Παναγία Κατακεκρυμμένη: Το μοναστήρι της Παναγίας βρίσκεται στον λόφο του κάστρου, στην Βορειοδυτική πλευρά του ορεινού όγκου της “Λάρισας” που υψώνεται στα δυτικά της πόλεως του Άργους.
Ο προσανατολισμός του ναού είναι υποταγμένος σε αυτόν του απόκρημνου βράχου. Έξω στο μεγάλο προαύλιο δεσπόζει το καμπαναριό του 1907 μ.Χ. Ένα μέρος που οι Αργείοι έχουν πάντα στην καρδιά τους.
Τα σκαλάκια -ορόσημο- οδηγούν στη Παναγία Κατακεκρυμμένη μέσα από μία όμορφη ανηφορική διαδρομή. Φυσικά ο επισκέπτης μπορεί να βρεθεί κοντά στην είσοδο και με αμάξι, αφού υπάρχει δρόμος για να το προσεγγίσετε, διπλής κατεύθυνσης αλλά αρκετά στενός σε περίπτωση που συναντήσετε παρκαρισμένα οχήματα.
Η ονομασία της.. Γιατί Κατακεκρυμμένη;
Ονομάζεται Κατακεκρυμμένη εξ’ αιτίας της παλαιάς εικόνας της Παναγίας που βρέθηκε κατά την προφορική παράδοση στη σπηλιά ακριβώς κάτω από το ναό, χώρος, ο οποίος μέχρι σήμερα καλείται «Εύρεση».
Γιατί Πορτοκαλούσα;
Ονομάστηκε έτσι λόγω ενός παλαιού εθίμου, κατά το οποίο οι Αργείοι έριχναν πορτοκάλια στα νεόνυμφα ζευγάρια που επισκέπτονταν τη μονή κατά την πανήγυρή της.
Βιογραφία
Στην Βορειοδυτική πλευρά του ορεινού όγκου της Λάρισας που υψώνεται στα δυτικά της πόλεως του Άργους βρίσκεται το παμπάλαιο μοναστήρι της Παναγίας. Ονομάζεται Κατακεκρυμμένη εξ’ αιτίας της παλαιάς εικόνας της Παναγίας που βρέθηκε κατά την προφορική παράδοση στη σπηλιά ακριβώς κάτω από το ναό, χώρος, ο οποίος μέχρι σήμερα καλείται «Εύρεση».
Σύμφωνα με την παράδοση, μια ισχυρή λάμψη μέσα στη νύχτα οδήγησε τους χριστιανούς στη σπηλιά ή κάποιος ευσεβής χριστιανός, ύστερα από σχετικό όνειρο, οδήγησε κληρικούς και λαϊκούς στο ίδιο σημείο, όπου βρήκαν την εικόνα και αποφάσισαν στη συνέχεια να κτίσουν εκκλησία.
Επίσης ονομάζεται και Πορτοκαλούσα λόγω ενός παλαιού εθίμου, κατά το οποίο οι Αργείοι έριχναν πορτοκάλια στα νεόνυμφα ζευγάρια που επισκέπτονταν τη μονή κατά την πανήγυρή της στα Εισόδια της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου). Η εικόνα ευρίσκεται μετά το νάρθηκα, αριστερά σε ξυλόγλυπτο κουβούκλιο και πρέπει να τη θεωρήσουμε έργο τέχνης ιδιαίτερης καλλιτεχνικής αξίας.
Η όλη «κατασκευή» είναι εντυπωσιακή, διότι πρόκειται για μια «δίφυλλη» δημιουργία. Στο αριστερό φύλλο εικονίζεται η Παναγία Γλυκοφιλούσα, η οποία σαν τρυφερή και στοργική μάνα σκύβει στο παιδί της με αγάπη. Το δεξιό φύλλο φέρει την ίδια επικάλυψη και επάνω ψηλά την επιγραφή «Αγίου Δημητρίου του Νέου» και σε δεύτερο επίπεδο (στο βάθος) δύο ανάγλυφες μορφές.
Το ανάγλυφο αυτό είναι «αρνητικό» όπως τα καλούπια δηλαδή των γλυπτών. Οι δύο μορφές δεν διακρίνονται καθαρά, γιατί υπάρχει στο μέσο του φύλλου ένας σταυρός, προφανώς μεταγενέστερη προσθήκη. Πιθανότατα και με βάση την επιγραφή, η μία ανάγλυφη μορφή παριστάνει το Νεομάρτυρα Δημήτριο από το χωριό Λιγουδίτσα Τριφυλλίας, ο οποίος αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους στην Τρίπολη το 1803 μ.Χ. και του οποίου η μνήμη εορτάζεται στις 14 Απριλίου.
Η άλλη μορφή παριστά πιθανότατα τον Οσιομάρτυρα Παύλο, ο οποίος καταγόταν από το Σοπωτό Καλαβρύτων και μαρτύρησε επίσης στην Τρίπολη το 1818 μ.Χ. και του οποίου η μνήμη εορτάζεται στις 22 Μαΐου. Η κάρα του Αγ. Δημητρίου του νέου φυλάσσεται στο μητροπολιτικό ναό Αγίου Βασιλείου Τρίπολης, ενώ τα υπόλοιπα λείψανά του και ορισμένα από τα λείψανα του οσίου Παύλου φυλάσσονται στη Ιερα Μονή Βαρσών Μαντινείας.
Το μοναστήρι αυτό έχει μεγάλη ιστορία η οποία χάνεται στα βάθη των αιώνων. Μία γραπτή μαρτυρία στα μέσα του 10ου αιώνος μ.Χ. από τον αδελφό του Αγίου Πέτρου επισκόπου Άργους (βλέπε 3 Μαΐου), Άγιο Παύλο επίσκοπο Κορίνθου (βλέπε 27 Μαρτίου) μας πληροφορεί για μια γυναικεία μονή της Παναγίας στο Άργος στην οποία ηγουμένη ήταν η Μάρθα. Στη συνέχεια έχουμε πληροφορίες για επανίδρυση της μονής ως ανδρώας γύρω στα 1700 μ.Χ. και η δράση της συνεχίστηκε ως τα 1856 μ.Χ. οπότε γίνεται ενοριακός ναός.
Το 1906 μ.Χ., το Μεγάλο Σάββατο προς Κυριακή του Πάσχα, 4 Απριλίου, καταστράφηκε από πυρκαγιά, που προήλθε πιθανότατα από πυροτέχνημα. Από το 1911 μ.Χ. λειτουργεί ως παρεκκλήσι του Τιμίου Προδρόμου. Η Μονή συνδέθηκε με διάφορα γεγονότα της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου. Λειτούργησε το πρώτο σχολείο του Άργους (1798 μ.Χ.) με πρωτοβουλία των Περουκαίων (γνωστή οικογένεια του Άργους). Εκεί δίδαξε ο περίφημος Αγάπιος Λεονάδρος, ιδρυτής της σχολής της Δημητσάνας, έχοντας ανάμεσα σε άλλους μαθητή του τον Παλαιών Πατρών Γερμανό (που χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή από το θείο του, επίσκοπο Άργους, Ιάκωβο, αλλά και ο αδερφός του Ησαίας, καθώς και ο Η. Καλαράς από το Αγιονόρι της Νεμέας, που ήταν σχολάρχης την περίοδο 1805 – 1821 μ.Χ., ο ιερομόναχος Νικηφόρος Παμπούκης από τα Καλάβρυτα και οι μοναχοί Ιερεμίας και Ραφαήλ. Ως σχολείο λειτούργησε και μετά το 1821 μ.Χ. Μετά την ήττα των Ελλήνων στον Ξεριά (25 Απριλίου 1821 μ.Χ.) ο άμαχος πληθυσμός αλλά και αρκετοί μάχιμοι, όπως ο Παπαρσένης Κρέστας από το Κρανίδι, κατέφυγαν στη Μονή, για να αποφύγουν την οργή του Κεχαγιάμπεη. Επίσης, ιδρύθηκε εκεί το 1822 μ.Χ. το πρώτο ελληνικό νομισματοκοπείο, το οποίο όμως δεν πρόλαβε να λειτουργήσει αφού καταστράφηκε κατά την εισβολή του Δράμαλη στο Άργος.
Στις 27 Απριλίου 1941 μ.Χ. βομβαρδίστηκε από τους Γεμανούς και σκοτώθηκαν περί τα 10 άτομα. Ο προσανατολισμός του ναού είναι υποταγμένος σε αυτόν του απόκρημνου βράχου. Υπάρχουν εκτός από το ναό που είναι αφιερωμένος στα Εισόδια, το βόρειο κλίτος του Ευαγγελισμού. Έξω στο μεγάλο προαύλιο δεσπόζει το καμπαναριό του 1907 μ.Χ. φτιαγμένο από δωρεές των εν Αμερική Αργείων καθώς επίσης και το μεγάλο νεοκλασικό κτίριο, ενώ στο υπόγειο της μονής βρίσκονται διάδρομοι με διακλαδώσεις που οδηγούν σε διάφορους χώρους όπως κελιά, το ναΐδριο του Αγίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου, το οστεοφυλάκιο της μονής, αποθήκες, δεξαμενές αλλά και στην «Εύρεση».
Τα σημαντικότερα από τα σωζόμενα ιερά κειμήλια της Μονής είναι ένα Ευαγγέλιο έκδοσης Βενετίας (1776 μ.Χ.) και δύο εικόνες, μία των Εισοδίων της Θεοτόκου (1705 μ.Χ.) και άλλη μία, της Παναγίας Γλυκοφιλούσας.