Αρχιμανδρίτης Μελέτιος Απ.Βαδραχάνης
Ο Χριστός ανέλαβε όλα τα του ανθρώπου εκτός της αμαρτίας. Η αμαρτία δεν είναι γνώρισμα της φύσεως μας. Την αποκτήσαμε θεληματικά με τη βοήθεια του Διαβόλου. Και φυσικά «έξις επαναλαμβανόμενη δευτέρα φύσις καθίσταται». Αλλά δεν είναι γνώρισμα της αρχικής μας φύσεως. Είναι γνώρισμα της μεταπτωτικής καταστάσεως, «ού βία όμως ημών κρατούσα». Δεν επιβάλλεται δηλαδή σε μας αναγκαστικά.
Αδιάβλητα πάθη είναι όσα δεν εξαρτώνται από τη θέληση μας πλην όμως εισήλθαν μετά την παράβαση στη ζωή του ανθρώπου. Όπως πείνα, δίψα, κόπος, πόνος, δάκρυ, φθορά, θάνατος, δειλία, αγωνία, ύπνος, ασθένεια.
Ο Χριστός όμως ακόμη και αυτά τα έχει κατά παραχώρηση επειδή θέλησε. Δεν υπέρκεινται της θελήσεως του. Πεινά, διψά, κουράζεται, πονάει, δακρύζει, πεθαίνει, δειλιάζει γιατί το θέλει. Τα αδιάβλητα πάθη στο Χριστό είναι κατά φύση, όταν παραχωρεί ο ίδιος στη σάρκα του να τα υφίσταται. είναι όμως και υπέρ φύση διότι δεν έχουν τον αναγκαστικό χαρακτήρα που έχουν σε μας. Η θέληση του Κυρίου έχει το προβάδισμα.
Ο Χριστός λόγω του αναμαρτήτου του, και λόγω του ότι δεν έχει το «σπερματικόν και γενετικόν», όπως λέγει ο μεγάλος δογματικός θεολόγος της Εκκλησίας μας Ιωάννης Δαμασκηνός, έχει διαφορές με μας τους ανθρώπους.
Α´. Η προσευχή του δεν έχει κατάνυξη. Διότι δεν έχει τύψεις. Είναι όπως η προσευχή του Αδάμ στον Παράδεισο πριν την πτώση. Ο Χριστός ποτέ δεν είπε στην προσευχή του, ως άνθρωπος βέβαια, «ελέησον με, ο Θεός…». Η προσευχή του ήταν δοξολογία και ευχαριστία. Ούτε χρειαζόταν ο Χριστός να ζητήσει κάτι από τον Θεό αφού ήταν ο ίδιος Θεός. Ακόμη και άνθρωπος που είναι ο Χριστός, η ανθρώπινη φύση είναι ενωμένη με τη θεία. Και υπάρχει όπως λένε οι θεολόγοι άμεση αντίδοση ιδιωμάτων. Δηλαδή η ανθρώπινη φύση μετέχει άμεσα των ενεργειών της θείας χωρίς να χρειάζεται αίτηση προσευχής γι’ αυτό.
Ο Χριστός προσεύχεται, για να διδάξει εμάς ότι είναι αναγκαίο να προσευχόμαστε, και τον τρόπο που πρέπει να προσευχόμαστε. Επίσης για να δείξει ότι δεν είναι αντίθετος με το Θεό Πατέρα. Όταν δε έλεγε· «Πάτερ εί δυνατόν, παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο. πλην ουχ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως σύ» (Ματθ. 26,39), το έλεγε διδάσκοντας εμάς να ζητούμε στους πειρασμούς την βοήθεια μόνο από τον Θεό, και να προτιμούμε το θείο θέλημα από το δικό μας. Η δε δειλία του Χριστού που φαίνεται στο «παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον…» δεν την έχει αναγκαστικά, αλλά γιατί το θέλησε, και για να τους διδάξει ότι πρέπει να την αντιμετωπίζουν με την προσευχή.
Β´. Ο Χριστός δεν γελά. Πουθενά δεν τον παρουσιάζει η Αγία Γραφή να γελά. Ο άνθρωπος γελά με ξαφνικά και απροσδόκητα γεγονότα και φαινόμενα που του παρουσιάζονται. Ο Χριστός όμως δεν έχει τίποτα ξαφνικό και απροσδόκητο. Επίσης ο άνθρωπος γελά από ελαφρότητα και επιπολαιότητα. Και αυτά όμως δεν έχουν καμιά σχέση με τον Χριστό. Εκτός τούτου ο αμαρτωλός άνθρωπος γελά μερικές φορές, όταν ακούσει χυδαία ανέκδοτα. Αυτό όμως είναι μεταπτωτικό πάθος και φυσικά δεν υπάρχει στο Χριστό. Γέλιο στο Χριστό είναι απλώς το ιλαρό και φωτεινό και ήρεμο πρόσωπο. Είναι η γλυκύτητα του προσώπου, όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
Γ´. Ο Χριστός δεν πεινά. Πρβλ. την απάντηση του Χριστού προς τους μαθητές του όταν συζητούσε με τη Σαμαρείτιδα δίπλα στο Φρέαρ του Ιακώβ «εμόν βρώμα (φαγητό) εστίν ίνα ποιώ το θέλημα του πέμψαντός με και τελειώσω αυτού το έργον» (Ιω. 4,34). Πεινά γιατί το θέλει. Η πείνα δεν υπέρκειται της θελήσεως του.
Δ´. Ο Χριστός δεν δακρύζει, δεν πενθεί. Στην κοίμηση του Λάζαρου που φαίνεται να δακρύζει, το δάκρυ του λέγει, ο Μέγας Βασίλειος, «είναι συμπαθητικόν και διδακτικόν». Δηλαδή δακρύζει για να φανερώσει τη συμπάθεια και την αγάπη του προς τον Λάζαρο και για να διδάξει μέχρι που πρέπει να φθάνει η λύπη και το πένθος μας. Όχι υστερικές κραυγές, μοιρολόγια και μαλλιοτραβήγματα. Το ότι έτσι ερμηνεύεται το δάκρυ του φαίνεται και από τα ακόλουθα χωρία της αγίας Γραφής·
α) «Αυτή η ασθένεια ουκ εστί προς θάνατον, αλλ’ υπέρ της δόξης του Θεού, ίνα δοξασθή ο υιός του Θεού δι’ αυτής».
β) «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται. Αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν».
γ) «Λάζαρος απέθανε και χαίρω δι’ υμάς ίνα πιστεύσητε». (Ιω. 11 κεφ.).
Ο Χριστός γνώριζε ότι ο θάνατος του Λαζάρου έγινε για να δοξασθεί ο Θεός και γνώριζε ότι θα τον αναστήσει. Συνεπώς δεν υπήρχε λόγος να δακρύσει. Δάκρυσε μόνο για να διδάξει και να αποκαλύψει τη συμπάθεια του στον Λάζαρο όπως προαναφέραμε.
Ενώ όμως ο Χριστός δάκρυσε, όταν κοιμήθηκε ο φίλος του Λάζαρος, για λόγους διδακτικούς, ήρθε στιγμή που έκλαψε με λυγμούς κατά τους ερμηνευτές. Ήταν η στιγμή, που ο Χριστός έμπαινε ως θριαμβευτής στα Ιεροσόλυμα και ο λαός τον υποδεχόταν κραυγάζοντας· «ευλογημένος ο ερχόμενος βασιλεύς εν ονόματι Κυρίου. ειρήνη εν ουρανώ και δόξα εν υψίστοις (Λουκ. 19,38). Ήταν τόσο ενθουσιασμένο το πλήθος και τόσο υστερικό θα λέγαμε στις επευφημίες του, που οι Φαρισαίοι σκανδαλίσθηκαν και είπαν τον Χριστό να καθησυχάσει τον κόσμο.
Κι όμως, ενώ η υποδοχή ήταν άνευ προηγουμένου και οι Φαρισαίοι ήταν τελείως απογοητευμένοι με την δημοτικότητα του Χριστού, ο Χριστός δεν χάρηκε αλλά έκλαυσε. «Και ως ήγγισεν, ιδών την πόλιν έκλαυσεν επ’ αυτή» (Λουκ. 19,41). Γιατί έκλαψε ο Χριστός; Γιατί γνώριζε το βάθος των ανθρωπίνων καρδιών. Γνώριζε τις μύχιες και απόκρυφες αντιλήψεις τους. Δεν τον ξεγελούσε η επιφάνεια και η βιτρίνα της επίσημης υποδοχής του. Γνώριζε ότι τον θέλουν για κοσμικό Μεσσία και βασιλέα. Να ικανοποιήσει τις γήινες και υλιστικές αντιλήψεις τους. Δεν ζητούσαν να υποταχθούν στο θέλημα του Θεού, αλλά απλώς ο Θεός να κάνει το θέλημα τους. Ο Θεός να είναι υποτακτικός και υπηρέτης τους. Και όταν θα αντιλαμβανόταν ότι ο Χριστός δεν ήρθε να δημιουργήσει μια «εθελοθρησκεία» (Κολ. 9,23), αλλά να υποταχθεί η ανθρωπότητα στο θέλημα του Θεού, που σώζει πραγματικά τον άνθρωπο και τον κάνει ευτυχή, τότε αντί για «ωσαννά» θα κραυγάσουν «σταύρωσον σταύρωσον αυτόν». Γι’ αυτό κλαίει ο Χριστός· «ανθ’ ων ουκ έγνως τον καιρόν της επισκοπής σου» (Λουκ. 19,44). Γιατί δεν αντελήφθη η Ιερουσαλήμ την τελευταία ευκαιρία που την έδωσε ο Θεός για να σωθεί.
Συνεπώς, τα δάκρυα που έχυσε για τα Ιεροσόλυμα και για τις αμαρτίες του κόσμου πριν σταυρωθεί, δείχνουν ότι ο Χριστός εφάρμοσε στη πράξη αυτό που δίδαξε στην επί του όρους ομιλία του, όταν είπε «μακάριοι οι πενθούντες» (Ματθ. 5,4). Οι πενθούντες κυρίως για τις αμαρτίες. Μόνο γι’ αυτές επιτρέπεται το πένθος και σε μας.
Ε´. Ο Χριστός δεν νυμφεύεται. Ο γάμος είναι αναγκαίος για τη σωτηρία των ανθρώπων μετά τη πτώση, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος. Ο Χριστός πάει στο γάμο της Κανά, τον αγιάζει, τον υψώνει σε μυστήριο της Εκκλησίας. Ως μεταπτωτικό όμως φαινόμενο ο γάμος δεν αγγίζει το Χριστό. Τα θρυλούμενα σε διάφορες «βιογραφίες» του Χριστού που δεν βασίζονται στην ιστορική αλήθεια, ότι ο Χριστός είχε δήθεν σαρκικά πάθη, είναι παντελώς ψευδή και ανυπόστατα. Γράφτηκαν δε προς εντυπωσιασμό για εμπορικούς λόγους και αποτελούν προβολή των βιωμάτων και συναισθημάτων των συγγραφέων των «βιογραφιών».
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΗΡΕ ΤΑ ΑΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ
α) Για να τα αγιάσει και μέσω αυτών, να αγιάσει τον άνθρωπο.
β) Για να διδάξει. π.χ. το δάκρυσμα του Χριστού για το θάνατο του Λαζάρου, έγινε, όπως προαναφέραμε, για να μας συμβουλεύσει να μην είμαστε στωικοί ή βουδιστές στο φρόνημα. Να έχουμε συμπάθεια, αλλά όχι να πενθούμε όπως οι ειδωλολάτρες με κοπετούς, μοιρολόγια, μαλλιοτραβήγματα. Το πένθος μας να φθάνει μέχρι το δάκρυ.
γ) Για να φέρει εις πέρας το σχέδιο της σωτηρίας των ανθρώπων.Κουράζεται στο φρέαρ του Ιακώβ για να πιάσει συζήτηση και να σώσει την Σαμαρείτιδα. Πάει στο γάμο της Κανά για να φανερώσει τη θεία του φύση. Πονά, σταυρώνεται, πεθαίνει και το χειρότερο δειλιάζει στη Γεθσημανή για να φανερώσει την αγάπη του στον άνθρωπο και να τον τραβήξει κοντά του όχι με βίαιη δύναμη, αλλά κεντρίζοντας τον στα πιο λεπτά και τρυφερά αισθήματα του.
Πληρώνει φόρο, αν και δεν υποχρεούται, για να διδάξει την υποταγή στο κράτος. Τηρεί τον νόμο αυτός ο ποιητής του νόμου, για να δώσει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να τον υπερβεί μέσω της χάριτος τής εν Χριστώ Ιησού. Δοκιμάζει τους πειρασμούς και νικά, για να χαρίσει στη φύση μας τη δύναμη να νικά τον αντίπαλο Διάβολο. Ο Χριστός δέχεται την ανθρώπινη ασθένεια και αδυναμία, για να εμβολιάσει τον άνθρωπο να γίνει δυνατός. Ο Χριστός πεθαίνει για να μας δώσει την ανάσταση.