Η Μεγάλη Τετάρτη είναι για την Εκκλησία αφορμή να θυμηθούμε την αμαρτωλή γυναίκα, η οποία αλείφει τα πόδια του Χριστού με μύρο και δάκρυα, τα σκουπίζει με τα μαλλιά της και λαμβάνει από το Θεό την συγχώρεση για τις αμαρτίες της. Στον Όρθρο της ημέρας ψάλουμε το τροπάριο της Κασσιανής, μεγάλης υμνογράφου του 9ου αιώνα μ. Χ., το οποίο αναφέρεται στην “εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσαν γυνήν”, αλλά και μια σειρά άλλων ποιητικότατων ύμνων που μαρτυρούν το γεγονός της αγάπης προς τον Χριστό, η οποία ελευθερώνει γνήσια τον άνθρωπο.
Σ’ ένα από τα τροπάρια των Αποστίχων του Όρθρου διαβάζουμε μία φράση που πολλά έχει να πει: “Η απεγνωσμένη δια τον βίον και επεγνωσμένη δια τον τρόπον το μύρο βαστάζουσα προσήλθε σοι”. Ο βίος είναι αμαρτωλός. Ερωτοτροπούμε και βιώνουμε την αμαρτία σε κάθε στιγμή της ζωής μας, είτε πράττοντας το θέλημά μας και στηριζόμενοι στον εγωισμό μας είτε παραδίδοντας τον εαυτό μας στις αμαρτίες και τις ηδονές είτε απορρίπτοντας την παρουσία του Χριστού από τη ζωή μας. Κι όχι μόνο αυτό. Τις περισσότερες φορές δεν συνειδητοποιούμε το πόσο μας αγαπά ο Χριστός, με αποτέλεσμα να περιφρονούμε την παρουσία Του ολοκληρωτικά, να αρνούμαστε καν να ακούσουμε το μήνυμά Του.
Η αμαρτωλή γυναίκα ήταν απεγνωσμένη, δηλαδή απελπισμένη για τη ζωή της. Όμως ήταν επεγνωσμένη για τον τρόπο, ήξερε πλέον καλά ποιος είναι ο δρόμος για τη σωτηρία. Η αγάπη προς τον Ιησού της έδειχνε την πορεία της αληθινής ελευθερίας. Γιατί η αγάπη μας κάνει ταπεινούς. Η αγάπη μας κάνει να κατανοούμε πως χρειάζεται η λύπη για ό,τι μας χωρίζει από τον Χριστό και η μετάνοια που μας ξαναφέρνει κοντά Του. Η αγάπη μας βοηθά να δούμε ότι δεν μπορούμε να είμαστε αυτάρκεις, αλλά ότι χρειαζόμαστε τον Χριστό. Η αγάπη είναι αυτή που μας κάνει να τολμούμε. Να συγχωρούμε για να συγχωρεθούμε. Να πηγάζει το δάκρυ της ευαισθησίας από την καρδιά μας για όλους, αλλά και για τον εαυτό μας. Να προσπίπτουμε στα πόδια του Λυτρωτή, αναζητώντας μια καινούρια αρχή.
Η εποχή μας έχει ως σημείο αναφοράς την εξουσία και τη δύναμη. Αυτός που αγαπά δεν σημαίνει και πολλά πράγματα. Ακόμα και η αγάπη εγκλωβίζεται στη λογική της αυτάρκειας και της απόλαυσης και γίνεται εγωισμός για δύο ή για πολλούς. Η Εκκλησία μας προτείνει την αγάπη που ελευθερώνει. Την αγάπη του Σταυρού και της Ανάστασης, γιατί ο Χριστός είναι η Αγάπη. Αλλά και όσοι Τον ακολούθησαν, με την αμαρτωλή γυναίκα στο επίκεντρο της ημέρας αυτής, την αγάπη βίωσαν και γεύτηκαν τη χαρά της αληθινής ελευθερίας.
Δεν απελευθερώνουν τον άνθρωπο οι γνώσεις, οι ηδονές, η δύναμη της τεχνολογίας, του χρήματος, η θαλπωρή του σώματος. Ούτε αποτελούν η φιλανθρωπία και η κοινωνική αλληλεγγύη λυτρωτικές δυνάμεις. Συμβάλλουν, αλλά δεν αντιμετωπίζουν αυτή την βαθύτατη υπαρξιακή ανάγκη του καθενός. Μονάχα η γνήσια κοινωνία με τον Χριστό οδηγεί στην επίγνωση του τρόπου της ελευθερίας. Αρκεί ένα δάκρυ, η σιωπή της μετάνοιας, η συγγνώμη, η προσφορά. Και τελικά, η δική Του παρουσία στη ζωή μας…