ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ: «Αδελφοί, πρέπει νά ζείτε όπως οι άνθρωποι τού φωτός γιατί τά αποτελέσματα τής ενέργειας τού αγίου Πνεύματος εκδηλώνονται στή ζωή καί αλήθεια, καί γι αυτό πρέπει νά εξετάζετε τί αρέσει στόν Κύριο.
Νά μή λαμβάνετε μέρος στά σκοτεινά καί ανώφελα έργα τών άλλων, αλλά, αντίθετα, νά τά ξεσκεπάζετε, γιατί όσα γίνονται απ αυτούς κρυφά, είναι ντροπή καί νά τά μνημονεύει κανείς. Όλα όσα ελέγχονται από τό φώς είναι φανερά, γιατί καθετί πού φανερώνεται, είναι φωτεινό.
Γι αυτό, λέγει η Γραφή: «Ξύπνα εσύ πού κοιμάσαι καί σήκω όρθιος απ τούς νεκρούς, καί ο Χριστός θά σέ φωτίσει». Προσέχετε, λοιπόν, πώς ακριβώς συμπεριφέρεστε, νά μήν συμπεριφέρεστε ως ασύνετοι, αλλ ως συνετοί, καί νά εκμεταλλεύεστε επωφελώς τόν χρόνο σας, γιατί οι μέρες είναι πονηρές. Γι αυτό, νά μήν είστε ανόητοι, αλλά νά συνειδητοποιείτε ποιό είναι τό θέλημα τού Κυρίου. Καί νά μή μεθάτε μέ κρασί, πού είναι ασωτία, αλλά νά γεμίζετε τό είναι σας μέ τό άγιο Πνεύμα καί νά επικοινωνείτε μέ ψαλμούς καί ύμνους καί πνευματικά άσματα, καί νά τραγουδάτε καί νά ψάλλετε μέ τήν καρδιά σας τόν Κύριο.»
ΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΑΣ
«Αι ημέραι πονηραί εισί» (Εφεσ. 5, 16). Η διαπίστωση τού αποστόλου Παύλου παραμένει αληθινή στόν καιρό μας. Είναι πονηρές οι μέρες διότι οι άνθρωποι παραμένουμε «άσοφοι», «άφρονες» καί «άσωτοι». Οι άνθρωποι κάνουμε τόν χρόνο μας νά είναι πονηρός. Μπορεί νά συμβάλλει ο πονηρός, από τόν οποίο παρακαλούμε νά μάς προφυλάξει ο Θεός, κάθε φορά πού λέμε τήν Κυριακή Προσευχή. Ο πολιτισμός καί τό περιβάλλον μας τότε συνδράμουν σέ αυτό πού ο χαρακτήρας μας επιζητεί. Μεθούμε μέ τό κρασί τής ευχαρίστησης καί ξεχνούμε τή χαρά πού δίνει τό Άγιο Πνεύμα. Μένουμε στό πρόσκαιρο καί αδιαφορούμε γιά τό αιώνιο, είτε θεωρούμε ότι πιστεύουμε στόν Θεό είτε όχι.
Ο κατά Θεόν σοφός
«Άσοφοι» οι άνθρωποι. Σοφός δέν είναι μόνο ο μορφωμένος ή ο έμπειρος τής ζωής. Είναι αυτός πού αναζητεί τόν Θεό μέ όλη του τήν ύπαρξη. Είναι αυτός πού προσπαθεί νά ανακαλύψει καί νά ζήσει τό νόημα τού χρόνου καί τής ύπαρξης, κυρίως τή συνέχειά της μετά τόν θάνατο, διά τής αναστάσεως. Είναι αυτός πού πίσω από τό κάθε τι βλέπει τήν πρόνοια τού Θεού. Τήν αγάπη τού Θεού καί στά ευχάριστα καί στά λυπηρά, ιδίως στά δεύτερα. Σοφός είναι αυτός πού κάνει αρχή αγάπης τόσο πρός τόν Θεό όσο καί πρός τόν πλησίον. Παλεύει στήν οδό τής αγιότητας, διότι μέ αυτόν τόν τρόπο επικοινωνεί ο Θεός μέ τόν καθέναν μας. Μέσα από τήν Εκκλησία καί όχι μέσα από τό ατομικό μας θέλημα.
Οι σοφοί τού κόσμου τούτου, όταν δέν πιστεύουν, όταν δηλαδή δέν εμπιστεύονται τήν αγάπη τού Θεού καί τό πρόσωπό του, φανερώνονται άσοφοι. Ακόμη κι άν δέν τό συνειδητοποιούν, τό νόημα τού χρόνου μοιάζει μέ τόν Σίσυφο, τόν αρχαίο ήρωα πού κουβαλούσε μία πέτρα στήν κορυφή ενός βουνού, καί πάνω πού πίστευε ότι έχει εκπληρώσει τήν αποστολή του, η πέτρα ξανακυλούσε καί έπρεπε νά ξεκινήσει πάλι από τήν αρχή. Έτσι μοιάζουν καί οι «άσοφοι σοφοί» αυτού τού κόσμου. Επενδύουν στή γνώση, στήν πρόοδο, στήν επιστήμη, στά επιτεύγματα, κυρίως στό «εγώ», διαπιστώνουν όμως ότι όλα αυτά είναι τόσο μάταια, ώστε, ακόμα κι άν ευχαριστιούνται τίς νίκες, τίς δόξες, τίς ανακαλύψεις τους, πρέπει νά ξεκινήσουν από τήν αρχή, διότι όλα αυτά είναι πεπερασμένα καί αλλάζουν. Κυρίως, δέν νοηματοδοτούν τό τέλος τής ζωής αυτής καί δέν βοηθούν στό νά είναι όλα μία νέα αρχή, όχι αγωνίας, αλλά χαράς κι αγάπης διότι στό κουβάλημα τής πέτρας δέν είμαστε μόνοι μας, καθώς υπάρχει Θεός!
Η επένδυση στην ύλη
«Άφρονες» οι άνθρωποι, χωρίς σωφροσύνη. Δέν είναι μόνο η ηθική φθορά πού μάς διακατέχει. Τό ότι θέλουμε νά κάνουμε ό,τι μάς δικαιώνει. Είναι καί ότι επενδύουμε στήν ύλη. Ότι δέν βλέπουμε τήν αλήθεια πού είναι ο Χριστός καί νομίζουμε πώς ό,τι χτίζουμε μέ τίς δικές μας βεβαιότητες είναι αρκετό. Δέν είναι μόνο η αστάθειά μας εξαιτίας τής δίψας μας γιά ηδονή. Τό ότι δέν έχουμε ελεύθερη προσωπικότητα αλλά, συχνά, αγόμαστε καί φερόμαστε από τά θέλω μας. Είναι καί τό γεγονός ότι άν διαγράψουμε τόν Θεό από τή ζωή μας ή τόν παραγκωνίσουμε, τότε φαινομενικά τό «εγώ» μας ελευθερώνεται, όμως η αμαρτία πού συνοδεύει αυτή τήν ελευθερία μάς παγιδεύει καί μάς καταστρέφει. Διότι γεννά μία ασυνείδητη ύβρη εντός μας, ότι είμαστε μόνοι μας θεοί. Ότι έχουμε σέ όλα δίκιο. Ότι οι άλλοι οφείλουν νά δούνε τή ζωή όπως εμείς τήν βλέπουμε. Ύλη καί δικαιώματα μάς κάνουν νά ξεχνούμε τά όρια τής ζωής. Παλεύουμε νά είμαστε αυτό πού θέλουμε, αλλά λησμονούμε ότι χωρίς Θεό πάντοτε κάτι θά μάς λείπει.
Η περιουσία που λησμονούμε
«Άσωτοι» οι άνθρωποι. Διαγράφουμε από τή ζωή μας τό ήθος καί τήν αρετή. Τούς κανόνες καί τά όρια. Τήν επίγνωση ότι ο εαυτός μας δέν είναι αυτάρκης. Προχωρούμε σάν νά πρόκειται νά ζήσουμε γιά πάντα. Μακριά από τό σπίτι τού Θεού-πατέρα, πού είναι η Εκκλησία. Αλλοτριώνοντας τό περιεχόμενο τής περιουσίας πού μάς εμπιστεύθηκε. Μετατρέποντας τήν αγάπη πρός εκείνον καί πρός τόν πλησίον σέ αγάπη μόνο γιά τό εγώ μας. Τήν ελευθερία από τό κακό σέ δόξα τών παθών. Τόν νού μας, από ευλογία γιά νά παρατηρούμε τόν κόσμο καί νά δοξάζουμε τόν Θεό γιά τήν ομορφιά τής ζωής, σέ όργανο ανταρσίας εναν τίον τού Θεού καί απόρριψής του. Τή συνείδηση, από φωνή τού Θεού εντός μας, σέ φίμωση τού αγαθού καί παράδοση στό θέλημά μας. Υπάρχω γιά μένα. Οι άλλοι είναι οι υπηρέτες μου. Η αμαρτία είναι δικαίωμα καί η διάπραξή της ευχαρίστηση. Όποιος θέλει νά μάς περιορίσει, δέν ξέρει τί είναι καλό γιά εμάς.
«Αι ημέραι πονηραί εισί». Οι Άγιοι, όπως ο άγιος Σπυρίδων πού τιμάται σήμερα, μάς δίνουν απάντηση παρηγοριάς. Μέ τήν παρουσία τού Χριστού στίς καρδιές μας θά γίνουμε «τέκνα φωτός». Ο δρόμος περνά καί πάλι μέσα από τήν Εκκλησία.
«Αδελφοί, ως τέκνα φωτός περιπατείτε ο γάρ καρπός τού Πνεύματος εν πάση αγαθωσύνη καί δικαιοσύνη καί αληθεία δοκιμάζοντες τί εστιν ευάρεστον τώ Κυρίω. Καί μή συγκοινωνείτε τοίς έργοις τοίς ακάρποις τού σκότους, μάλλον δέ καί ελέγχετε τά γάρ κρυφή γινόμενα υπ αυτών αισχρόν εστι καί λέγειν τά δέ πάντα ελεγχόμενα υπό τού φωτός φανερούται πάν γάρ τό φανερούμενον φώς εστι. Διό λέγει έγειρε ο καθεύδων καί ανάστα εκ τών νεκρών, καί επιφαύσει σοι ο Χριστός. Βλέπετε ούν πώς ακριβώς περιπατείτε, μή ως άσοφοι, αλλ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τόν καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισι. Διά τούτο μή γίνεσθε άφρονες, αλλά συνιέντες τί τό θέλημα τού Κυρίου. Καί μή μεθύσκεσθε οίνω, εν ώ εστιν ασωτία, αλλά πληρούσθε εν Πνεύματι, λαλούντες εαυτοίς ψαλμοίς καί ύμνοις καί ωδαίς πνευματικαίς, άδοντες καί ψάλλοντες εν τή καρδία υμών τώ Κυρίω. »
ΑΜΗΝ
«ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ», τής «Αποστολικής Διακονίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος» 3576