ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
του Αρχιμανδρίτη π. Ιωήλ Κωνστάνταρου, Ιεροκήρυκος Ιεράς Μητροπόλεως Δρ. Πωγωνιανής & Κονίτσης
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να διαφωνεί με την αλήθεια ότι η ζωή κρύβει περιπέτειες και δυσκολίες μεγάλες.
Υπάρχουν όμως ορισμένες περιπτώσεις που ο άνθρωπος (επιστήμη, νόμος, πολιτεία…), δεν μπορεί να προσφέρει απολύτως τίποτε για να μην υποστηρίξουμε ότι με την παρέμβασή του, υφίσταται κίνδυνος τα πράγματα να καταλήξουν στο χειρότερο.
Μία τέτοια τραγική όντως περίπτωση, μας περιγράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος στην περικοπή της Κυριακής.
Ο δύστυχος πατέρας “γονυπετών” παρακαλεί τον Ιησού να του θεραπεύσει το παιδί, το οποίο “σεληνιάζεται και κακώς πάσχει, πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ”.
Και φυσικά, αφού ο Κύριος έλεγξε την απιστία των ανθρώπων, επετίμησε το φοβερό δαιμόνιο και “εθεραπεύθη ο παίς από της ώρας εκείνης”.
Επιτελέστηκε λοιπόν ένα θαύμα που συγκλόνισε τους παρισταμένους και που απέδειξε την παντοδυναμία και την κυριότητα του Χριστού!
Είναι δε πολύ χαρακτηριστικό, ότι στην συνέχεια, και μέσα στην ομάδα των μαθητών, ο Κύριος επεξηγεί τόσο την αιτία που οι μαθητές δεν κατόρθωσαν να εκβάλλουν το δαιμόνιο (διά την απιστίαν υμών), όσο και τον τρόπο με τον…οποίον “εκπορεύεται το γένος αυτό των δαιμόνων”. Και η νίκη εναντίον του κακού, δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στην Πίστη, σε συνδυασμό με την νηστεία και την προσευχή.
Ένα σημείο που συγκινεί στην Ευαγγελική Περικοπή είναι και η ταπείνωση του ίδιου του πατέρα μπροστά στον Ιησού.
Φυσικά, ο άνθρωπος, όπως ομολογεί ο ίδιος, είχε απευθυνθεί πρώτα στους μαθητές. Όμως, ούτε εκεί μπόρεσε να βρεί αυτό που ποθούσε. Και οπωσδήποτε, πριν φθάσει στους μαθητές, θα είχε επισκεφθεί και οποιονδήποτε στην ευρύτερη περιοχή που υπήρχε ελπίδα να θεραπεύσει το παιδί του.
Ας προσπαθήσουμε έστω και για λίγο να φανταστούμε και να ζήσουμε τον πόνο του πατέρα, και γενικώς τα βάσανα των γονεών σε παρόμοιες περιπτώσεις. “Θέε μου”, έλεγε μία πονεμένη ψυχή, “απάλλαξε το σπλάχνο μου από τον πόνο, και ρίξε σ’ εμένα την αρρώστια του”!
Και οπωσδήποτε, σε τέτοιες καταστάσεις ο γονέας υποφέρει πολύ περισσότερο από το παιδί του. Είναι δε τόσες οι αιτίες. Ασθένειες σωματικές, αδυναμίες ψυχικές, καταστάσεις επώδυνες που πραγματικά σύρουν ολόκληρη την οικογένεια. Όταν μάλιστα συνυπάρχει με το σταυρό της ασθένειας και αυτός της οικονομικής δυσχέρειας, τότε χρειάζονται τεράστια αποθέματα υπομονής.
Υπομονής που καρποφορεί στο οργωμένο από την αγρυπνία (του πόνου) χωράφι της πίστεως και ανθοφορεί από την νηστεία και την προσευχή.
Συγκινεί πάντως το γεγονός ότι ο πατέρας της περικοπής, έκανε την κίνηση που έπρεπε. Απευθύνθηκε στον μόνο Ιατρό, στον Θεάνθρωπο, ο οποίος μπορεί να δώσει τις λύσεις σε όλα τα προβλήματα και τη θεραπεία σε όλες τις παθήσεις. Είναι αυτός που και μόνο στην Παρουσία Του, τα δαιμόνια “σπαράσσουν” και εξερχόμενα ομολογούν ότι “αυτός είναι ο Υιός του Θεού”!
Αλλά, προβάλλει τώρα μπροστά μας και ένα άλλο καταλυτικό ερώτημα.
Σήμερα, υφίστανται τέτοιες καταστάσεις; Υπάρχουν νέοι οι οποίοι “κακώς σεληνιάζονται”;
Θα βρισκόμασταν εκτός πραγματικότητας, εάν υποστηρίζαμε το αντίθετο. Μάλλον τονίζουμε ότι εάν στους περασμένους καιρούς υπήρχαν σπάνιες περιπτώσεις νέων που βασανίζονταν, κατά τον τρόπο που περιγράφει το Ευαγγέλιο, σήμερα τα πράγματα έχουν φθάσει να είναι σε πολύ χειρότερη μορφή.
Γιατί, ναί μεν, σε κάθε εποχή και τόπο υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν κρούσματα “σεληνιασμού”, αλλά η εποχή μας κατέχει το “προσόν” οι νέοι να χάνουν τον ηθικό τους προσανατολισμό και την πνευματική τους ισορροπία “πέφτοντας εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ” των παθών και των ποικίλων διαστροφών.
Υπάρχει χειρότερο πυρ από την δαιμονική φωτιά των σαρκικών παθών που η εποχή μας και η κοινωνία μας, όχι απλώς αναζωπυρώνουν, αλλά και επιμένουν μάλιστα να τα παρουσιάσουν ως φυσιολογικό τρόπο ζωής; Και υπάρχει χειρότερο ύδωρ από το μολυσμένο νερό της αθείας, της απιστίας και των καταστροφικών αιρέσεων και της παραθρησκείας;
Από την άποψη λοιπόν αυτή, σήμερα, πολλές νέες και όχι μόνο, ψυχές, σπαράσσουν και βασανίζονται σε πολύ χειρότερη μορφή από το δαιμονισμένο νέο της Ευαγγελικής περικοπής.
Και ναί μεν, ο ταλαίπωρος αυτός νέος, είχε τον πατέρα του, που τελικώς τον οδηγεί εκεί που έπρεπε για να θεραπευτεί.
Τα δικά μας παιδιά όμως σήμερα, μέσα στην παραζάλη του δικού τους παραλογισμού, ποιους έχουν άραγε ώστε να τα οδηγήσουν στην θεραπεία;
Την πολιτεία; Μα, για ποια πολιτεία, φίλοι μου κάνουμε λόγο, όταν οι ίδιες οι κυβερνήσεις και τα ίδια τα καθ’ ύλην αρμόδια υπουργεία (παιδείας ;;; ), ως Μήδεια στραγγαλίζουν τα παιδιά μας; Και ποιο πνεύμα αθλητισμού, φερ’ ειπείν, μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι ελευθερώνει και αναδεικνύει την προσωπικότητα, όταν αποκλείονται εκ των ολυμπιακών αγώνων ταλαντούχες προσωπικότητες , για δήθεν “ρατσιστικά” ανέκδοτα; (ενώ από την άλλη, δεν “κουνιέται φύλλο” για τα ποντιακά ανέκδοτα από τους ευαίσθητους αυτούς αντιρατσιστές;).
Μήπως πάλι υφίσταται η οικογένεια που θα οδηγήσει τους νέους σε δρόμους ορθούς κι ευλογημένους; Κάποτε σ’ έναν τόπο που ανθούσε η Ρωμιοσύνη, μπορούσες να θαυμάσεις και να δείς τι εστί Ελληνοχριστιανική οικογένεια, δηλ. Κατ’ οίκον εκκλησία”.
Μήπως πάλι είναι δυνατόν ορισμένοι γονείς ν’ απευθυνθούν σε πρόσωπα και σε χώρους που κανονικά θα ‘πρεπε να “εκδιώκονται τα δαιμόνια” και να επέρχεται η θεραπεία; Αλλ’ ας κλείσουμε αμέσως την παρένθεση αυτή, διότι κινδυνεύουμε για κάποιες περιπτώσεις να ακούσουμε και πάλι τον ελεγκτικό λόγο του Ιησού… “ου δύνασθε θεραπεύσαι, διά την απιστίαν υμών”…
Επομένως, τι γίνεται; Ποιος θ΄αναλάβει να παίξει τον ρόλο του τραγικού πατέρα και ποιος στη συνέχεια θα εκβάλλει τα δαιμόνια; Ποιος θα πονέσει; Ποιος θα θρηνήσει την κατάσταση της κοινωνίας μας και μάλιστα των νέων; Υπάρχει κανείς που “γονυπετών” και εκ βαθέων θα κράξει: “Κύριε, σώσον ημάς. Κύριε, σώσον τον τρυφερό ανθό του Έθνους μας, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει”;
Ναί, φίλοι μου. Ας μην απελπιζόμαστε. Ας μην πέφτουμε στην χειρότερη παγίδα του διαβόλου που είναι η απογοήτευση. Θα ζούμε μεν με ρεαλισμό και θα βλέπουμε τα πρόσωπα και τις κατατάσεις στη σωστή τους διάσταση, ταυτοχρόνως όμως ως πιστοί και μάλιστα Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, μέσα στις καρδιές μας θα ψάλλουμε ακαταπαύστως τη συμφωνία της ελπίδας.
Ουδέποτε έπαυσαν να υπάρχουν οι αυθεντικές, οι καθοδηγητικές μορφές, οι πατέρες που νυχθημερόν δέονται στον Ιησού υπέρ των τέκνων τους. Ουδέποτε η αγάπη του Θεού θα μας αφήσει ορφανούς, παρά τα βάσανα και τις αστοχίες μας.
Και ας μη λησμονούμε ποτέ, ότι τον τελευταίο λόγο δεν τον έχει η αδυναμία και η απιστία, αλλ’ Αυτός ο ίδιος ο Ιησούς, ο μεγάλος Ιατρός και Σωτήρας μας ο οποίος σε κάθε ψυχή και μάλιστα νεανική και πονεμένη τονίζει:
Τι πλεόν θέλεις;”