ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ: Ερώτησαν κάποτε τον Αββά Λογγίνο ποιά αρετή θεωρεί σπουδαιότερη απ᾿ όλες. Ο σοφός Γέροντας αποκρίθηκε:
– Καθώς η υπερηφάνεια είναι το πιό μεγάλο από όλα τα κακά, αφού κατώρθωσε να ρίξη τους Αγγέλους από τον Ουρανό στην άβυσσσο, έτσι και η ταπεινοφροσύνη είναι η πιό μεγάλη απ᾿ όλες τις αρετές. Αυτή έχει τη δύναμι κι᾿ από την άβυσσο ακόμη ν᾿ ανεβάση στον Ουρανό τον αμαρτωλό. Γιά το λόγο αυτό ο Κύριος μακαρίζει πρίν απ᾿ όλους τους πτωχούς τώ πνεύματι.
Προτιμώ πτώσι με ταπεινοφροσύνη, παρά νίκη με υπερηφάνεια, λέγει άλλος Πατήρ.
Και ο Αββάς Σαρματίας:
– Προτιμώ άνθρωπο αμαρτωλό, που αναγνωρίζει το σφάλμα του και ταπεινώνεται, παρά ενάρετο με αυταρέσκεια.
Η ταπείνωσις χωρίς μεγάλο κόπο έσωσε πολλούς, λέγει άλλος Γέροντας. Το πιστοποιούν ο Τελώνης και ο Ασωτος, που με δυό λόγια ταπεινά, που είπαν, τους δέχτηκε ο Θεός.
Η Χαναναία μιλάει κι᾿ ακούγεται. Η αιμορροούσα σωπαίνει και μακαρίζεται. Ο τελώνης δεν τολμά ν᾿ ανοίξη το στόμα του και δικαιώνεται. Ο φαρισαίος φωνάζει και κατακρίνεται, έλεγε ο Αββάς Επιφάνιος.
Πρίν από κάθε τι άλλο, έχομε ανάγκη από ταπεινοφροσύνη, γράφει ο Αββάς Ησαΐας ο Αναχωρητής. Άς είμεθα έτοιμοι να λάμε αμέσως στον αδελφό μας σε κάθε περίστασι «συγχώρησέ με». Η ταπεινοφροσύνη εξαφανίζει όλες τις παγίδες του διαβόλου.
Ερώτησαν κάποιο Γέροντα, πότε αποκτά ο άνθρωπος ταπείνωσι.
– Όταν θυμάται τις αμαρτίες του συνεχώς, αποκρίθηκε.
Όπως το χώμα που πατάμε δεν έχει φόβο να πέση, έλεγε κάποιος Γέροντας, το ίδιο κι᾿ ο ταπεινός άνθρωπος.
Αληθινή ταπείνωσι έχει εκείνος που βάζει πρώτος μετάνοια, ενώ του φταίει ο άλλος, λέγει άλλος Πατήρ.
Κάποιος Άγιος Γέροντας είδε κάποτε με τα μάτια του τον διάβολο και τον ρώτησε θαρρετά:
–Γιατί με πολεμάς με τόση επιμονή;
– Επειδή μού αντιστέκεσαι διαρκώς με την ταπείνωσί σου, αποκρίθηκε ο διαβολός κι᾿ έγινε άφαντος.
Ο Όσιος Παχώμιος είχε συνήθεια μία η και περισσότερες φορές την εβδομάδα να συγκεντρώνη τους Μοναχούς του Κοινοβίου του και να τους διδάσκη το λογο του Θεού. Κάποτε, αντί να διδάξη ο ίδιος, πρόσταξε τον Θεόδωρο, νέο ακόμη στην ηλικία κι᾿ αρχάριο στη μοναχική ζωή, να μιλήση στους αδελφούς. Ήθελε μ᾿ αυτό να δοκιμάση την υπακοή του. Ο καλός υποτακτικός, χωρίς αντιρρήσεις και ταπεινολογίες, έκανε ευθύς τη προσταγή του Ηγουμένου του. Σηκώθηκε κι᾿ άρχισε να διδάσκη το θείο λόγο. Αυτό όμως δε καλοφάνηκε στους γεροντότερους. Θύμωσαν κι᾿ επιδεικτικά άφησαν τη συγκέντρωσι κι᾿ έφυγαν για τα κελιά τους. Σαν τέλειωσε η διδασκαλία, έστειλε ο Όσιος και τους κάλεσε να παρουσιασθούν μπροστά του.
– Γιατί φύγατε από τη σύναξι; τους ρώτησε αυστηρά.
– Τι ήθελες να κάνωμε, Αββά, αποκρίθηκαν με αγανάκτησι εκείνοι, αφού έβαλες ένα παιδί να διδάξη τους γέρους;
Ο Όσιος Παχώμιος αναστέναξε βαθειά και δάκρυα ανέβηκαν στα μάτια του.
– Καλά λένε πως η υπερηφάνεια είναι ρίζα όλων των κακών και γκρεμίζει όλα τα καλά, που χτίζει ο ταλαίπωρος άνθρωπος με τόσους κόπους. Φεύγοντας από τη σύναξι δεν καταφρονήσατε, άθλιοι, τον Θεόδωρο, αλλά το Πνεύμα το Άγιον, που ωμιλούσε δι᾿ αυτού. Δεν είδατε εμένα, τον πνευματικό σας Πατέρα και διδάσκαλο, με πόση προσοχή παρακολουθούσα; Και σας βεβαιώνω πως πιό ωφέλιμη διδασκαλία δεν είχα ακούσει έως σήμερα.
Λέγοντας αυτά, τους έδωσε αυστηρό επιτίμιο για να συντρίψη τον εγωϊσμό τους.
Δεν είναι ταπεινός στ᾿ αλήθεια εκείνος που εξευτελίζει τον εαυτό του μόνος του, λέγει άλλος Πατήρ. Αυτό δεν είναι τόσο δύσκολο. Ταπεινωσύνη είναι να δέχεσαι μ᾿ ευχαρίστησι να σε εξευτελίζουν άλλοι.
Ο ίδιος πάλι συμβουλεύει:
Αν σ᾿ επαινέσουν, μη δεχθής τον έπαινο. Θυμίσου παρευθύς πόσες αμαρτίες έχεις, που αν τις γνώριζαν οι άνθρωποι, όπως τις γνωρίζει ο Θεός, δε θα σ᾿ εγκωμίαζαν καθόλου. Παρακάλεσε τον Κύριο, με την καρδιά σου, να σε σκεπάση, για να μη ζημιωθής από τον έπαινο.
Έγινε σύναξι στη σκήτη και πήγε τελευταίος ο Αββάς Μωϋσής. Οι Πατέρες, για να τον δοκιμάσουν, είπαν τάχα μεταξύ τους, αλλά δυνατά για ν᾿ ακουστή:
– Τι γυρεύει ανάμεσά μας τούτος ο Αράπης;
Ο Μωϋσής δέχτηκε σιωπηλά την προσβολή. Έμεινε όμως στη θέσι του ήρεμος.
– Δεν ταράχτηκες καθόλου Μωϋσή; τον ρώτησαν ύστερα οι Γέροντες.
– Ταράχτηκα, είπε εκείνος ταπεινά, αλλά αγωνίστηκα να μη μιλήσω.
Όποιος πειρασμός κι᾿ αν βρή τον ταπεινόφρονα, λέγει ο Αββάς Ποιμήν, νικά γιατί σωπαίνει.
Από τό: «ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ»