Ηδονές: Σκέψου, αγαπητέ μου, ότι όπως είναι συναρμολογημένος απ’ όλα τα κτίσματα αυτός ό αισθητός απέραντος κόσμος, έτσι ακόμη είναι καμωμένος ένας άλλος κόσμος νοητός που αποτελείται από αμαρτωλούς, του οποίου τα στοιχεία είναι οι τρεις διεστραμμένοι έρωτες, που αναφέρει ό Θεολόγος Ιωάννης• δηλαδή
α) ό έρωτας των ηδονών,
β) ό έρωτας του πλούτου καί
γ) ό έρωτας της δόξας
«Πάν το εν τω κόσμω, η επιθυμία της σαρκός καί η επιθυμία των οφθαλμών καί η αλαζονεία του βίου» (Α ́ Ιω. 2, 16).
Αυτός ό πονηρός κόσμος που αντίκειται στο σκοπό του καί εξουσιάζεται από τον εωσφόρο (ό οποίος γι’αυτό καί ονομάζεται κοσμοκράτορας) είναι ό μεγάλος εχθρός , τον οποίο ο Σαρκωθείς Λόγος του Θεού και Πατρός , γεννήθηκε στη γη για να πολεμήσει πρώτα με το παράδειγμά Του το σιωπηλό και μετά, στον κατάλληλο καιρό, με τον λόγο καί τη διδασκαλία…
1. Με τη φτώχεια γιατρεύει τον έρωτα του πλούτου
Συλλογίσου λοιπόν πώς πρώτα πολεμάει με την φτώχεια Του τον άτακτο έρωτα του πλούτου. Ό κοσμικός άνθρωπος νομίζει πως κάθε καλό το βρίσκει στα πρόσκαιρα αγαθά γι’ αυτό για να τα αποτυπώσει ή για να μην τα χάσει ξοδεύει σχεδόν όλο τον καιρό, που του έδωσε όμως ό Θεός για να κερδίσει τα αιώνια αγαθά.
Και ιδού που ό προαιώνιος Λόγος καί Υιός του Θεού και Πατρός κατεβαίνει από τον ουρανό για να μας λυτρώσει απ’αυτή την πλάνη καί να ξεριζώσει από τις καρδιές μας την καταραμένη ρίζα όλων των κακών, την φιλαργυρία, όπως την χαρακτηρίζει ό Απόστολος Παύλος «Ρίζα γαρ πάντων των κακών εστίν η φιλαργυρία» (Α’ Τιμ. 6,10). Πρόσεξε όμως σε τι είδους ταλαιπωρία κατάντησε από αγάπη για μας Εκείνος που διαμοιράζει τα πλούτη καί τους θησαυρούς στην παρούσα καί στη μέλλουσα ζωή «εμόν το αργύριον και εμόν το χρυσίον, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Αγγ. 2,8). Στοχάσου,
πού είναι το παλάτι που γεννήθηκε;
Πού είναι οί προετοιμασίες;
Πού οί μαίες;
Πού το βασιλικό στρώμα;
Πού τα βρεφικά λουσίματα;
Πού είναι η ακολουθία των δούλων;
Πού η θαλπωρή καί η ανάπαυση;
Πού είναι η συμπαράσταση των συγγενών καί φίλων;
Έλα μέσα καί δες το φτωχότατο σπήλαιο όπου γεννήθηκε καί την ευτελέστατη φάτνη όπου «ανεκλίθη». Σίγουρα όχι μόνο δεν θα βρεις κανένα περιττό, αλλά αντίθετα θα διαπιστώσεις μεγάλη έλλειψη απ’όλα τα αναγκαία• γιατί ό γλυκύτατός μου Ιησούς γεννιέται σε τόπο σχεδόν ξέσκεπο, τα μεσάνυχτα στην καρδιά του χειμώνα, μόνος με μόνη την μητέρα Του καί τον θεωρούμενο πατέρα Του, χωρίς σκεπάσματα, χωρίς ζεστά φαγητά που συνηθίζονται στις γεννήσεις και των πιο φτωχών παιδιών, χωρίς τις ελάχιστες εκείνες ανέσεις του φτωχικού σπιτιού που είχε στη Ναζαρέτ.
Καί το πιο σημαντικό είναι ότι, εκτός από αυτή τη φτώχεια που προτίμησε ό Ιησούς εκουσίως, θέλησε ακόμη καί άλλη περισσότερη πτώχεια σχεδόν βίαιη καί αφύσικη: Παραγγέλλει εκεί στο σπήλαιο να μη του γίνει καμιά υποδοχή καί φιλοξενία από κανέναν άνθρωπο• ήθελε να διαφέρει από τους συμπατριώτες του που ανέβηκαν στην Βηθλεέμ για απογραφή• όλοι αυτοί είχαν πολλές προμήθειες μαζί τους καί ξεκουράζονταν φιλοξενούμενοι μέσα στα σπίτια καί στα πανδοχεία• «ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι» (Λουκ. 2, 7).
Αλλά επειδή ό κόσμος, όχι μόνο βδελύσσεται την φτώχεια καί την θεωρεί μεγάλη ντροπή, αλλά παρακινεί ακόμη τους φτωχούς να υποκρίνονται καί να παριστάνουν τους πλουσίους, γι’ αυτό ακριβώς ό Ιησούς Χριστός δεν νιώθει ντροπή για την φτώχεια του, αντίθετα κάνει επίδειξη της φτώχειας του• καί από μεν τους ουρανούς φωνάζει τους Αγγέλους, από τους αγρούς δε καί τα χωράφια καλεί τους ποιμένες για να τον προσκυνήσουν, όταν γεννήθηκε σε εκείνη την κατάσταση της ένδειας καί της εγκατάλειψης , σε εκείνο το θρόνο μιας ευτελέστατης φάτνης καί σε εκείνη την αυλή ενός πενιχρότατου σπηλαίου!
πτώχεια υπέρπλουτος!
συγκατάβασις υπερύψιστος!
Τώρα εσύ που μελετάς αυτές τις αλήθειες, τι έχεις να πεις; Ποιος από αυτούς τους δύο νομίζεις πως δικαιούται να σε νικά καί να σε κυριεύει; Ο κόσμος ή ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο; Ο κόσμος σε προτρέπει να ζητάς πρώτα τα επίγεια αγαθά καί να τα θεωρείς μεγάλη ευτυχία. Ό Χριστός πάλι σε συμβουλεύει με το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του να ζητείς πρωτίστως την Βασιλεία του Θεού καί να καταφρονείς όλα τα καλά της γης σαν ένα πηλό• «Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού καί την δικαιοσύνην αυτού» (Ματθ. 6, 33).
Ακόμη σου ζητά να στερείσαι τα γήινα αγαθά ή μερικά απ’αυτά, δίνοντάς τα ελεημοσύνη στους φτωχούς ή ακόμη αποτασσόμενος τα πάντα για την καλογερική ζωή καί εξαγοράζοντας ένα θησαυρό στον παράδεισο. «Πώλησόν σου τα υπάρχοντα καί δός πτωχοίς καί έξεις θησαυρόν εν ουρανώ καί δεύρο ακολούθει μοι» (Ματθ. 19, 21). Καί πάλι «πάς εξ’ υμών, ος ουκ αποτάσσεται πάσιν τοις εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναι μου μαθητής» (Λουκ. 14, 33).
Λοιπόν εσύ καί σαν μαθητής του Χριστού καί σαν φρόνιμος καί στοχαστικός άνθρωπος, πρέπει ν’αποφασίσεις να ακούσεις καί να κάνεις πράξη εκείνο που σου λέγει ό Χριστός καί όχι ό,τι σου επιβάλλει ό κόσμος. Γιατί δεν θα σωθούν αυτοί που ακούουν μόνο τον Νόμο του Θεού, αλλ’αυτοί που τον εφαρμόζουν στην πράξη (Ρωμ. 2,13).
Είναι αλήθεια πως δεν είσαι υποχρεωμένος, αν είσαι λαϊκός, να είσαι ακτήμων καί πάμπτωχος• είσαι όμως υποχρεωμένος να εκτιμάς τόσο λίγο τα πλούτη καί τα χρήματα, ώστε για όλα αυτά ποτέ να μην παρακινηθείς να παραβείς ούτε μία εντολή του Θεού• τόσο δε να είναι αποκολλημένη ή καρδιά σου απ’αυτά, ώστε να τα αποκτάς καί να τα έχεις με τόση απάθεια σαν να μη τα έχεις καί να μη τα ξοδεύεις στα μάταια καί περιττά καί πάνω από όσα χρειάζεσαι πράγματα καθώς λέγει ό Παύλος• » Ό καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν … ίνα ώσιν οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι• παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α’ Κορ. 7, 29-31).
Αλλά γι’ αυτό το θέμα να συζητήσεις με το Πανάγιο Βρέφος, τον Ιησού, καί να νιώσεις ντροπή μπροστά Του, που ως τώρα είχες σε τόση υπόληψη καί αγάπη εκείνα τα πλούτη που το Θείον Βρέφος τόσο καταφρονεί κι ακόμη ότι ένιωθες τόσο μίσος καί καταφρόνηση για την πτώχεια εκείνη καί την ευτέλεια που αυτό τόσο αγαπά . Ζήτησέ Του αμέσως συγχώρεση για όλα τα κακά που έκανες για ν’αποκτήσεις πλούτο κι επίγεια αγαθά ή για να τα χρησιμοποιήσεις και παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη• γιατί, όπως ό Ίδιος από πλούσιος έγινε φτωχός από αγάπη για σένα, έτσι καί συ να γίνεις φτωχός για την αγάπη Του, για να πλουτίσεις από τη Θεότητά Του• «Γινώσκετε γαρ την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι δι’υμάς επτώχευσεν πλούσιος ων, ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε» (Β’ Κορ. 8,9). Ακόμη να τον παρακαλέσεις να μη σ’αφήσει ξανά να πλανηθείς από τον κόσμο• αλλά όταν έχεις τα υπάρχοντά σου ή όταν τα στερείσαι για την αγάπη του Κυρίου, να μη τα μεταχειρίζεσαι για άλλο σκοπό, παρά μόνο καί μόνο για να εξαγοράσεις με αυτά την αιώνια ευδαιμονία, καθώς είναι γραμμένο• «Λύτρον ανδρός ψυχής ό ίδιος πλούτος» (Παροιμ. 13, 8).
2. Γιάτρεψε τον έρωτα των ηδονών
Συλλογίσου αδελφέ, ότι ό Χριστός με τη γέννησή Του ήρθε να πολεμήσει τον άτακτο έρωτα των ηδονών με τις οδύνες καί τους πόνους που δοκίμασε. Ο σαρκικός άνθρωπος πιστεύει πως η μόνη απόλαυση είναι εκείνη των αισθήσεων γι’αυτό δεν κυριαρχεί πάνω σ’αυτές, όπως ταιριάζει σε λογικό όν, αλλά αφήνει τον εαυτό του να συμπεριφέρεται όπως ένα άλογο ζώο καί να παρασύρεται από τις αισθήσεις του: Τρέχει αχαλίνωτα για να χαίρεται καί να απολαμβάνει όλες τις παρανομίες, επιζητεί την ηδονή σαν σκοπό καί την θεωρεί έντιμη, αν καί τη βρίσκει μέσα στις μεγαλύτερες ατιμίες καί βρωμιές. Ό Υιός του Θεού από συμπόνια για την τύφλωση αυτή του ανθρώπου ήρθε για να τον γιατρεύσει από ένα τέτοιο μεγάλο σφάλμα.
Γι’αυτό, ενώ μπορούσε να γεννηθεί μ’ένα σώμα σκληραγωγημένο ωρίμου ανδρός , θέλησε να γεννηθεί μ’ένα απαλό σώμα βρέφους για να αισθανθεί την οδύνη (της τρυφερής σάρκας) καί ακολούθως για να υποφέρει περισσότερο. Καί ύστερα από την βασανιστική φυλακή που υπέφερε μέσα στην κοιλιά της Παρθένου, θέλησε να υποφέρει κι όλα τα βάσανα καί τις δοκιμασίες της νηπιακής ηλικίας, σα να στερείτο την χρήση του λογικού.
Εξ’αρχής έπρεπε ό Ιησούς να λάβει ένα σώμα, όχι μόνο τελειότερο από το σώμα του Αδάμ, αλλά ένα σώμα απαθές , ανώδυνο, μακάριο καί άξιο κατοικητήριο της παρόμοιας μακαρίας ψυχής Του. Παρ’όλα αυτά τη θέση εκείνου παίρνει ένα σώμα πολύ απαλό, πολύ λεπτό καί τρυφερότατο, κατάλληλο να αντιλαμβάνεται δια των αισθήσεων κάθε ταλαιπωρία καί καμωμένο έτσι ώστε να μπορεί να δέχεται απ’όλες τις αισθήσεις όλους τους πόνους, όπως το πέλαγος δέχεται όλους τους ποταμούς. Γι’αυτόν ακριβώς το λόγο παρομοιάζει τον εαυτό του με το σκουλήκι, όχι μόνο γιατί γεννήθηκε χωρίς σπέρμα (όπως γεννιούνται τα σκουλήκια), αλλά καί γιατί ή σάρκα του είχε την αίσθηση καί την τρυφερότητα των σκουληκιών (1). «Εγώ δε ειμί σκώληξ και ούκ άνθρωπος» (Ψαλμός 21,7) .
ΣΗΜΕΙΩΣΗ 1.
Η Αγία μας Πίστη υποστηρίζει ότι ό Κύριος κατά το σώμα δεν ήταν τέλειος αλλά αυτό το απέκτησε κατά την πορεία της ζωής Του, όπως καί οι άλλοι Άγιοι γιατί είχε καί αυτό το σώμα παθητό καί θνητό, ώστε να μπορέσει δια μέσου αυτού να πάθει καί να εκπληρώσει την οικονομία. Κατά την ψυχή όμως ήταν τέλειος διότι δεν είχε μόνο τη φυσική λεγόμενη γνώση καί φιλοσοφία την Θεόπνευστη, αλλά είχε καί την μακαρία δράση του Θείου Προσώπου, με την οποία ακόμη καί όταν ήταν σ’αυτήν εδώ την ζωή χαιρόταν την απόλαυση της θεωρίας του Προσώπου του Θεού, την οποία αξιώνονται οί Άγιοι μετά θάνατον. Γι’αυτό καί ό Ιερός Αυγουστίνος στο τελευταίο κεφάλαιο του δ’ βιβλίου «περί συμφωνίας των Ευαγγελιστών» λέγει ότι ό Χριστός διέφερε από τους άλλους ανθρώπους, διότι σε κανέναν σ’αυτήν τη ζωή δεν έχει επιτραπεί να δει τον Θεό, όπως σ’Εκείνον. Σ’αυτό συμβάλλουν καί τα εξής ρητά: «Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε ό μονογενής Υιός ό ων εις τον κόλπον του Πατρός, Εκείνος εξηγήσατο (Ιω. 1,18). Καί πάλι «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν, ει μη ό εκ του ουρανού καταβάς, ό Υιός του ανθρώπου, ό ων εν τω ουρανώ» (Ιω. 3,13). Είναι δηλαδή φανερό ότι ήταν στον ουρανό δια μέσου της μακαρίας οράσεως (βλέπε Αθανασίου Αλεξανδρείας, “Λόγος εις τον Ευαγγελισμόν”).
Εξ’αιτίας αυτής της απαλότητας μόλις γεννήθηκε δέχτηκε με την αφή την προσβολή του ψυχρού αέρος καί της υγρασίας του σπηλαίου με τη φωνή κλαίει με την όσφρηση αισθάνεται την έντονη κακοσμία της φάτνης καί των ζώων, με την δράση βλέπει μία σκοτεινή καί άχαρη σπηλιά καί με την ακοή δεν ακούει άλλο από τις τραχιές φωνές των αγρίων ζώων. Καί για να συνοψίσουμε μόλις γεννήθηκε ό Ιησούς, αφιερώνει την αρχή της ζωής Του σε ένα χώρο υπερβολικά στενό καί σε μία έλλειψη όλων των αναπαύσεων καί σε κάθε είδος οδύνης καί βασάνων που μπορούσε να δεχθεί η τρυφερή εκείνη ηλικία Του.! Αφήστε με να πάω κοντά στη φάτνη καί να πω στον Ιησού: «Τι είναι αυτή η άκρα συγκατάβασίς σου, γλυκύτατέ μου Ιησού; Εσύ είσαι εκείνος ό επιθυμητός Μεσσίας από όλα τα έθνη καί ευθύς να γεννηθείς με τοιαύτα βάσανα;»
«Ναι» μου αποκρίνεται «αυτό ήταν από την αρχή το Θέλημα του Ουρανίου Πατρός μου να καταργηθεί η ηδονή με την οδύνη αυτό το Πατρικό Θέλημα ήρθα να εκπληρώσω ευθύς μόλις γεννήθηκα στον κόσμο, καθώς εκ μέρους μου προείπε ό ∆αβίδ καί με τον ∆αβίδ ό Απόστολος «∆ιό εισερχόμενος εις τον κόσμον … θυσίαν καί προσφοράν ουκ ηθέλησας , σώμα δε κατηρτίσω μοι• τότε είπον ιδού ήκω … του ποιήσαι ό Θεός το θέλημά σου»» (Εβρ. 10, 5), (Ψαλμ. 39, 8-9).
Εδώ τώρα, εσύ αγαπητέ, να γίνεις κριτής ανάμεσα στο Χριστό καί στον κόσμο καί να αποφασίσεις ποιος θα σ’εξουσιάζει, ό Χριστός ή ό κόσμος;
Ποιόν πρέπει ν’ακολουθείς, Εκείνον που θέλει τη σωτηρία σου με την οδύνη, ή εκείνον που ζητεί την απώλειά σου με την ηδονή; Είναι φανερό ότι το πρώτο «εις τούτο γαρ εκλήθητε, ότι καί Χριστός έπαθε υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού» (Α’ Πέτρ. 2, 21). Όμως ό κόσμος είναι τόσο τυφλός, που όχι μόνο δεν γνωρίζει την αλήθεια, αλλά ούτε μπορεί να την γνωρίσει, καθώς λέγει η ίδια η Αυτοαλήθεια• «καί εγώ ερωτήσω τον Πατέρα καί άλλον Παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη μεθ’ υμών εις τον αιώνα, το Πνεύμα της αληθείας, ο ό κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γινώσκει αυτό» (Ιω. 14, 16-17).
Εάν λοιπόν εσύ θέλεις να θεραπευθείς μέσα σ’αυτόν τον τυφλό κόσμο καί είσαι ικανοποιημένος να κυβερνάς τη ζωή σου με τα ψεύτικα διατάγματά του, ω ταλαίπωρος που είσαι! Μόνος σου παραδόθηκες στα χέρια του θανατηφόρου εχθρού σου, όπως έκανε ό Σαμψών που παραδόθηκε στα χέρια των αλλοφύλων κι ακόμη έγινες μόνος σου φανερός αποστάτης του Κυρίου, του μόνου Ευεργέτου σου• γιατί θέλησες να υπηρετείς τίς αισθήσεις σου με τίς ηδονές και προτίμησες μια ζωή τρυφηλή, μαλθακή και ηδονική, την οποία τόσο πολύ μίσησε ό Ιησούς μόλις γεννήθηκε, αν και αυτή η ζωή θεωρείται από τους άφρονες αλάνθαστη και αθώα!
Αχ αδελφέ μου! Και πιστεύεις εσύ ποτέ πως η άπειρη σοφία του Θεού θέλησε να βασανίσει τόσο πολύ το Πανάγιόν της σώμα, όχι μόνο κατά την γέννησή του αλλά και σε ολόκληρη τη ζωή του και στο θάνατό του, εάν δεν ήταν αναγκαίο σε σένα να αποφεύγεις τίς ηδονές και να σκληραγωγείς το σώμα σου;
Και σε τι θα ωφελήσει η ασεβής σου πρόφαση που λες πως ό Χριστός δεν σε προστάζει με εντολή να απέχεις από τίς ηδονές και τίς αναπαύσεις των αισθήσεων και του σώματος, αλλά ότι σε συμβουλεύει μόνο λέγοντας «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι»; (Μάρκ. 8,34).
Καλά, και έτσι υπολογίζεις εσύ τίς συμβουλές της ακτίστου σοφίας, προφασιζόμενος προφάσεις εν αμαρτίαις θέλοντας να εξουσιάζεις (και να υπερασπίζεσαι) την τρυφηλή ζωή σου; Να ξέρεις λοιπόν ότι πρέπει να μιμείσαι τον Ιησού Χριστό, αν θέλεις να είσαι προορισμένος για την Βασιλεία των ουρανών.
Άκουσε τώρα εκείνες τίς φοβερές αποφάσεις που φωνάζει με δυνατή φωνή μέσα από τη φάτνη το Βρέφος ό Ιησούς• «Ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών• Ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι, ότι πεινάσετε• Ουαί υμίν οί γελώντες νυν, ότι πενθήσετε και κλαύσετε• Ουαί, όταν καλώς υμάς είπωσιν πάντες οί άνθρωποι» (Λουκ. 6, 24-26). Τι απαντάς σ’αυτά εσύ, που θέλεις να περνάς τη ζωή σου με ανέσεις κι έπειτα επιδιώκεις γι’αυτό να βρίσκεις ακόμη και δικαιολογίες; Θεωρείς πως αυτά που λέγει ό Κύριος είναι λόγια κενά και πως ό Θεός μίλησε χωρίς να μπορούν να εκπληρωθούν τα λόγια Του; Αυτό βγάλ’το από το μυαλό σου. «Ό ουρανός και η γη παρελεύσονται, οί δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» (Ματθ. 24,35).
Να αισχύνεσαι λοιπόν, να αισχύνεσαι για όλες τίς ηδονές και απολαύσεις και να θεωρείς τον εαυτό σου ανάξιο του ονόματος του Χριστιανού, επειδή με τη ζωή καί τα έργα σου πρόσβαλες πολύ την χριστιανική σου ιδιότητα καί τόσες φορές προτίμησες να υπηρετήσεις τη σάρκα σου παρά το Θεό. Με την συμπεριφορά σου αυτή έγινες αιτία να βλασφημείται από τα έθνη ό χριστιανισμός καί το υπερύμνητον Όνομα του Θεού, καθώς Αυτός ό Ίδιος παραπονείται καί λέγει• «δι’υμάς δια παντός το όνομά μου βλασφημείται εν τοις έθνεσιν» (Ησ. 52, 5).
Γι’αυτό αποφάσισε επιτέλους να απαρνηθείς όλες τις ηδονές που αποδεδειγμένα δεν είναι απαραίτητες στη ζωή σου καί να δεχτείς στο εξής ευχαρίστως όλους τους σταυρούς καί τις θλίψεις που θα σου στείλει ό Θεός• να αγκαλιάσεις την σκληραγωγία που περιλαμβάνει ή αληθινή μετάνοια καί να μη λογαριάζεις τίποτε άλλο για να την αγαπάς, παρά να λογαριάζεις μόνο την αγάπη που έδειξε ό Χριστός γι’αυτήν ήδη από την γέννησή Του.
Ευχαρίστησε τον Κύριο, που για την αγάπη σου θέλησε να γεννηθεί με τέτοια βάσανα• καί προπάντων παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις καλά από το παράδειγμά του αυτή την αλήθεια• ότι δηλαδή η παρούσα ζωή είναι καιρός για να κλαις καί να θλίβεσαι κι όχι για να γελάς καί να ξεφαντώνεις καθώς τονίζει ό Εκκλησιαστής «καιρός του κλαίειν» (3, 4) καί με τον Εκκλησιαστή καί ό Απόστολος• «ό καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν, ίνα καί οι έχοντες γυναίκα, ως μη έχοντες ώσιν, καί οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, καί οι χαίροντες ως μη χαίροντες … παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α’ Κορ. 7, 29-31).
3. Γιάτρεψε τον έρωτα της δόξης
Σκέψου ακόμη ότι ό Χριστός με την γέννησή Του ήρθε να πολεμήσει με την ταπείνωσή Του τον άτακτο έρωτα της δόξας. Ό κοσμικός άνθρωπος επιδιώκει να υπερέχει από τους άλλους, να τιμάται καί να δοξάζεται καί γενικά να φαίνεται ότι είναι ό εκλεκτότερος των υπολοίπων, να δίνει διαταγές με δεσποτική αλαζονεία, να μιλάει αφ’υψηλού καί να παρουσιάζεται ως αυθεντία. Αν καμιά φορά τύχει κι έρθουν σε αντιπαράθεση ή δόξα του Θεού καί ή δόξα ή δική του, τότε αυτός καταφρονεί την δόξα του Θεού καί εκ των προτέρων προτιμά τη δική του δόξα.
Αυτά όλα είναι ανόητες θέσεις καί διδασκαλίες που διδάσκει ό κόσμος στους μαθητές του καί αυτά τα σφάλματα ήρθε να θεραπεύσει ό Λυτρωτής μας, αφότου άρχισε να ζει στον κόσμο. Μπορούσε ό Ίδιος ασφαλώς καί Βρέφος ακόμη να κάνει έργα ωρίμου ανδρός• μπορούσε δηλαδή μόλις γεννήθηκε να μιλάει με καθαρή άρθρωση• μπορούσε να καταλαβαίνει καί να μιλάει τις γλώσσες όλων των λαών, μπορούσε να έχει γύρω του χιλιάδες καί μυριάδες ηλιόμορφων Αγγέλων για να τον παραστέκονται ολοφάνερα καί να τον υπηρετούν όχι μόνον ως Θεό, αλλά καί ως άνθρωπο. Ακόμη μπορούσε από την πρώτη στιγμή της ζωής Του να χρησιμοποιεί τον χρόνο με το να τρέχει στον κόσμο να τον γεμίζει από τα μεγαλεία των θαυμάτων Του, να τον φωτίζει με τις λάμψεις της διδασκαλίας Του, να τον διδάσκει με την αγιότητα των παραδειγμάτων Του καί να τον μεταστρέφει με τη δύναμη του κηρύγματός Του.
Μ’αυτά όλα μπορούσε να δοξάσει το Όνομά Του περισσότερο απ’όλους τους ανθρώπους που υπήρχαν φιλόδοξοι στον κόσμο• καί οι βασιλείς καί οι άρχοντες καί οί μεγιστάνες του κόσμου καί όλοι οί λαοί να ξεκινούν από τα πέρατα της οικουμένης καί να έρχονται στην Ιερουσαλήμ για ν’ακούσουν την ουράνια σοφία που διδάσκει ένα Βρέφος , όπως η βασίλισσα του Νότου που ξεκίνησε μέσα από την Ευδαίμονα Αραβία καί ήρθε να ακούσει τη σοφία του δωδεκαετούς παιδιού, του Σολομώντος• να έρχονται να δουν ένα Νήπιο να φωτίζει τυφλούς, να καθαρίζει λεπρούς, να ανορθώνει χωλούς, να γιατρεύει αρρώστους, να ανασταίνει νεκρούς καί γενικά να κάνει παράδοξα καί φρικτά θαύματα, ώστε όλοι να το επαινούν, όλοι να το δοξάζουν, όλοι να το ευφημούν. Άλλα ό Ιησούς δεν ήθελε τέτοια ανθρώπινη καί μάταιη δόξα.
Όχι! Αλλά «σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν», καθώς λέγει ό θείος Παύλος (Φιλιπ. 2,8) καί κρύβεται με τον ερχομό Του σ’ένα τόπο από τους πιο αφανείς της Ιουδαίας καί σ’ένα ενδιαίτημα των αλόγων ζώων, σκεπάζει δε όλους τους θησαυρούς της σοφίας Του μέσα σ’ένα κομμάτι σάρκας καί κάτω από την διανοητική αδυναμία ενός άγνωστου άφωνου νηπίου• «εν ω εισίν πάντες οί θησαυροί της σοφίας καί της γνώσεως απόκρυφοι»! (Κολ. 2,3)
∆ι’αυτό καί ό Ησαΐας για την νηπιώδη αγνωσία του παιδιού αυτού λέγει• «…πριν ή γνώναι το παιδίον καλείν πατέρα ή μητέρα…» (Ησ. 8, 4).
Καί κατά την εποχή που οί βασιλείς της γης -εννοώ ό Αύγουστος Καίσαρ- κυβερνούν το κράτος τους με απογραφές καί εκδίδουν στους λαούς νόμους καί φαίνονται παντού ένδοξοι, αυτός, που είναι ό Βασιλεύς των βασιλευόντων, γεννιέται καί ζει εντελώς άγνωστος καί θεωρείται σαν ένα μηδενικό. » της ανυπέρβλητης ταπεινώσεώς σου, ω γλυκύτατο όνομα, ω γλυκύτατε υπεράνθρωπε Ιησού! Αυτή η ταπείνωσή σου έκανε τον προφήτη Αββακούμ να χάσει σχεδόν το μυαλό του καί να λέει• «Κύριε … κατενόησα τα έργα σου καί εξέστην. Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση» (Αββακ. 3,2). Αυτή ή ταπείνωση παρακίνησε τον όσιόν σου Ισαάκ να πει τα υψηλά αυτά λόγια• «η ταπεινοφροσύνη στολή θεότητας εστίν ό γαρ Λόγος ό ενανθρωπήσας αυτήν ενεδύσατο καί ωμίλησεν ημίν δι’αυτής εν τω σώματι ημών… ίνα μη η κτίσις τη αυτή θεωρία καταφλεχθή» ( Λογ. κ ‘ ) .
Επειδή καί ή αιτία της πτώσεως των αγγέλων στον ουρανό καί των ανθρώπων στη γη υπήρξε η διαφορά ανάμεσα στο μεγαλύτερο καί στο μικρότερο, γι’αυτό Εσύ, ό Λόγος του Θεού, με τη γέννησή σου σηκώνεις από τον κόσμο αυτό το μεγάλο σκάνδαλο της απώλειας του κόσμου• καί Σύ, ο ανώτερος καί «υπέρ τα όντα ων», αφού έγινες κατώτερος καί έσχατος όλων, κάνεις μ’αυτόν τον τρόπο όμοια όλα σου τα κτίσματα, τόσο τα μεγαλύτερα καί ανώτερα, όσο καί τα μικρότερα καί κατώτερα καί καταδεικνύεις ως άριστη οδό υψώσεως, την ταπείνωση, καθώς θεολογεί ό δικός Σου της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ό Παλαμάς λέγοντας• «Ελευθερώνει με παράδοξο τρόπο ό Θεός από την αιτία της αρχικής πτώσεως (τον άνθρωπο)• καί αυτή (ή αιτία) ήταν ή υπεροχή καί ή κατωτερότητα που ενυπάρχει στα όντα• καί από εδώ ξεκινάει ό φθόνος καί ό δόλος καί οι φανερές καί κρυφές αντιπαλότητες. Ό Θεός λοιπόν ευδόκησε πρόσφατα (με την ενανθρώπηση του Χριστού) να διαλύσει την αιτία της υπερηφάνειας που καταστρέφει τα λογικά του κτίσματα• εξομοιώνει δηλαδή τα πάντα με τον εαυτό Του καί επειδή βέβαια ό ίδιος με τον εαυτό Του είναι ίσος καί όμοιος κατά φύσιν, κάνει καί την φύση ίση κατά χάριν με τον εαυτό της.
Καί αυτό πώς έγινε; Ό ίδιος ό εκ Θεού Θεός Λόγος , αφού άδειασε τον εαυτό Του απόρρητα καί μυστικά, κατέβηκε από ψηλά στην εσχάτη ανθρώπινη ύπαρξη καί αυτή αφού την έδεσε μαζί Του κατά τρόπο άλυτο καί αφού ταπεινώθηκε καί πτώχευσε σαν άνθρωπος (όμοιός μας) έκανε τα κάτω πάνω, μάλλον δε συνένωσε καί τα δύο σε ένα. Με τη Θεότητα δηλαδή συνένωσε την ανθρωπότητα καί έτσι υπέδειξε σε όλους την ταπείνωση ως δρόμο που οδηγεί προς τα άνω, αφού πρόσφερε τον εαυτό Του σήμερα υπόδειγμα μπροστά στους ανθρώπους καί στους αγίους Αγγέλους» (Λόγος στη Γέννηση του Χριστού).
Τώρα, εσύ αγαπητέ, μπορείς να βρεις μεγαλύτερη απ’αυτή τη διαφορά μεταξύ του Θεού καί του κόσμου; Λοιπόν, από αυτούς τους δύο ποιος είναι δίκαιος να σ’εξουσιάζει; Ό Χριστός ή ό κόσμος; Βέβαια ό Χριστός• γιατί ό Χριστός ούτε πλανά ούτε πλανάται, ενώ ό κόσμος καί πλανά καί πλανάται. Έπειτα, σκέψου, πως για τον Χριστό δεν ήταν αρκετό που γεννήθηκε υπήκοος του Καίσαρος Αυγούστου, αλλά θέλησε ακόμη να γεννηθεί καί στην εποχή που γινόταν επίσημη δήλωση έμπρακτης υποταγής• «εν ταίς ημέραις εκείναις εξήλθεν δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην» (Λουκ. 2, 1) καί θέλησε να φέρει άνω – κάτω όλα τα πράγματα, κυρίως όμως να βάλει τον εαυτό Του κάτω απ’αυτήν την υποταγή. «Ανέβη δε καί Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέτ … απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω» (Λουκ. 2, 4-5).
Εσένα όμως αδελφέ φαίνεται πως σ’ ευχαριστεί να τα κάνεις όλα άνω κάτω, να συγχύζεις όλο τον κόσμο, μόνο για να εκπληρώσεις την επιθυμία σου, μόνο για να υποτάξεις όλους στη γνώμη σου, μόνο για να γίνεις μεγάλος καί για να αποκτήσεις δόξα στον κόσμο• μ’αυτό που κάνεις φαίνεσαι να λες• «εγώ προτιμώ ν’ακολουθήσω το παράδειγμα του κόσμου από το παράδειγμα του Χριστού• εγώ επιλέγω την δόξα των ανθρώπων από τη δόξα του Θεού».
Πόσο θα σου φανεί βαριά αυτή ή παράλογη εκλογή σου, όταν στο φως της κρίσεως του Θεού θα δεις τα πράγματα όπως ακριβώς είναι κι όχι καθώς τώρα σου φαίνονται καί όταν αυτό το Βρέφος, που τώρα βλέπεις μέσα στη φάτνη άδοξο καί ταπεινό, έρθει ως μέγας Βασιλεύς με δύναμη καί δόξα πολλή για να κρίνει όλο τον κόσμο.
Αλλά τι απαντάς; «Ναι εγώ πρέπει να παραβλέπω την τιμή μου καί να ταπεινώνομαι για το Χριστό, αλλά ό κόσμος είναι χωρίς διάκριση καί με περιφρονεί καί δεν με υπολογίζει για τίποτε». Εύγε, σωστά απάντησες . Άφησε λοιπόν να είναι κρυμμένη καί καταφρονημένη απ’αυτόν τον κόσμο ή δική σου τιμή καί ή ζωή, για να φανερωθείς καί συ με τιμή καί δόξα, όταν φανερωθεί ό Χριστός . «Απεθάνετε γαρ, καί η ζωή υμών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ• όταν ό Χριστός φανερωθή, η ζωή υμών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη» (Κολ. 3, 3-4).
Ας λέει ό κόσμος τα δικά του• τι σε νοιάζει; Εσύ ν’ακολουθείς την οδηγία της σοφίας του Χριστού κι όχι της μωρίας του κόσμου, που είναι καί δικός σου εχθρός καί εχθρός του αλυτρώτου σου• είναι τόσο μεγάλος εχθρός του που ό Ίδιος ό Χριστός στον καιρό του πάθους Του, ενώ παρακάλεσε τον Ουράνιο Πατέρα ακόμη καί για τους σταυρωτές Του, όμως για τον κόσμο δεν θέλησε να παρακαλέσει• «ου περί του κόσμου ερωτώ» (Ιω. 17,9).
Γι’αυτό πρέπει να διαλέξεις ένα από τα δύο, αν είσαι φίλος του Ιησού, πρέπει να είσαι εχθρός του κόσμου• καί αν αντίθετα θελήσεις να είσαι φίλος του κόσμου, εξάπαντος θα είσαι εχθρός του Ιησού• «μοιχοί καί μοιχαλίδες! Ουκ οίδατε ότι η φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού εστίν; ός εάν ουν βουληθή φίλος είναι του κόσμου εχθρός του Θεού καθίσταται» (Ιακώβ. 4,4). Μα σου κακοφαίνεται επειδή σε καταφρονεί καί σε μισεί ό κόσμος; Ανόητος που είσαι! Αυτό το μίσος καί αυτή ή καταφρόνηση (του κόσμου) είναι καλό σημάδι• πως δηλαδή δεν είσαι μαθητής του κόσμου, αλλά μαθητής του Χριστού• «Ει εκ του κόσμου ήτε, ό κόσμος αν το ίδιον εφίλει• ότι δε εκ του κόσμου ουκ έστε, αλλ’εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, δια τούτο μισεί υμάς ό κόσμος» (Ιω. 15,19).
Αδελφέ μου, άνοιξε μία φορά τα μάτια σου για το καλό της ψυχής σου καί αποφάσισε να μην εμπιστεύεσαι πια τον ψεύτη καί επίβουλο κόσμο, καθώς σε συμβουλεύει καί ό σοφός Σειράχ. «Μη πιστεύσης τω εχθρώ σου εις τον αιώνα» (Σοφ. Σειράχ 12,10). Πάρε σταθερή απόφαση να μελετάς πάντοτε καί να ακολουθείς την οδηγία του Φωτός των παραδειγμάτων, του Ιησού Χριστού ό οποίος μέσα από τα βρεφικά σπάργανα σου φωνάζει με γλώσσα ψελλίζουσα εκείνο το φοβερό έλεγχο. «Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες καί την δόξαν την παρά του μόνου Θεού ου ζητείτε;» (Ιωάννης 5,44).
Καί επειδή αυτός (ό Ιησούς Χριστός) έπαθε τόσα για να σε διδάξει την αλήθεια, παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις σ’όλο το βάθος το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του, για να αγαπάς την ταπείνωσή Του, η οποία είναι γεμάτη από αληθινό ύψος καί δόξα• να μισείς όμως καί να αποστρέφεσαι την δόξα καί την τιμή του κόσμου, η οποία είναι αληθινή ατιμία καί αδοξία• γιατί όχι μόνο σου στερεί την ουράνια δόξα, αλλά καί γιατί στο τέλος της ζωής, καταλήγει (η δόξα του κόσμου) στο χώμα και στην κοπριά σύμφωνα με τη ∆αβιτική εκείνη κατάρα:»Καταδιώξαι άρα ό εχθρός την ψυχήν μου … και την δόξαν μου εις χουν κατασκηνώσαι» (Ψαλμ. 7,6).
Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
Γλωσσική απόδοση ΑΓΑΘΗ ΘΕΟ∆ΟΣΙΟΥ