Ο Γέροντας Αμβρόσιος Λάζαρης ο πνευματικός της Ιεράς Μονής Παναγίας της Γαυριώτισσας του Δαδιού, αποτελεί μια αγιασμένη ιερατική μορφή, που κράτησε από τη θέση της διακονίας του αναμμένη τη δάδα της πνευματικής ζωής και φώτισε τα πέρατα του κόσμου.
Ο Ιερομόναχος Αμβρόσιος Λάζαρης γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1912 στα Λαζαράτα Λευκάδος και ανήκε σε πολύτεκνη οικογένεια πέντε τέκνων. Το κοσμικό του όνομα ήταν Σπυρίδων. Ο πατέρας του υπηρέτησε για χρόνια στους Βαλκανικούς πολέμους με ξεχωριστό θάρρος και τόλμη.
Αργότερα υπηρέτησε ως γραμματοδιδάσκαλος στη Λευκάδα και μαρτυρίες αναφέρουν ότι ήταν πολύ αυστηρός και αυταρχικός. Αντίθετα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες η μητέρα του ήταν πολύ ήπιος και ήρεμος άνθρωπος και ο Γέροντας της είχε αδυναμία. Ο Γέροντας Αμβρόσιος έκρυβε, όχι τυχαίως μέσα στο γιγαντώδες σώμα του μια λεπτή παιδική ψυχή φλέγόμενη από θείο έρωτα.
Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν δύσκολες στο χωριό και η πείνα θέριζε όλες τις οικογένειες, με αποτέλεσμα ο Γέροντας στην παιδική του ηλικία να στερηθεί πολλά. Αναγκάστηκε πολύ νωρίς να σταματήσει το σχολείο, προκειμένου να βοηθήσει την οικογένεια, εργαζόμενος ως εργάτης σε κτήματα των συγχωριανών του. Γράμματα δεν έμαθε πολλά, όμως χάρη στη μητέρα του είχε καλή επαφή με τον Χριστό και την Εκκλησία. Από πολύ νωρίς εξέφραζε την πίστη του στον πνευματικό κόσμο, επισκεπτόμενος τους ναούς και απομακρυσμένα εξωκκλήσια.
Οι κουβέντες εύστοχες και συχνά αυστηρές με ύφος έντονο που όμως έκρυβε τις μεγάλες ευαισθησίες και την ασίγαστη λαχτάρα του να μην χάσουν οι άνθρωποι την ψυχή τους. Με πηγαίο χιούμορ και βλέμμα που ακτινογραφούσε. Ένας χαρακτήρας τόσο ιδιαίτερος με πίστη ακλόνητη και αδιατάραχτη προς τον Χριστό, την Παναγία και τις άγιες πνευματικές οντότητες.
Μάλιστα, επειδή είχε ωραίο παράστημα επιλέχθηκε στους ευζώνους στο στρατό. Το βλέμμα του ήταν πάντα καθάριο και αγνό. Την ομορφιά του, τη δύναμη και τα νιάτα του προσέφερε με προθυμία στο Χριστό, καθώς αυτό που τον ενδιέφερε ήταν ο πλούτος της ψυχής και τις πίστης στο Θείο Λόγο.
Αμέσως μετά το στρατό πήγε στο Άγιο Όρος. Με το που έμεινε στο Μοναστήρι έπαψε να έχει επαφές με την οικογένεια του. Εκείνοι τον επισκέπτονταν και εκείνος τους εξεδήλωνε την αγάπη του, όπως για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη και τους βοηθούσε μέσα από τις προσευχές του. Τα υλικά αγαθά και το παρελθόν του τον άφηναν αδιάφορο. Για εκείνον αλλού βρισκόταν ο πλούτος, η κατοικία και η αληθινή ευτυχία.
Βγήκε από το Άγιο Όρος, με προτροπή του αγαπημένου του φίλου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, πήγε στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Γαυριώτισσας στο Δαδί. Στα χρόνια της ιταλογερμανικής Κατοχής, ηγούμενος της Μονής από τον Οκτώβριο του 1940 και για 2,5 χρόνια υπήρξε ο Αρχιμανδρίτης Γερμανός Δημάκος (με το ψευδώνυμο Ανυπόμονος κατά την περίοδο της Αντίστασης), μετέπειτα ηγούμενος της Μονής Αγάθωνος από το 1950 και μετά, με μεγάλο πνευματικό, κοινωνικό και πολιτιστικό έργο. Η ηγουμένη τότε της Μονής, Γερόντισσα Παρθενία, είχε ζητήσει από τον Γέροντα Πορφύριο, που πολύ εκτιμούσε, κάποιον καλό Πνευματικό και εκείνος πρότεινε τον Γέροντα Αμβρόσιο.
Ο τότε Μητροπολίτης Φθιώτιδος Αμβρόσιος τον χειροτόνησε πρώτα ιεροδιάκονο μετονομάζοντας τον Σπυρίδωνα σε Αμβρόσιο και λίγες ημέρες αργότερα εκάρη πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτου. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα του έδωσε την ευλογία για «το της πνευματικής αξίας λειτούργημα» (του Πνευματικού). Όμως, επειδή η Μονή Δαδιού ήταν πολύ φτωχή και δύσκολα τα χρόνια πήγε ως εφημέριος σε διάφορους ναούς, ενισχύοντας οικονομικά τη Μονή.
Στην Ιερά Μονή Δαδιού ο Γέροντας από το 1954 ήταν ο Πνευματικός και εκεί έζησε, προσευχήθηκε, βοήθησε την Γερόντισσα να ανακατασκευάσει το Μοναστήρι, στήριξε πλήθος ανθρώπων στις ποικίλες δυσκολίες που αντιμετώπιζαν. Φανερώθηκε από τον Θεό στον κόσμο κυρίως τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του.
Η περιφρόνηση των υλικών αγαθών, οι αγώνες του κατά της ψυχολέθρου αμαρτίας, η αγάπη του για τους πονεμένους ανθρώπους και η αφοσίωσή του στα Μοναχικά ιδεώδη τον κατέστησαν έσοπτρο του Αγίου Πνεύματος «ακτινοβόλους αστραπάς εισδεχόμενον».
Στο πρόσωπό του συγκεντρώνονται πολλά χαρίσματα και αρετές, που οδήγησαν πλήθος ψυχών απλανώς προς τον Κύριο. Ο χαρακτήρας του συνδύαζε την αδιατάρακτη πίστη του προς τον Χριστό, την Παναγία Μητέρα του και τις Άγιες πνευματικές Οντότητες, τις οποίες έπλασε ο θεός, αλλά και την αγάπη του προς τους ανθρώπους. Διαρκώς εφάρμοζε τη μετάνοια ως τον μόνο και σίγουρο δρόμο που οδηγεί στον Παράδεισο και αγαλλιάζει τις πονεμένες ψυχές.
Ο Γέροντας είχε αποκτήσει το χάρισμα της νοερός προσευχής της ευχής του Ιησού (Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με), η οποία έβγαινε από μέσα του αβίαστα, καρδιακά. Ο ίδιος είχε πει κάποτε ότι είχε ωφεληθεί πολύ από τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή, καθώς και από τον Σοφρώνιο του Έσσεξ.
Είχε το χάρισμα της θεωρίας της αγάπης, της σοφίας το προορατικό και διορατικό χάρισμα, καθώς και το χάρισμα να μιλάς στην ψυχή των ανθρώπων. Οι νουθεσίες του, οι ομιλίες του πάνω σε διάφορα θέματα ήταν πάρα πολλές. Συχνά έλεγε: Ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι ο Σωτήρας μας ο οποίος ήρθε στη Γη για να πιάσει τον άνθρωπο από τα χέρια και να τον ανεβάσει στον ουρανό.
Κανένας άλλος τρόπος δεν θα μπορούσε να υπάρξει που να απαλλάξει τον άνθρωπο από την ενοχή και την καταδίκη μετά την πτώση των πρωτοπλάστων. Κι εμείς οι απόγονοι αυτών φέραμε τα ιδιώματα του γήινου ανθρώπου, φέραμε τις αδυναμίες και όλα τα παρεπόμενα που ακολουθούν τον σύγχρονο άνθρωπο στην παρούσα ζωή του».
«Βλέπουμε πόσο υποφέρουν οι άνθρωποι σήμερα, γι’ αυτό και με την ταπεινή μας αδυναμία να λέμε πολλές φορές την ημέρα «Δέσποινα Παναγία μας έλα και σώσε μας γιατί χανόμαστε. Έλα, Εσύ είσαι η δύναμη η θεϊκή» και βλέπουμε ότι η Παναγία όταν με την καρδιά μας, με την ψυχή μας με ειλικρίνεια στην καρδιά και με πίστη σταθερή πούμε και επικαλεστούμε το όνομά Της το Άγιο, τότε η Παναγία μας δε θα μας εγκαταλείψει, μέχρι τέλους θα βρίσκεται εδώ μέσα, σ’ αυτόν τον ταλαίπωρο κόσμο της εποχής».
Είναι κατάδηλο ότι ήταν συνδεδεμένος με τον Κύριο του σύμπαντος ο Οποίος τον χρησιμοποιούσε ως αγγελιοφόρο και ως δίαυλο, προκειμένου να μεταφέρει στους άλλους ανθρώπους το θέλημά Του, το μήνυμά Του, το σχέδιό Του. Επομένως ο πιστός, που είχε ανάγκη από τη βοήθεια του Θεού, μπορούσε να την δέχεται μέσα από αυτόν τον επίγειο Άγγελό Του, όπως και μέσα από άλλους «ασυρματιστές του Θεού», ήτοι τους Γέροντες Παϊσιο, Πορφύριο, Ιάκωβο Τσαλίκη. Αγαπημένος του φίλος ήταν ο Γέροντας Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης.
Ήταν άνθρωπος της προσευχής, της μετάνοιας. Για την εξομολόγηση τόνιζε ότι είναι το μυστήριο της φιλανθρωπίας του θεού και ότι πρέπει να εξομολογούμαστε στον πνευματικό τα πάντα.
Έλεγε μάλιστα ότι η ελευθερία που παίρνουμε από το Άγιο Πνεύμα, όταν φανερώνουμε τους λογισμούς μας, είναι τεράστια. Με τον Γέροντα Πορφύριο είχε κοινά τα χαρίσματα της ταπείνωσης, της μετάνοιας και της αγάπης. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο ότι μετά την κοίμηση του Γέροντος Πορφυρίου την 2 Δεκεμβρίου 1991, ο Γέρων Αμβρόσιος κοιμήθηκε λίγα χρόνια αργότερα την ίδια όμως ημερομηνία, την 2 Δεκεμβρίου 2006. Είναι φανερό ότι ο Θεός οικονόμησε να φύγουν την ίδια μέρα.
Όμως και με την Γερόντισσα Παρθενία παρουσίαζε κοινά χαρίσματα, που δεν είναι άλλα από το γνήσιο Ορθόδοξο φρόνημα, την καλοσύνη, την ειρήνη και την προσευχή.
Η ενοίκηση του Παναγίου Πνεύματος στην ύπαρξή του τον κατέστησε οντότητα πολλών προσωπικών θαυμάτων και δέκτη θείων φωτοφανειών. Αυτή η ακτινοβολία που εξέπεμπε είλκυσε ως μαγνήτης πολλούς ανθρώπους κοντά του. Επί πολλές δεκαετίες η αγιασμένη Μάνδρα της Παναγίας στις πλαγιές του Παρνασσού είχε καταστεί ζωοδόχος πηγή για τους «πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην».
Ήταν τόσο αγαπητός που τον επισκέπτονταν καθημερινά πλήθη ανθρώπων, κοσμικών και λαϊκών.
Χαρακτηριστική ήταν η αγάπη, η τιμή και η ευλάβεια που έδειχνε προς τους Αγίους. Γι’ αυτό και εδέχθη πολλών Αγίων την επίσκεψη: οι Άγιοι Ανάργυροι, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο Άγιος Αμβρόσιος των Μεδιολάνων, ο Άγιος Χαρίτων, ο Όσιος Λουκάς, ο Άγιος Ανδρέας, ο Άγιος Γεράσιμος, ο Άγιος Τίτος, ο Άγιος Παντελεήμων, ο Άγιος Νεκτάριος, κ.ά.
Ολοκληρώνοντας την πολύ σύντομη αναφορά μας για τον θεοφώτιστο πνευματικό πατέρα, Γέροντα Αμβρόσιο, σκόπιμη κρίνεται η παράθεση μιας νουθεσίας, που συμπυκνώνει στο περιεχόμενό της το πηγαίο πνευματικό φρόνημα του Γέροντος. «Πρέπει ν’ αποφασίσουμε να βάζουμε το θέλημά μας στο θέλημα του Θεού. Αυτό είναι μεγάλη υπόθεση, γιατί τότε ελευθερώνεσαι. Αν βάλεις το θέλημά σου στο Θέλημα του Θεού, ο κόσμος να χαλάσει θα είσαι ειρηνικός και ατάραχος. Γιατί καμιά δυσκολία, κανένα πρόβλημα ή καμιά ευτυχία δεν είναι δική μας. Του Θεού είναι. Ο διαχειριστής της ζωής και του θανάτου είναι Άλλος, όχι εμείς. Και ο Γέροντας Αμβρόσιος αυτό μας δίδαξε με τη ζωή του».
Πηγή Υλικού: «Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης, Ο Πνευματικός της Μονής Δαδιού», Ιερά Μητρόπολις
Φθιώτιδος, Ιερά Μονή Δαδιού «Παναγία η Γαυριώτισσα», Εκδοτικός Οργανισμός Π. Κυριακίδη
Α.Ε., 1η Έκδοση Νοέμβριος 2008 και 2η Έκδοση βελτιωμένη και επηυξημένη, Φεβρουάριος 2009.
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου
Υπεύθυνη Υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων