Πολλοί, ιδίως δημοσιογράφοι, άλλα και θεολόγοι και κληρικοί, ιδίως φαύλοι, υποστηρίζουν, ότι ό Θεός δεν τιμωρεί. Και γιατί δεν τιμωρεί; Διότι, λέγουν, ό Θεός είναι αγάπη. Ναι, ό Θεός είναι αγάπη. Και μάλιστα εσταυρωμένη αγάπη. Για μας ό Θεός από απέραντη αγάπη έγινε σαν εμάς, άνθρωπος, και υπέστη το φρικτότερο μαρτύριο, τη σταύρωση.
.Άλλ’ αφού ό Θεός είναι αγάπη, και μάλιστα ασυγκρίτως μεγαλύτερη από την ιδική μας αγάπη, γιατί με την παντοδυναμία του δεν αποτρέπει τόσα κακά, πού συμβαίνουν στον κόσμο; Γιατί σεισμοί; Γιατί ηφαίστεια; Γιατί Βεζούβιοι; Γιατί τυφώνες και κυκλώνες; Γιατί πλημμύρες και κατολισθήσεις; Γιατί τρικυμίες και ναυάγια; Γιατί τσουνάμια και καταποντισμοί; Γιατί άγρια θηρία και κατασπαραγμοί ανθρώπων; Γιατί λιμοί και λοιμοί, πείνες και επιδημίες; Γιατί ασθένειες, μάλιστα οδυνηρές και πολυχρόνιες; Γιατί πυρκαϊές; Γιατί πόλεμοι, βασανιστήρια, σφαγές και απερίγραπτες θηριωδίες και φρικαλεότητες; Εγώ, καίτοι έχω αγάπη ασυγκρίτως μικρότερη από την αγάπη του Θεού, αν είχα τη δύναμη, θα απέτρεπα όλα τα κακά, όλες τις καταστροφές, όλες τις συμφορές, πού συμβαίνουν στον κόσμο. Γιατί ό Θεός, ερωτώ πάλι, πού έχει ασυγκρίτως μεγαλύτερη αγάπη από μένα, άλλα και παντοδυναμία, δεν αποτρέπει τα τόσα κακά;
Ό Θεός είναι βεβαίως αγάπη. Άλλ’ είναι και δικαιοσύνη. «Δίκαιος Κύριος και δικαιοσύνας ήγάπησεν, ευθύτητας είδε το πρόσωπον αύτού» (Ψαλμ. 10:7). Όταν δε εμείς οι άνθρωποι κάνουμε κατάχρηση της αγάπης τού Θεού, τότε τον λόγο λαμβάνει ή δικαιοσύνη τού Θεού και τιμωρεί την ασέβεια. Έχουν επιπολαιότητα και άγνοια της Γραφής όσοι ισχυρίζονται, ότι ό Θεός δεν τιμωρεί. Γεμάτη είναι ή Γραφή από λόγια και παραδείγματα, πού δείχνουν, ότι ό Θεός τιμωρεί αμαρτίες και ασέβειες. Από τα αναρίθμητα αναφέρουμε εδώ ορισμένα μόνο.
Ό Θεός δεν απείλησε τιμωρία με θάνατο, αν οι πρωτόπλαστοι παρέβαιναν την εντολή του; Και δεν πραγματοποίησε την απειλή του, όταν ή παράβαση συνέβη; Την ήμερα της παραβάσεως δεν τούς έδιωξε από τον παράδεισο και από κοντά του, πράγμα πού σημαίνει πνευματικό θάνατο; Και κατόπιν δεν επέφερε και τον σωματικό θάνατο; Γιατί ό θάνατος είναι δυσάρεστος; Δεν είναι και για άλλους μεν λόγους, αλλά και διότι είναι ποινή, πού επιβλήθηκε στον άνθρωπο λόγω της αμαρτίας;
Ό Θεός μετά την αμαρτία δεν υπέταξε την κτίση στη φθορά; Δεν λέγει ό Απόστολος, «τη ματαιότητι ή κτίσις ύπετάγη, ούχ εκούσα, αλλά διά τον ύποτάξαντα»; (Ρωμ. 8:20). Ό Θεός δεν διέταξε στην έρημο τα φίδια να δαγκώνουν και να θανατώνουν τούς Ισραηλίτες; Ό Θεός δεν διέταξε αρκούδες και κατασπάραξαν μερικά παλιόπαιδα, πού κορόιδευαν τον προφήτη Ελισαίο; Ό Θεός δεν αποστρέφει το πρόσωπο του και ταράσσονται τα σύμπαντα; Από το ύψος της μεγαλοσύνης του ό Θεός δεν ρίπτει ένα βλέμμα στη γη και την κάνει να τρέμει; Δεν εγγίζει τα όρη και εκρήγνυνται ηφαίστεια;
Ό Θεός δεν άνοιξε τούς καταρράκτες του ουρανού και έγινε ό κατακλυσμός και πνίγηκαν οι σαρκολάτρες; Ό Θεός δεν έβρεξε φωτιά και θειάφι από τον ουρανό και κάηκαν τα Σόδομα και Γόμορρα; Ό Θεός δεν έδωσε τις δέκα πληγές στο Φαραώ; Ό Θεός δεν διήρεσε την Ερυθρά Θάλασσα και δεν την ένωσε και δεν έπνιξε σ’ αύτη τον Φαραώ με την στρατιά του; Ό Θεός δεν τιμώρησε και τούς Ισραηλίτες με το ν’ αξιώσει από το μέγα πλήθος, πού ξεκίνησε από την Αίγυπτο, να φθάσουν στη γη της επαγγελίας μόνο δύο άτομα;
Ό Θεός στο Μωυσή, στον Ιησού του Ναυή, στο Σαούλ, στο Δαβίδ και σε άλλους δεν έδωσε εντολή να πολεμούν, να σκοτώνουν και να εξοντώνουν άσεβη έθνη; Ό Θεός δεν έδωσε εντολή σε άγγελο και θανάτωσε 185 χιλιάδες Άσσυρίους; Ό Θεός δεν έστειλε φωτιά από τον ουρανό και θανάτωσε τούς απεσταλμένους του Άχαάβ για να συλλάβουν τον Ηλία; Ό Θεός δεν διέταξε τον Ηλία να σφάξει τούς προφήτες του Βάαλ; Ό Θεός δεν έδωσε εντολή να θανατώνονται οι παραβάτες του νόμου του;
Ό Θεός και στην Παλαιά Διαθήκη και στην Καινή δεν λέγει, «Έμοί έκδίκησις, εγώ ανταποδώσω»; (Δευτ. 32:35, Ρωμ. 12:19, Έβρ. 10:30. Βλέπε και 31).
Ό Χριστός, ό ένανθρωπήσας Θεός, δεν είπε παραβολικώς, «τούς εχθρούς μου εκείνους, τούς μή θελήσαντάς με βασιλεύσαι έπ’ αυτούς, άγάγετε ώδε και κατασφάξατε αυτούς έμπροσθεν μου»; (Λουκ. 19:27). Ό Χριστός δεν είπε επίσης παραβολικώς για την καταστροφή των Ιουδαίων και της Ιερουσαλήμ από τα Ρωμαϊκά στρατεύματα, ότι «ό βασιλεύς εκείνος (αλληγορικώς ό Θεός) ώργίσθη, και πέμψας τα στρατεύματα αυτού απώλεσε τούς φονείς εκείνους και την πόλιν αυτών ένέπρησε»; (Ματθ. 22:7). Ό Χριστός για τις ήμερες της καταστροφής της Ιερουσαλήμ δεν είπε, ότι είναι ήμερες «έκδικήσεως», θείας εκδικήσεως; (Λουκ. 21:22). Έξ αφορμής των Γαλιλαίων, πού έσφαξε ό Πιλάτος, και εκείνων, πού σκοτώθηκαν από την πτώση πύργου, ό Χριστός δεν είπε, «εάν μή μετανοήτε, πάντες ωσαύτως άπολείσθε»; (Λουκ. 13:3 και 5).
Ό Χριστός δεν είπε, «Μή φοβηθήτε από των άποκτεννόντων το σώμα, την δέ ψυχήν μή δυναμένων άποκτείναι φοβήθητε δέ μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα άπολέσαι έν γεέννη»; (Ματθ. 10:28). Ό Χριστός δεν είπε για άλλη Ίεζάβελ και συνδεόμενους μαζί της, «Ιδού βάλλω αυτήν εις κλίνην και τούς μοιχεύοντας μετ’ αυτής εις θλίψιν μεγάλην, εάν μή μετανοήσωσιν εκ των έργων αυτής, και τα τέκνα αυτής άποκτενώ έν θανάτω, και γνώσονται πασαι αί έκκλησίαι, ότι εγώ είμι ό ερευνών νεφρούς και καρδίας, και δώσω ύμίν έκάστω κατά τα έργα υμών»; (Άποκ. 2:22-23).
Ό Θεός δεν θανάτωσε τον Άνανία και τη Σαπφείρα, πού είπαν ψέμα και προσέβαλαν το Άγιο Πνεύμα; Ό Θεός δεν τύφλωσε τον έλύμα, τον μάγο, πού διέστρεφε τούς ευθείς δρόμους του Κυρίου;
Ό Απόστολος δεν λέγει, «Αποκαλύπτεται οργή Θεού άπ’ ουρανού επί πάσαν άσέβειαν και άδικίαν ανθρώπων των την άλήθειαν έν αδικία κατεχόντων»; (Ρωμ. 1:18). Ό Απόστολος, απευθυνόμενος στον καταχραστή της αγάπης του Θεού, δεν λέγει, «Κατά την σκληρότητα σου και άμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτώ όργήν έν ήμέρα οργής και άποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού, ός αποδώσει έκάστω κατά τα έργα αυτού»; (Ρωμ. 2:5-6). Αποστολικός δεν είναι ό λόγος, «Φοβερόν το έμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»; (Έβρ. 10:31).
Τέλος, ό Θεός δεν λέγει, «Εγώ ό κτίζων κακά»; (Ήσ. 45:7). Και λόγοι προφητικοί, αποστολικοί, κυριακοί δεν είναι οι λόγοι της Γραφής για κρίση και δικαιοκρισία του Θεού, για ανταπόδοση από τον Κύριο κατά τα έργα εκάστου, για αιώνια καταισχύνη, για αιώνια κόλαση, για αιώνιο βασανισμό, για αιώνια δυστυχία των άσεβων, κακοποιών και αμετανόητων;
Ό Θεός έχει αγάπη προς τον άνθρωπο. Αλλά και ό άνθρωπος πρέπει να έχει αγάπη προς τον Θεό και τούς συνανθρώπους του. Και αν δεν έχει αγάπη, αλλά κακίες και κακά έργα, ό Θεός τον τιμωρεί παιδαγωγικώς, για να μετανοήσει και να διορθωθεί, ή παραδειγματικώς, για να ιδούν άλλοι και να φυλαχθούν από την αμαρτία ή να μετανοήσουν και να διορθωθούν. Ό Θεός τιμωρεί στη γη, τιμωρεί και στην αιωνιότητα. Και στη μεν γη τιμωρεί από αγάπη και δικαιοσύνη, στη δε αιωνιότητα τιμωρεί από δικαιοσύνη. Και συνεπώς, όσοι δεν παραδέχονται τον Θεό ως τιμωρό της αμαρτίας και της ασεβείας, αυτοί αιρετίζουν, διότι παρερμηνεύουν μία ιδιότητα του Θεού, την αγάπη, και καταργούν μία άλλη ιδιότητα του Θεού, τη δικαιοσύνη.