ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΕΞΙΚΑΚΙΑ;
Ιερομόναχος Ιουστίνος
Στη μορφή είναι αδυναμία· στην ουσία δύναμη· στις σχέσεις κοινωνική· στην ενέργεια ειρηνική· στη συναλλαγή επιτυχής· στην προέκταση θεϊκή.
Στη μορφή φαίνεται αδυναμία το να μην εκδικείσαι αυτόν που σε έβλαψε. Στην ουσία όμως είναι δύναμη. Δεν τον φοβάσαι, γι’ αυτό δεν προσπαθείς να τον εκδικηθείς, να τον εκμηδενίσεις. Δεν χάνεις τον έλεγχο του σκάφους της ψυχής σου στην τρικυμία του θυμού. Συγκρατείς τον εαυτό σου, την αγανάκτησή σου και δεν αυτοδικείς εσύ, αλλά αφίνεις τον Θεό να ενεργήσει, που είναι καρδιογνώστης, αλάνθαστος, παντοδύναμος.
Το συμβουλεύει και η προς Ρωμαίους: «Μη εαυτούς εκδικούντες, αγαπητοί, αλλά δότε τόπο τη οργή» του Θεού (12.9). Άφησέ το στον Θεό, να εκδικηθεί Εκείνος.
Ένα σκαλοπάτι υψηλότερα: «Προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς, όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς, ότι τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους» (Ματθ. 5.44-45), που Τον προσβάλλουν με τις αδικίες και παραβάσεις τους.
Δεν απαιτεί δύναμη να προσεύχεσαι γι’ αυτόν που σε έβλαψε; Συμβουλεύουν οι Πατέρες ότι εκδίκηση άριστη είναι η προσευχή υπέρ εκείνου που σε αδίκησε (π.χ. Χρυσοστόμου Υπόμνημα εις τον Ιωάννην, 71.3).
Συνεχίζουμε στην επόμενη βαθμίδα της εξαίσιας κλίμακας της ανεξικακίας: «μη νικώ υπό του κακού, αλλά νίκα εν τω αγαθώ το κακόν» (Ρωμ. 12.21). Όχι μόνο να προσεύχεσαι, μα και να ευεργετείς τον εχθρό σου. «Εάν ούν πεινά ο εχθρός σου, ψώμιζε αυτόν, εάν διψά, πότιζε αυτόν· τούτο γαρ ποιών άνθρακας πυρός [τύψεις] σωρεύσεις επί την κεφαλήν αυτού» (Ρωμ. 12.20).
Στις σχέσεις ονομάσαμε την ανεξικακία κοινωνική, και γιατί χωρίς την ανοχή της δεν μπορεί να υπάρξει συμβίωση και συνεργασία, κοινωνικότητα, αλλά και γιατί κοινωνεί και συνδέεται με πλήθος αρετών. Είναι ουσιώδες εξάρτημα στο θεϊκό μηχάνημα της αγάπης, που σκοπεύει και «χτυπάει» τις πύλες του Ουρανού, ενώ παράλληλα παράγει και προσφέρει στους ουρανόφρονες γηΐνους επιτυχημένη απομίμηση και πρόγευση Παραδείσου!
Στην ενέργεια είναι ειρηνική. Κατορθώνει διπλή ειρήνη. Ειρηνοποιεί πρώτα τους τρίτους, που θέλουν να εκδικηθούν αυτοί για λογαριασμό του ζημιωμένου, με απρόβλεπτες προεκτάσεις. (Ευτυχώς έχει εκλείψει από την πατρίδα μας το φαινόμενο της βεντέτας.)
Πρώτα λοιπόν η ανεξικακία ειρηνεύει τους άλλους, αλλά δεύτερο και κυρίως επιβραβεύει τη γαλήνη στον ίδιο τον προσβεβλημένο.
Συμβουλεύει η Παροιμία της Γραφής «Μην πείς: Όπως μου φέρθηκε θα του φερθώ, θα τον εκδικηθώ για όσα με αδίκησε» (24.29). Αποκαλύπτει σχετικά ο αββάς Κασσιανός: «Δεν ωφελεί τόσο το να συγκρατείς το στόμα σου σε καιρό θυμού και να μη βγάζεις μανιασμένα λόγια, όσο το να καθαρίζεις την καρδιά από τη μνησικακία και να μη περιφέρεις στη διάνοιά σου πονηρούς λογισμούς κατά του αδελφού» (Προς Κάστορα επίσκοπο, Περί οργής).
Η ανεξικακία έχει ενεργητικό χαρακτήρα. Φαίνεται παράδοξο αυτό. Πώς ενεργητικό, εφόσον δεν κάνουμε τίποτε, και τούτο χάριν της ανεξικακίας;
Και όμως. Κάνουμε πάλη μεγάλη για να μη κάνουμε τίποτε, χάριν ανεξικακίας· πάλη αιματηρή πολλές φορές. Το ξέρουν όσοι έχουν πείρα…
Συγκεφαλαιώνουμε τις φάσεις της ανεξικακίας: α) Πειθαναγκασμός του εαυτού μας προς αυτοσυγκράτηση· β) Παροχή συγγνώμης έστω και αιματηρής ψυχικά· γ) Ειρήνη στα μύχια μας ακύμαντη· δ) Προσευχή υπέρ του εχθρού· ε) Αγαθοποιΐα προς αυτόν – η απτή πια απόδειξη της ειλικρινούς και γνήσιας συγγνώμης «από των καρδιών» μας, που επισύρει τη θεία συγγνώμη. Και κάτι που εκφεύγει των στενών προσωπικών ορίων, στ) Προσπάθεια κατευνασμού του περιβάλλοντος που τυχόν φρυάττει για λογαριασμό του αδικημένου.
Πώς λοιπόν η ανεξικακία να μη χαρακτηρισθεί σαν εξυπνότατη δοσοληψία;
Αποτελεί και χαρακτηριστική θεία αρετή: «Προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς, όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς» (Ματθ. 5.44-45), καθώς μας συμβούλευσε ο Λυτρωτής. Μας ανεβάζει στον Ουρανό και μας καθιστά παιδιά του μακροθύμου Θεού! αδελφούς του ανεξικάκου Θεανθρώπου! Θυμόμαστε ότι όταν ο Ιησούς είχε εισέλθει σε μια κώμη Σαμαρειτών και δεν Τον είχαν δεχθεί, αγανάκτησαν οι απόστολοι Ιάκωβος και Ιωάννης και είπαν· «Κύριε, θέλεις είπωμεν πυρ καταβήναι από ουρανού και αναλώσαι αυτούς, ως και Ηλίας εποίησε;»
Ο Χριστός κάθε άλλο παρά συγκατένευσε. «Στραφείς δε επετίμησεν αυτοίς και είπεν· ουκ οιδατε ποίου πνεύματος εστέ υμείς· ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε ψυχάς ανθρώπων απολέσει, αλλά σώσαι» (Λουκ .9.52-56).
Αν οι αφιλόξενοι Σαμαρείτες ήσαν άξιοι φωτιάς μια φορά, οι σταυρωτές Του και ο Ιούδας ήσαν εκατό φορές. Στην οδυνηρότερη στιγμή της ζωής Του, όταν βάραινε εξουθενωτικά στο κρεμασμένο σώμα Του και στο καταπληγωμένο πνεύμα Του η πανανθρώπινη αμαρτία, Εκείνος βίωνε την ανώτατη ανεξικακία. Η αποκορύφωσή της εκφράσθηκε στο «Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. 23.34).
Συγχωρούσε, προσευχόταν και ευεργετούσε: Χάριζε την παγκόσμια και παγχρονική σωτηρία.
Πώς επομένως αξιούμε να λεγόμαστε χριστιανοί και να λατρεύουμε τον ανεξίκακο και μακρόθυμο Χριστό; Πώς θα μεταλάβεις τον ανεξίκακο Χριστό, αν έχεις μέσα σου έχθρα; Και πώς επί πλέον θα μεταλάβεις από το ίδιο Ποτήριο μαζί με τον μισούμενο; – πράγματα καθαρά και ξάστερα, που δεν σηκώνουν υπεκφυγές και διπλωματίες.
Προηγείται αξιολογικά η αγάπη και ακολουθεί η λατρεία. Πρώτα «αγαπήσωμεν αλλήλους», ώστε ύστερα «εν ομονοία ομολογήσωμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον» (Θεία Λειτουργία, Προ του ασπασμού).
Στον Θεό άρα αντανακλά κάθε διαλογισμός, λόγος ή ενέργειά μας προς τον «κατ’ εικόνα» Του πλασμένο άνθρωπο (Γεν. 1.26). Υπό το πρίσμα τούτο είναι αδιανόητη η ιδανική λατρεία ενόσω στην καρδιά μαίνεται ανεξέλεγκτα η πυρκαϊά της οργής.