ημέρα ότι δεν είναι αντίθετος με τον μωσαϊκό νόμο. Και γιατί τους στέλνει προς έναν άγνωστο άνθρωπο; Για να αποδείξει με αυτό ότι μπορούσε να μην υποστεί το πάθος· διότι αυτός που έπεισε τον νου εκείνου ώστε να τους δεχτεί, και αυτό μόνο με τα λόγια, τι δεν θα μπορούσε να κάνει εναντίον των σταυρωτών Του, εάν βεβαίως δεν ήθελε να πάθει;
Και έκαμε και εδώ ό,τι έκαμε και με τον όνο· διότι και εκεί λέγει: «Πορεύθητε εις την κώμην την απέναντι υμών, και ευθέως ευρήσετε όνον δεδεμένην και πώλον μετ᾿ αυτής· λύσαντες αγάγετέ μοι.καί εάν τις υμίν είπη τι, ερείτε ότι ο Κύριος αυτών χρείαν έχει· ευθέως δε αποστέλλει αυτούς(:πηγαίνετε στο χωριό που βλέπετε απέναντί σας κι αμέσως θα βρείτε ένα θηλυκό γαϊδούρι δεμένο κι ένα πουλάρι μαζί του. Λύστε το και φέρτε μου και τα δύο εδώ·και αν σας πει κανείς τίποτε, θα πείτε ότι ο Κύριος τα χρειάζεται κι αμέσως θα σας τα στείλει πίσω)» [Ματθ.21,3]. Έτσι και εδώ: «ο διδάσκαλος λέγει,πρός σε ποιώ το πάσχα». Εγώ όμως δεν θαυμάζω μόνο αυτό, ότι ο άνθρωπος εκείνος Τον υποδέχτηκε ενώ ήταν άγνωστος, αλλά το ότι ενώ περίμενε να προκαλέσει τόση έχθρα και άσπονδο πόλεμο, περιφρόνησε το μίσος των πολλών.
Έπειτα, επειδή αγνοούσαν, τους έδωσε και σημάδι, όμοιο με εκείνο που έδωσε ο προφήτης Σαμουήλ στον Σαούλ, λέγοντας: «καί απελεύση εκείθεν και επέκεινα ήξεις έως της δρυός Θαβώρ και ευρήσεις εκεί τρείς άνδρας αναβαίνοντας προς τον Θεόν εις Βαιθήλ, ένα αίροντα τρία αιγίδια και ένα αίροντα τρία αγγεία άρτων και ένα αίροντα ασκόν οίνου(: θα φύγεις από εκεί, θα προχωρήσεις και θα φτάσεις μέχρι την τοποθεσία, η οποία λέγεται «Δρυς Θαβώρ». Εκεί θα συναντήσεις τρεις άντρες, οι οποίοι ανέρχονται προς τη Σκηνή του Μαρτυρίου, στη Βαιθήλ. Ο ένας από αυτούς θα οδηγεί τρία ερίφια, ο δεύτερος θα φέρει τρία αγγεία, μέσα στα οποία θα υπάρχουν άρτοι, και ο τρίτος θα φέρει ένα ασκί με κρασί)» [Α΄Βασιλ. 10,3]. Και εδώ: «ιδού εισελθόντων υμών εις την πόλιν συναντήσει υμίν άνθρωπος κεράμιον ύδατος βαστάζων· ακολουθήσατε αυτώ εις την οικίαν ού εισπορεύεται, και ερείτε τώ οικοδεσπότη της οικίας· λέγει σοι ο διδάσκαλος, που εστι το κατάλυμα όπου το πάσχα μετά των μαθητών μου φάγω;(:ο Κύριος τους απάντησε: “Κοιτάξτε, μόλις μπείτε στην πόλη, θα σας συναντήσει κάποιος άνθρωπος που θα κουβαλάει μια στάμνα με νερό. Ακολουθήστε τον στο σπίτι που θα μπει, και πείτε στον οικοδεσπότη του σπιτιού εκείνου: Ο Διδάσκαλος ρωτάει: “Που είναι η αίθουσα του φαγητού, όπου θα φάω με τους μαθητές μου το νέο Πάσχα της Καινής Διαθήκης;”)» [Λουκά 22,10-11].
Και κοίταξε πάλι την επίδειξη της δυνάμεως· διότι δεν είπε μόνο «τό Πάσχα ποιώ» αλλά προσθέτει και άλλο: «ο καιρός μου εγγύς εστι (:ο καιρός του Πάθους μου πλησιάζει)»[Ματθ. 26,18]. Και αυτό το έκανε, αφενός μεν για να υπενθυμίζει συνεχώς στους μαθητές το Πάθος, ώστε με τη συχνή επανάληψη να ασκηθούν και να συνηθίσουν σε αυτό που θα συμβεί· αφετέρου δε για να δείξει και σε εκείνους και σε αυτόν που τους υποδεχόταν και σε όλους τους Ιουδαίους, αυτό που πολλές φορές είπα, ότι δεν έρχεται στο Πάθος άθελά Του. Προσθέτει δε: «μετά των μαθητών μου», ώστε και η προετοιμασία να είναι αρκετή και να μη νομίσει ο οικοδεσπότης ότι πηγαίνει εκεί για να κρυφτεί.
«᾿Οψίας δε γενομένης ανέκειτο μετά των δώδεκα(: όταν λοιπόν βράδιασε, ο Ιησούς καθόταν στο τραπέζι με τους δώδεκα μαθητές)»[Ματθ.26,20]. Πωπω, αναίδεια του Ιούδα! Διότι και αυτός ήταν παρών εκεί και είχε έλθει για να λάβει μέρος και στα μυστήρια και στην τράπεζα, και κατά τη διάρκεια της τραπέζης ελέγχεται, οπότε και θηρίο εάν ήταν θα μπορούσε να γίνει ημερότερος. Γι΄αυτό και ο ευαγγελιστής τονίζει, ότι καθώς έτρωγαν μιλούσε ο Χριστός περί της προδοσίας, για να καταδείξει την πονηρία του προδότη και από την ώρα και από την τράπεζα. Διότι, αφού οι μαθητές έκαναν, όπως τους διέταξε ο Κύριος, «όταν βράδιασε ήταν στο τραπέζι με τους δώδεκα. «καί εσθιόντων αυτών(:και εκεί που έτρωγαν» λέει ο ευαγγελιστής «είπεν· αμήν λέγω υμίν ότι είς εξ υμών παραδώσει με(: τους είπε: Αληθινά σας διαβεβαιώνω ότι ένας από σας θα με παραδώσει στους εχθρούς μου με προδοσία)»[Ματθ.26,20-21].Πριν από το δείπνο μάλιστα ένιψε και τα πόδια του.
Κοίταξε πως φροντίζει τον προδότη· διότι δεν είπε «ο τάδε θα με προδώσει», αλλά «ένας από εσάς», ώστε και πάλι να του δώσει ευκαιρία μετανοίας με το ότι έμεινε άγνωστος. Και προτιμά να προκαλέσει φόβο σε όλους, για να γλυτώσει αυτόν. «Από σας τους δώδεκα», λέγει, «οι οποίοι είστε παντού μαζί μου, των οποίων τα πόδια ένιψα, στους οποίους τόσα πολλά έχω υποσχεθεί».
Λύπη μεγάλη, όπως ήταν φυσικό, κατέλαβε τότε την αγία εκείνη ομάδα. Και ο μεν Ιωάννης λέγει: «έβλεπον ούν εις αλλήλους οι μαθηταί, απορούμενοι περί τίνος λέγει (:μετά λοιπόν από την αποκάλυψη αυτή, που δεν την περίμενε κανείς, οι μαθητές έβλεπαν μεταξύ τους ο ένας τον άλλο και απορούσαν για ποιον το έλεγε αυτό ο Κύριος)» [Ιω.13,22] και ο καθένας από αυτούς ρωτούσε φοβισμένος για τον εαυτό του, αν και δεν αισθάνονταν κάτι τέτοιο για τον εαυτό τους. Ο Ματθαίος πάλι λέγει ότι «καί λυπούμενοι σφόδρα ήρξαντο λέγειν αυτώ έκαστος αυτών· μήτι εγώ ειμι, Κύριε; ο δε αποκριθείς είπεν· ο εμβάψας μετ᾿ εμού εν τώ τρυβλίω την χείρα, ούτός με παραδώσει(:και αυτοί λυπήθηκαν κατάκαρδα κι ένας – ένας άρχισαν να ρωτούν: Μήπως είμαι εγώ, Κύριε; Ο Κύριος τους αποκρίθηκε: Εκείνος που βούτηξε μαζί μου το χέρι στο ζωμό της πιατέλας, αυτός θα με παραδώσει να θανατωθώ)»[Ματθ.26,22-23].
Κοίταξε πότε τον φανέρωσε, όταν θέλησε να απαλλάξει από την ταραχή αυτήν τους άλλους. Διότι μπορούσαν και να πεθάνουν από την αγωνία· γι΄αυτό και επιτίθεντο με ερωτήσεις. Δεν το έκανε δε αυτό μόνο επειδή ήθελε να απαλλάξει εκείνους από την αγωνία, αλλά διότι ήθελε να διορθώσει και τον προδότη. Επειδή, αν και άκουσε πολλές φορές για τον προδότη ακαθόριστα, έμενε αδιόρθωτος, διότι ήταν ανάλγητος, θέλοντας να τον κεντήσει περισσότερο, αφαιρεί το προσωπείο του. Επειδή με λύπη άρχισαν να ρωτούν «μήπως είμαι εγώ, Κύριε;», τους αποκρίθηκε: «εκείνος που βούτηξε μαζί μου το χέρι στο τρυβλίο»[το τρυβλίο ήταν είδος κούπας], «αυτός θα με παραδώσει». «Ο μέν υιός του ανθρώπου υπάγει καθώς γέγραπται περί αυτού· ουαί δε τώ ανθρώπω εκείνω δι᾿ ού ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται· καλόν ην αυτώ ει ουκ εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος (:και ο υιός του ανθρώπου φεύγει βεβαίως απ’ αυτή τη ζωή σύμφωνα με τις προφητείες που έχουν γραφεί γι’ αυτόν˙ αλίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο που γίνεται όργανο για να παραδοθεί ο υιός του ανθρώπου. Θα ήταν καλύτερα για τον άνθρωπο αυτόν να μην είχε γεννηθεί)».Μερικοί μεν λοιπόν λένε ότι τόσο θρασύς ήταν, ώστε δεν σεβόταν τον Δεσπότη και βούτηξε μαζί Του στο ποτήρι. Εγώ όμως νομίζω ότι και αυτό το έκανε ο Χριστός, για να τον μεταστρέψει και να τον φέρει σε συναίσθηση της θέσεώς του· διότι έχει οπωσδήποτε και αυτό επιπλέον.
Αυτά μάλιστα δεν πρέπει να τα αντιπαρερχόμαστε επιπόλαια, αλλά να τα βάλουμε καλά στο μυαλό μας και να μη μας καταλάβει ποτέ θυμός. Διότι ποιος, ενθυμούμενος το δείπνο εκείνο και τον προδότη ξαπλωμένο μαζί με τον Σωτήρα των όλων, και εκείνον που πρόκειται να προδοθεί να ομιλεί με τόση πραότητα, δεν θα θυμώσει και δεν θα οργιστεί;
Κοίταξε λοιπόν με πόση πραότητα του προσφέρεται· «ο μεν Υιός του ανθρώπου πηγαίνει όπως είναι γραμμένο γι’ Αυτόν». Αυτά λοιπόν τα έλεγε για να ξανακερδίσει πάλι τους μαθητές Του, για να μη νομίσουν ότι το πάθος οφείλεται σε αδυναμία, και για να διορθώσει τον προδότη.
«Ουαί δε τώ ανθρώπω εκείνω δι᾿ ού ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται· καλόν ην αυτώ ει ουκ εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος(:αλίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο που γίνεται όργανο για να παραδοθεί ο υιός του ανθρώπου. Θα ήταν καλύτερα για τον άνθρωπο αυτόν να μην είχε γεννηθεί)»[Ματθ.26,24]. Βλέπε και στους ελέγχους την απερίγραπτη πραότητα· διότι ούτε εδώ δεν ομιλεί ορμητικά, αλλά μάλλον με συμπάθεια και πάλι συγκεκαλυμμένα· αν και όχι μόνο η προηγούμενη αναισθησία του, αλλά και η εν συνεχεία αναίδειά του, ήταν άξια μεγάλης αγανακτήσεως. Διότι μετά από αυτόν τον έλεγχο ρωτά: «Μήτι εγώ ειμι, ραββί;(:μήπως είμαι εγώ, διδάσκαλε;)»[Ματθ.26,25]. Πόση αναισθησία! Ρωτά, ενώ γνωρίζει ότι σε αυτόν αναφέρονται αυτά. Και ο ευαγγελιστής το αναφέρει αυτό, επειδή απορεί για το θράσος του.
Τι λέει όμως ο πραότερος και ημερότατος Ιησούς; «Σύ είπας(:εσύ το είπες ότι είσαι)». Αν και μπορούσε να πει: «Κατεργάρη και αχρείε, βδελυρέ και βέβηλε· αφού τόσο καιρό κυοφορείς το κακό και πήγες στους αρχιερείς και έκανες σατανικά συμβόλαια και συμφώνησες να λάβεις αργύριο και από εμένα έχεις ελεγχθεί και τολμάς ακόμη να ρωτάς;». Τίποτε όμως από αυτά δεν είπε· αλλά πως του απάντησε; «Σύ είπας(: εσύ το είπες ότι είσαι)», ορίζοντας σε μας τα όρια και τους κανόνες της ανεξικακίας.
Θα ρωτήσει όμως κάποιος: «Εφόσον ήταν γραμμένο να τα πάθει αυτά ο Χριστός, γιατί κατηγορείται ο Ιούδας;». Διότι έκανε αυτά που ήσαν γραμμένα. Δεν τα έκανε όμως με τη σκέψη αυτή, αλλά από πονηρία. Εάν πάλι δεν λαμβάνεις υπόψη τον σκοπό, τότε θα απαλλάξεις και τον διάβολο από τα εγκλήματα. Δεν είναι όμως δυνατά αυτά, δεν είναι. Διότι και αυτός και εκείνος είναι άξιοι απείρων τιμωριών, αν και σώθηκε η οικουμένη. Διότι δεν μας έφερε τη σωτηρία η προδοσία του Ιούδα, αλλά η σοφία του Χριστού και η άπειρη ικανότητά Του να χρησιμοποιεί τις πονηρίες των άλλων προς το δικό τους συμφέρον.
«Τι λοιπόν;», λέγει ίσως κάποιος· «εάν δεν πρόδιδε ο Ιούδας, δεν θα πρόδιδε άλλος; Ποια σχέση έχει αυτό προς το θέμα μας; Διότι έτσι, εφόσον έπρεπε να σταυρωθεί ο Χριστός, λέγει, έπρεπε να σταυρωθεί από κάποιον· εφόσον δε έπρεπε με κάποιον, οπωσδήποτε αυτός θα ήταν άνθρωπος. Και εάν όλοι ήσαν ενάρετοι, θα ματαιωνόταν το σχέδιο θείας οικονομίας για τη σωτηρία μας». Μη γένοιτο! Διότι ο ίδιος ο πάνσοφος Θεός γνώριζε πως θα ενεργούσε για τη σωτηρία μας και αν ακόμη συνέβαινε αυτό· διότι η σοφία Του είναι άπειρη και ακατάληπτη. Άλλωστε γι΄αυτό, για να μην νομίσει κανείς ότι ο Ιούδας έγινε υπηρέτης της θείας οικονομίας, τον οικτίρει.
Αλλά θα ρωτήσει πάλι κάποιος :«εάν ήταν καλό να μη γεννηθεί αυτός, γιατί τον άφησε να έλθει στον κόσμο και αυτόν και όλους τους πονηρούς;». Πρέπει να κατηγορήσεις τους πονηρούς, οι οποίοι, ενώ ήσαν ελεύθεροι να μη γίνουν τέτοιοι, έγιναν πονηροί, εσύ όμως άφησες αυτό και λεπτολογείς και περιεργάζεσαι τα έργα του Θεού· αν και γνωρίζεις, ότι δεν γίνεται αναγκαστικά κανείς πονηρός.
«Θα έπρεπε», λέγει στη συνέχεια ίσως, «να γίνουν μόνο οι αγαθοί και να μην υπάρχει ανάγκη γεένης, ούτε κολάσεως και τιμωρίας, ούτε ίχνος κακίας να υπάρχει· οι δε πονηροί, η να μη γίνουν, η όταν γίνουν αμέσως να απέλθουν». Κατά πρώτον αξίζει να σου αναφέρω το αποστολικό ρητό: «Μενούνγε, ώ άνθρωπε, σύ τις εί ο ανταποκρινόμενος τώ Θεώ; μη ερεί το πλάσμα τώ πλάσαντι, τι με εποίησας ούτως;(: βέβαια κανείς δεν μπόρεσε ποτέ να αντισταθεί στο θέλημά Του. Αλλά ποιος είσαι εσύ, ανόητε άνθρωπε, που αντιμιλάς στον Θεό; Μήπως μπορεί το πήλινο αγγείο να πει σε εκείνον που το έπλασε, γιατί με έκανες γι’ αυτήν η για την άλλη χρήση;)» [Ρωμ.9,20]. Εάν δε θέλεις και δικαιολογία, θα μπορούσαμε να σου πούμε αυτό· ότι οι ενάρετοι εκτιμώνται περισσότερο όταν βρίσκονται μεταξύ των πονηρών· άλλωστε και η ανεξικακία και η μεγάλη καρτερικότητά τους τότε αναδεικνύονται καλύτερα. Ενώ εσύ, λέγοντας αυτά, καταργείς τον σκοπό των κατορθωμάτων και των αγώνων.
«Τι λοιπόν; Τιμωρούνται άλλοι», λέγει, «για να αποδειχτούν αυτοί καλοί;». Όχι βέβαια· αλλά τιμωρούνται εξαιτίας της πονηρίας τους. Διότι δεν έγιναν πονηροί επειδή παρασύρθηκαν, αλλά εξαιτίας της ραθυμίας τους· για τον λόγο αυτόν τιμωρούνται. Γιατί πως δεν θα ήσαν άξιοι τιμωρίας, αυτοί οι οποίοι ενώ είχαν τόσους διδασκάλους αρετής, δεν κέρδισαν τίποτε από αυτούς; Όπως ακριβώς οι καλοί και αγαθοί είναι άξιοι διπλής τιμής, επειδή και αγαθοί έγιναν και δεν επηρεάστηκαν καθόλου από τους κακούς, έτσι και οι φαύλοι είναι άξιοι διπλής τιμωρίας, και διότι έγιναν κακοί, ενώ μπορούσαν να γίνουν καλοί (αυτό το αποδεικνύουν εκείνοι που έγιναν), και διότι δεν κέρδισαν τίποτε από τους αγαθούς.
Αλλά ας δούμε τι λέει αυτός ο άθλιος, όταν υποβάλλεται σε αυστηρό έλεγχο από τον Διδάσκαλο. Τι λέγει λοιπόν; «Μήπως είμαι εγώ, Ραββί;». Και γιατί δεν το ρώτησαν αυτό από την αρχή; Νόμισε ότι θα διαφύγει με τη φράση «ένας από σας»· όταν όμως τον φανέρωσε, τόλμησε πάλι να ρωτήσει, βασιζόμενος στην καλοσύνη του Διδασκάλου με την ελπίδα ότι δεν θα τον ελέγξει. Γι΄αυτό ακριβώς και τον αποκάλεσε «Ραββί».
Πόση τύφλωση! Που τον οδήγησε; Διότι τέτοια είναι η φιλαργυρία· τους κάνει μωρούς και ανόητους, θρασείς και σκύλους αντί ανθρώπων. Η μάλλον και χειρότερους από σκύλους, και δαίμονες από σκύλους. Διότι αυτός, τον μεν διάβολο τον επεδοκίμαζε και όταν ακόμη μηχανορραφούσε, τον Ιησού όμως, που ευεργετούσε, Τον πρόδωσε, γενόμενος διάβολος ήδη και αυτός κατ’ ελευθέραν εκλογή. Διότι τέτοιους κάνει η ακόρεστη επιθυμία των χρημάτων, παράφρονες, παράλυτους, όλους μόνο στο να λαμβάνουν, όπως έγινε και ο Ιούδας.
Γιατί όμως ο μεν Ματθαίος και οι άλλοι ευαγγελιστές λέγουν ότι όταν αποφάσισε την προδοσία, τότε τον κυρίευσε ο διάβολος· ενώ ο Ιωάννης λέγει ότι: «μετά το ψωμί εισήλθε μέσα του ο σατανάς»; Το γνώριζε και αυτός. Διότι πιο επάνω λέγει: «καί δείπνου γενομένου, του διαβόλου ήδη βεβληκότος εις την καρδίαν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτου ίνα αυτόν παραδώ(:και ενώ βρισκόταν μαζί με τους μαθητές Του σε κάποιο δείπνο που μόλις είχε ετοιμαστεί, κι ο διάβολος είχε ήδη βάλει μέσα στην καρδιά του Ιούδα του Ισκαριώτη, που ήταν γιος του Σίμωνα, την πονηρή σκέψη και διάθεση να Τον παραδώσει στους σταυρωτές Του)» [Ιω.13,2].Πως λοιπόν λέγει: «καί μετά το ψωμίον τότε εισήλθεν εις εκείνον ο σατανάς(:και μόλις ο Ιησούς έδωσε το κομμάτι του ψωμιού στον Ιούδα, επειδή αυτός παρέμεινε σκληρός και ασυγκίνητος μπροστά στην εύνοια και την τιμή αυτή του Κυρίου, ο Θεός τον εγκατέλειψε ολοκληρωτικά. Κι έτσι μπήκε μέσα του ο σατανάς και τον κυρίευσε)»; [Ιω.13,27]. Διότι δεν εισέρχεται μονομιάς, ούτε με το πρώτο, αλλά αφού προηγουμένως επιχειρήσει πολλές απόπειρες· όπως ακριβώς έγινε και εδώ. Διότι αφού τον δοκίμασε αρχικά με κουδούνισμα και τον προσέβαλε με ηρεμία, όταν είδε ότι είναι έτοιμος να δεχτεί, εισέβαλε μέσα του ολόκληρος και τον κυρίευσε εντελώς.
Πως λοιπόν, εάν έτρωγαν το πασχάλιο δείπνο, έτρωγαν παράνομα; Διότι δεν έπρεπε να φάγουν εξαπλωμένοι. Τι μπορούμε λοιπόν να πούμε; Ότι μετά το δείπνο ήσαν εξαπλωμένοι φιλοξενούμενοι. Άλλος μάλιστα ευαγγελιστής λέγει, ότι κατά την εσπέρα εκείνη δεν έφαγαν μόνο το πασχάλιο δείπνο, αλλά και είπε ο Ιησούς: «επιθυμία επεθύμησα τούτο το πάσχα φαγείν μεθ᾿ υμών πρό του με παθείν(:αυτό το τελευταίο πασχάλιο δείπνο της επίγειας ζωής μου επιθύμησα πάρα πολύ να το φάω μαζί σας, προτού να σταυρωθώ. Το δείπνο αυτό είναι συνδεδεμένο με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας και γι’ αυτό είναι Πάσχα της Καινής Διαθήκης)» [Λουκά 22,15], δηλαδή κατά τον χρόνο αυτόν. Γιατί τέλος πάντων; Διότι τότε επρόκειτο να συντελεστεί η σωτηρία της οικουμένης και να παραδοθούν τα μυστήρια και να καταλυθεί η λύπη του θανάτου με τον θάνατο· έτσι η σταύρωση ήταν εν γνώσει του. Αλλά τίποτε δεν μάλαξε το ανήμερο θηρίο, ούτε το έκαμψε, ούτε το ντρόπιασε.
Τον ταλάνισε όταν είπε: «Αλίμονο στον άνθρωπο εκείνον». Τον φόβισε επίσης όταν είπε: «ήταν καλύτερα γι’αυτόν να μην είχε γεννηθεί». Τον ντρόπιασε όταν είπε: «Εκείνος στον οποίο θα δώσω το ψωμί αφού το βουτήξω». Και τίποτε από αυτά δεν τον συγκράτησε, αλλά σαν να είχε κυριευτεί από κάποια μανία της φιλαργυρίας, η μάλλον από χειρότερο νόσημα· διότι αυτή η μανία είναι χειρότερη. Διότι τι παρόμοιο θα μπορούσε να κάνει ο μαινόμενος; Διότι αυτός δεν έβγαλε από το στόμα του αφρό, αλλά έβγαλε φόνο δεσποτικό· δεν στραγγάλιζε τα χέρια, αλλά τα άπλωνε για να πουλήσει τίμιο αίμα; Γι΄αυτό είναι μεγαλύτερη η μανία του, διότι μαινόταν ενώ ήταν υγιής.
Αλλά ίσως ισχυριστεί κάποιος ότι δεν ομιλεί ασυνάρτητα. Και τι είναι πιο ασυνάρτητο από τα λόγια αυτά; «Τί θέλετέ μοι δούναι, και εγώ υμίν παραδώσω αυτόν;(: τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας τον παραδώσω;)»[Ματθ.26,15]. «Παραδώσω»· διότι ο διάβολος ομίλησε με το στόμα εκείνου. Γιατί δεν χτύπησε στη γη τα πόδια του σπαράζοντας; Πόσο προτιμότερο θα ήταν να σπαράζει έτσι, παρά να στέκεται όρθιος τοιουτοτρόπως; Γιατί δεν χτυπούσε τον εαυτό του στους λίθους; Πόσο καλύτερο θα ήταν από του να κάνει αυτά που έκανε;
Θέλετε να φέρουμε ενώπιόν μας τους δαιμονιζόμενους και τους φιλάργυρους και να κάνουμε σύγκριση των δύο; Ας μην το θεωρήσει όμως κανείς προσωπική του προσβολή. Διότι δεν προσβάλλουμε τη φύση, αλλά κατηγορούμε το γεγονός. Ο δαιμονιζόμενος δεν φορούσε ενδύματα, χτυπούσε τον εαυτό του στους λίθους και έφευγε τρέχοντας στους άβατους και ανώμαλους δρόμους[Λουκά 8,27: «εξελθόντι δε αυτώ επί την γην υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ός είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ᾿ εν τοις μνήμασιν(:και όταν βγήκε στη στεριά, τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»], κυριευμένος καθ’ολοκληρίαν από τον δαίμονα. Δεν νομίζεις ότι όλα αυτά είναι φρικτά; Τι θα πεις λοιπόν εάν αποδείξω ότι οι φιλάργυροι κάνουν χειρότερα από αυτά στην ψυχή τους, και μάλιστα τόσο χειρότερα, ώστε αυτά να φαίνονται παιχνίδια συγκρινόμενα προς εκείνα; Άραγε θα απομακρυνθείτε από τη νόσο;
Ας δούμε λοιπόν, εάν βρίσκονται σε ανεκτότερη κάπως κατάσταση από εκείνους. Καθόλου· αντιθέτως σε χειρότερη· διότι είναι πιο αισχροί από μύριους γυμνούς. Διότι είναι κατά πολύ καλύτερο να είσαι γυμνός από ενδύματα, παρά να περιφέρεσαι ενδεδυμένος όσα απέκτησες με την πλεονεξία, όπως εκείνοι που καταλαμβάνονται από βακχική μανία προς τιμή του Διονύσου. Διότι, όπως εκείνοι φορούν προσωπεία και ενδύματα μαινόμενων, έτσι και αυτοί. Και όπως τη γυμνότητα των δαιμονιζομένων την κάνει η μανία, έτσι και την ενδυμασία αυτήν την κάνει η μανία. Και είναι η ενδυμασία αυτή πιο ελεεινή από τη γυμνότητα.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΠΑ΄,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 157-175
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm