Του Αχ. Πιτσίλκα, διδάκτορα Θεολογίας
Στις 14 Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο η Εκκλησία μας τιμά ιδιαίτερα την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, που χαρακτηρίζεται από τον ιερό Δαμασκηνό ως «Τίμιον ξύλον αληθώς και σεβάσμιον» (Μ 94, 1129). Γιατί όμως, θα έλεγε κανένας, τιμάται ο Σταυρός, εφόσον επάνω σ’ αυτόν σταυρώθηκε ο Χριστός; Απάντηση στο ερώτημα αυτό έδωσε θεοκίνητα ο Απόστολος των Εθνών, αποκαλύπτοντας το «χρόνοις αιωνίοις σεσιγημένον μυστήριον» (Ρωμ. 14, 24).
Ως Εβραίος, δηλαδή και ο Απόστολος Παύλος ή ακριβέστερα ο Σαούλ, δεν το καταλάβαινε, γιατί διάβαζε ότι «επικατάρατος παις ο κρεμάμενος επί ξύλου». Ύστερα όμως από το όραμα της Δαμασκού φωτίστηκε από τον Θεό και κατάλαβε ότι «Χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου, γενόμενος υπέρ ημών κατάρα… ίνα εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ γένηται εν Χριστώ Ιησού, ίνα την επαγγελίαν του Πνεύματος λάβομεν διά της πίστεως» (Γαλ. 3, 13-14). Από τότε, δηλαδή, που το αίμα του Χριστού χύθηκε επάνω στον Σταυρό, το όργανο της κατάρας έγινε όργανο σωτηρίας. Για τούτο βεβαίωσε θεοκίνητα ότι «ο λόγος ο του Σταυρού τοις μεν απολλυμένοις (δηλ. χιλιαστές και λοιπούς αιρετικούς) μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστί» (1 Κορ. 1, 18). Για το λόγο ακριβώς αυτό διακήρυξε ότι δεν καυχάται στη ζωή του για τίποτα άλλο «ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ. 6,14). Την πιο πάνω δε θεόπνευστη αλήθεια αποδεικνύουν άλλωστε και τα εξής:
1) Διά του Σταυρού ελαύνονται τα στίφη των δαιμόνων
Οι δαίμονες, κατά τον ιερό Δαμασκηνό, γνωρίζουν ότι «ένθ’ αν η το σημείον (του σταυρού), εκεί αυτός (δηλαδή ο Χριστός) έσται» (ΕΟΠ 88). Για τον λόγο αυτό φυγαδεύονται, ενθυμούμενοι την πρώτη τους ήττα από τον Σταυρό του Χριστού. Αυτό δε ακριβώς έγινε, κατά τον ιστορικό Θεοδώρητο, και κατά την προσπάθεια Ιουλιανού του Παραβάτου για την επαναφορά της ειδωλολατρίας. Για τον σκοπό αυτό, δηλαδή, κάλεσε τότε έναν από τους μάγους σε έναν ειδωλικό ναό για να ζητήσει τη βοήθεια των δαιμόνων. Όταν όμως εκείνοι εμφανίστηκαν, ο μάγος φοβήθηκε και έκανε αυθόρμητα το σημείο του σταυρού, ενώ οι δαίμονες παρευθείς «απέδρασαν» τούτου του τύπου ουκ ενεγκόντες ιδείν». Έφυγαν δηλαδή προτροπάδην, μη μπορούντες να βλέπουν το σημείο του σταυρού.
2) Οι πιστοί ενισχύονται στους αγώνες τους
Διά του Σταυρού, κατά τον ιερόν Δαμασκηνό, δύναμις ημίν του καταφρονείν των παρόντων και αυτού του θανάτου δέδονται» (ΕΟΠ Δ, ιβ). Αυτό δε γίνεται γιατί και κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο, με το σημείο του σταυρού «βοηθόν ποιείται τον Χριστόν» (κατά Ιουλιανού…). Με τη δύναμη δε αυτή οι Άγιοι επιτελούσαν τα θαύματα. Αυτό δε ακριβώς διαβεβαίωσε ο Μ. Αντώνιος τους Έλληνες (=ειδωλολάτρες) φιλοσόφους, που θαύμαζαν για τα επιτελούμενα διά του Σταυρού θαύματα. «Τι θαυμάζετε, έλεγε, επί τούτω; Ουκ εσμέν ημείς οι ποιούντες, αλλ’ ο Χριστός εστίν ο διά των εις Αυτόν πιστευόντων τούτα ποιών».
3) Οι πιστοί επανέρχονται στην αρχαία μακαριότητα
Με την ευλαβική προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, κατά τον ιερό Δαμασκηνό, «η προς την αρχαίαν μακαριότητα επάνοδος κατώρθονται». Οι πύλες του ουρανού, δηλαδή, ανοίγονται και έτσι οι πιστοί γίνονται κληρονόμοι Θεού «διά του Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (ΕΟΠ Δ, ιβ). Για τούτο έλεγε και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ότι «ουδείς ποτέ κατηλλάγη τω Θεώ χωρίς της του Σταυρού δυνάμεως» (Μ. 151, 125).
Ύστερα από τα πιο πάνω, θα έλεγα ότι όλοι οι χριστιανοί πρέπει να κάνουμε με άκρα ευλάβεια το σημείο του σταυρού λέγοντας μαζί με τον ληστή το «μνήσθητί μου Κύριε».
Να αίρουμε δε ταυτόχορνα τον σταυρό του καθήκοντος, γιατί αυτός μας ανεβάζει «ως σχοινίον» προς τον ουρανό.
Και πάνω απ’ όλα να προσκυνούμε με ευλάβεια τον Σταυρό του Χριστού, εφόσον κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, «ο του Σταυρού τιμών τον σταυρωθέντα τιμά».