Απορούμε γιατί ο άγιος Διονύσιος της Ζακύνθου έλαβε τόση χάρη από τον Θεό, να βγάζει δαιμόνια, να θεραπεύει ασθενείς, και φυσικά να μείνει το τίμιο λείψανό του άφθαρτο.
Η απάντηση στο ερώτημα είναι απλή:
Κάποια μέρα μπήκε στο κελλί του ένας κυνηγημένος άνθρωπος, τρέμοντας και ζητώντας προστασία. Είχε βάψει τα χέρια του σε ανθρώπινο αίμα, είχε σκοτώσει τον αδελφό του αγίου Διονυσίου τον άρχοντα Κωνσταντίνο Σιγούρο.
Όταν το άκουσε, ο Άγιος ήταν φυσικό να κλάψει μέσα του, να δακρύσει και να πει στον φονιά: Και τι σου έφταιξε ο καλός αυτός άνθρωπος;
Ωστόσο αμέσως εφάρμοσε την εντολή του Χριστού να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Πήρε τον φονιά του αδελφού του και τον έκρυψε καλά.
Και μετά από λίγο έφθασαν οι αδελφοί του αγίου, με μαχαίρια και τουφέκια για να πάρουν εκδίκηση για το χυμένο αίμα.
Ο άγιος προσποιείται πως δεν ξέρει τίποτε! Δεν είδε, τάχα, τίποτε! Και δεν άκουσε τίποτε! Θρηνούν και κλαίνε όλοι μαζί.
Ο άγιος αρνείται ότι πέρασε από το μοναστήρι ο φονιάς. Δείχνει στα αδέλφια του άλλη κατεύθυνση προς την οποία θα μπορούσε να έχει πάει.
Και εκείνοι τρέχουν να τον βρουν!…
Όταν πια εκείνοι ήταν μακριά, ο άγιος πηγαίνει κοντά στον εχθρό του, τον φονιά του αδελφού του. Και με λόγια γεμάτα αγάπη και καλοσύνη και συγγνώμη, προσπαθεί να μαλακώσει τη σκληρή καρδιά του φονιά! Ο φονιάς πέφτει στα πόδια του. Και ζητεί συγγνώμη. Και υπόσχεται ότι θα μετανοήσει ειλικρινά. Και ο άγιος τον συγχώρεσε, και όχι μόνο αυτό. Του είπε:
– Φύγε μακριά! Σε ξένα μέρη. Να μη μπορούν πια να σε βρουν οι Σιγούροι. Και ζήσε εκεί εν μετάνοια. Για να σε ελεήσει ο Θεός.
[irp posts=”390714″ name=”Αγιος Διονύσιος Ζακύνθου: Σύγχρονα και συγκλονιστικά θαύματα”]
Μα δεν περιορίστηκε σε αυτό. Φρόντισε και με δική του βάρκα να τον στείλει από τα Επτάνησα στην απέναντι ελλαδική στεριά για να μην κινδυνεύσει. Και τον συνόδευσε, μέχρι που αναχώρησε από την παραλία. Σαν να ήταν φίλος του. Του έδωσε τροφές για το ταξίδι. Και χρήματα για τις πρώτες του ανάγκες στην ξενιτιά!
Ο άγιος Διονύσιος εκπλήρωσε το κοινό χρέος του βίου και «ετελειώθη εν ειρήνη» στα 1624, σε ηλικία 77 ετών, αφού έγινε και επίσκοπος στην Αίγινα. Κατά την επιθυμία του, τον έθαψαν στο μοναστήρι της μετάνοιας του στα Στροφάδια. Όταν ύστερα από χρόνια θελήσανε να κάμουν ανακομιδή των αγίων λειψάνων του, το ιερό σκήνος βρέθηκε ολόκληρο και ακέραιο, ντυμένο τα αρχιερατικά άμφια, όπως το είχαν θάψει, ξεχύνοντας μια πνευματική και αγιασμένη ευωδία. Το μετέφεραν αργότερα στη Ζάκυνθο και είναι τώρα και το προσκυνούν οι πιστοί στο ναό, που τιμάται στο όνομα του αγίου Διονυσίου.
Στα 1703 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ύστερα από αναφορές και αιτήσεις του κλήρου και του λαού της Ζακύνθου, που βεβαίωναν για τα πολλά θαύματα και για την πίστη και συνείδηση της τοπικής Εκκλησίας στην αγιοσύνη του, ανακήρυξε επίσημα και συγκαταρίθμησε τον άγιο Διονύσιο επίσκοπο Αιγίνης στο εκκλησιαστικό αγιολόγιο για να τιμάται και εορτάζεται από τους πιστούς και να δοξάζεται στο όνομά του ο Θεός, που είναι «θαυμαστός εν τοις αγίοις αυτού», τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.