Ο Ιωάννης Καποδίστριας, πρώτος Κυβερνήτης του νεότερου Ελληνικού Κράτους, βγαίνει πρωί ακόμη από την οικία του, στο Ναύπλιο, το «Κυβερνείο», που βρίσκεται (ακόμη) στη σημερινή πλατεία Τριών Ναυάρχων και κατευθύνεται στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνα.
Ο Καποδίστριας συνοδεύεται από δύο σωματοφύλακες: τον 31χρονο μονόχειρα Γεώργιο Κοζώνη, που έχασε το χέρι του κατά τη διάρκεια των μαχών στην Επανάσταση και τον Δημήτριο Λεωνίδη.
Ο κυβερνήτης περπατάει αργά στον Μεγάλο Δρόμο (σήμερα οδός Βασιλέως Κωνσταντίνου) και κοντοστέκεται στη διασταύρωση με την οδό Σωφρόνη (σήμερα Αγγέλου Τερζάκη) και στρίβει αριστερά προς το ναό του Αγίου Σπυρίδωνος. Ξαφνικά εμφανίζονται μπροστά του συνοδευόμενοι από φρουρούς (τελούν υπό επιτήρηση) ο Γεώργιος και ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης, γιος και αδελφός του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, που βρίσκεται φυλακισμένος στο Ιτς Καλέ. Ο Καποδίστριας τούς χαιρετά σηκώνοντας ελαφρά το ημίψηλο καπέλο του και οι Μαυρομιχάληδες ανταποδίδουν το χαιρετισμό. Ο Καποδίστριας συνεχίζει ψύχραιμος προς το ναό του Αγίου Σπυρίδωνος. Οι επίδοξοι δολοφόνοι του Κυβερνήτη φθάνουν πριν από αυτόν στον Άγιο Σπυρίδωνα, ακολουθώντας συντομότερη διαδρομή και περιμένουν προκλητικά στην είσοδο του ναού. Ο κυβερνήτης διακρίνει από μακριά τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, αλλά δεν δίνει σημασία.
Η διαμάχη των Μαυρομιχαλαίων, που ήταν οι φεουδάρχες της Μάνης με τον Καποδίστρια ήταν γνωστή σε όλους και άρχισε από το 1830 όταν ο Κυβερνήτης επιχείρησε να αφαιρέσει τα προνόμια από τους δασμούς και τη φορολογία που απολάμβαναν πολλοί Μανιάτες. Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, οι Μαυρομιχαλαίοι τρέπουν σε φυγή του κυβερνητικούς υπαλλήλους που έχουν μεταβεί στην Μάνη για την συλλογή φόρων. Τον Δεκέμβριο ξεσπούν ταραχές στο Λιμένι και οι στασιαστές σχεδιάζουν ανοιχτά πλέον να ανατρέψουν τον Ιωάννη Καποδίστρια. Ο κυβερνήτης συγκρούεται ανοιχτά με τους Μανιάτες. Στις 23 Ιανουαρίου του 1831 συλλαμβάνεται ο γενάρχη των Μαυρομιχαλαίων, 66χρονος Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και φυλακίζεται στο Ιτς Καλέ.
Οι Μανιάτες έχουν σκοπό να ξεμπερδεύουν μια για πάντα με τον Καποδίστρια. Σε όσους συμβούλευαν τον Κυβερνήτη να προσέχει, απαντούσε: «Αν οι Μαυρομιχαλαίοι θέλουν να με δολοφονήσουν ας με δολοφονήσουν. Τόσο το χειρότερον δι’ αυτούς. Θα έλθη κάποτε η μέρα κατά την οποίαν οι Έλληνες θα εννοήσουν την σημασίαν της θυσίας μου»…
Ο Καποδίστριας πλησιάζει στην είσοδο του ναού και βγάζει το καπέλο του για να μπει μέσα. Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης τον αρπάζει με δύναμη από το αριστερό χέρι και τον πυροβολεί στην βάση του κρανίου, ενώ ο Γιώργης του καρφώνει το μαχαίρι στη βουβωνική χώρα. Στη δολοφονική επίθεση συμμετέχει κι ένας από τους φρουρούς των Μαυρομιχαλαίων, ο Ι. Καραγιάννης, που πυροβολεί εναντίον των σωματοφυλάκων του Καποδίστρια· η σφαίρα του καρφώνεται (και υπάρχει μέχρι σήμερα) στον τοίχο, δίπλα ακριβώς από την είσοδο του ναού.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας πέφτει νεκρός, ενώ ο Κοζώνης κυνηγά τους δολοφόνους. Πυροβολεί τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη και η σφαίρα τον βρίσκει στην πλάτη. Ο στρατηγός Φωτομάρας τον πλησιάζει και τον πυροβολεί ξανά ενώ το οργισμένο πλήθος, που τον καταδιώκει τον φθάνει και τον χτυπά με λύσσα· το πλήθος τον σέρνει, νεκρό πιά, μέχρι την πλατεία του Πλάτανου και στη συνέχεια τον πετάει από τα τείχη του φρουρίου στη θάλασσα. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης καταφεύγει στο κτίριο της γαλλικής πρεσβείας, στην οδό Σταϊκόπουλου και στη συνέχεια παραδίδεται στις Αρχές και καταδικάζεται σε θάνατο. Τουφεκίστηκε στο Ιτς Καλέ λίγες μέρες μετά.
Τα ερωτηματικά παραμένουν
Άξιο απορίας παραμένει ακόμα και σήμερα η αιτία γιατί οι δολοφόνοι επέλεξαν να σκοτώσουν τον κυβερνήτη στο κατώφλι του ναού του Αγίου Σπυρίδωνα, μιας και το σημείο ήταν γεμάτο κόσμο και αυτόπτες μάρτυρες. Σύμφωνα με την πληθώρα των καταθέσεων, που ακολούθησαν της δολοφονίας του Ιωάννης Καποδίστρια, προκύπτει ότι εκείνη την στιγμή βρίσκονταν στο σημείο τα δύο άτομα που είχαν επιφορτιστεί με την επιτήρηση των Μαυρομιχαλαίων για λογαριασμό της πολιτείας (ώστε να μην προχωρήσουν σε κάποια έκνομη πράξη αλλά και να προστατευθούν από κάποια επίθεση), ένας λοχαγός με το επώνυμο Κουτσιαφόπουλος που εκείνη την ώρα πήγαινε σπίτι του, ένας άγνωστος νέος και ένα ζητιάνος, πράγμα ασυνήθιστο για την ώρα εκείνη. Ερωτηματικό που ακόμα και σήμερα δεν έχει απαντηθεί είναι γιατί δεν κλήθηκε ποτέ στο δικαστήριο ο ζητιάνος, αν και ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Κοινό μυστικό αποτελούσε μάλιστα, το γεγονός ότι πίσω από τους Μαυρομιχαλαίους κρύβονταν δύο εκ των τριών «προστάτιδων δυνάμεων», η Αγγλία και η Γαλλία σε αντίθεση με την Ρωσία, που στήριζε τον κυβερνήτη.
Ποιος ήταν ο Καποδίστριας
Ο Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 10 Φεβρουαρίου 1776 και ήταν διπλωμάτης και πολιτικός. Διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και αργότερα πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας κατά τη μεταβατική περίοδο κατά την οποία η χώρα τελούσε υπό την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων.
Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια με πολιτική παράδοση, γι’ αυτό και αναμείχθηκε με την πολιτική ήδη από το 1803 οπότε και διορίστηκε γραμματέας της επικράτειας της Ιονίου Πολιτείας. Με την κατάληψη των Επτανήσων από τους Γάλλους αποσύρθηκε και εντάχθηκε στη ρωσική διπλωματική υπηρεσία. Εκεί ανέλαβε σημαντικές θέσεις καταφέρνοντας να αναδειχθεί σε υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1815 έως το 1822, οπότε και υποχρεώθηκε σε παραίτηση λόγω της Επανάστασης του 1821. Στις 14 Απριλίου 1827 η Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας τον εξέλεξε με επταετή θητεία πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας. Ως κυβερνήτης ανακήρυξε την ίδρυση της Ελληνικής Πολιτείας και προώθησε σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ανόρθωση της κρατικής μηχανής, καθώς και για τη θέσπιση του νομικού πλαισίου της πολιτείας, απαραίτητου για την εγκαθίδρυση της τάξης. Επίσης, αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση.
Σχετικά με την προσωπικότητα του Καποδίστρια έχουν εκφραστεί από τους ιστορικούς αντικρουόμενες απόψεις. Από τους παλαιότερους, ο κόμης Γκομπινώ τον συγκαταλέγει στους τρεις μεγαλύτερους διπλωμάτες της εποχής μαζί με τον Μέτερνιχ και τον Ταλλεϋράνδο, και ο Χέρτσμπεργκ αναφέρει ότι ήταν διπλωμάτης δεξιώτατος, ο μαρξιστής Γιάννης Κορδάτος στο έργο του: «Μεγάλη Ιστορία γης Ελλάδος», τον χαρακτηρίζει τυφλό όργανο των Ρώσων, ενώ ο Καρλ Μαρξ τον χαρακτηρίζει πολιτικά ανυπόληπτο! Ο Σπυρίδων Τρικούπης, στενός συνεργάτης του Καποδίστρια, εκφράζεται μεν θετικά, δεν παραλείπει όμως να τον κατηγορήσει για την κατάλυση του Συντάγματος.
Από τους νεότερους ιστορικούς, ο Τάσος Βουρνάς εκφράζεται θετικά ως προς το έργο του Καποδίστρια, όπως και οι Παύλος Καρολίδης και Διονύσιος Κόκκινος. Σε γενικές γραμμές οι περισσότεροι ιστορικοί θεωρούν σημαντικό το έργο του Καποδίστρια, χωρίς να παραλείπουν να αναφέρουν όμως την αυταρχικότητα με την οποία άσκησε την εξουσία. Η φιλοπατρία του αναγνωρίζεται από σχεδόν όλους τους ιστορικούς.
*Με το νέο ημερολόγιο 9/Οκτωβρίου.
Πηγές: Αναστασίου Γούδα: «Βίοι Παράλληλοι» εκδόσεις Βεργίνα, ethnos.gr, In.gr