«Δεν θα επιτρέψει ο Θεός!…», «Δεν θα μας αφήσει ο Θεός!…» Φράσεις, που ακούμε καθημερινά από αρκετούς ανθρώπους, οι οποίοι οσφρίζονται δεινά για την πατρίδα μας, αλλά εκφράζουν μία σιγουριά για την σωστική και έγκαιρη επέμβαση του Θεού.
Ωστόσο, γεννάται μία απορία. Πως είναι τόσο σίγουροι; Από που αντλούν αυτήν την πεποίθηση για την απαλλαγή μας από κάποια επερχόμενα δεινά; Ποιος μας διαβεβαιώνει ότι ο Θεός θα μας γλυτώσει από τις επεκτατικές – για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους- διαθέσεις των γειτόνων μας, τις αρπαχτικές επιδιώξεις των «φίλων» μας και από τις συνέπειες που απορρέουν και από τα δύο; Και εν πάσει περιπτώσει, γιατί να το κάνει;
Ο ίδιος ο Θεός, ο Θεός μας, δεν επέτρεψε να πέσει η Βασιλίδα των πόλεων στα χέρια των αγαρηνών, να μαγαριστούν τα όσια και τα ιερά της φυλής μας, να βασανιστούν και να ατιμωθούν χιλιάδες γυναικόπαιδα; Ο Θεός μας, δεν επέτρεψε να παραμείνουμε 400, και στην Μακεδονία μας 500 χρόνια, σκλάβοι των απίστων με όλες τις συνεπακόλουθες συμφορές;
Ο Θεός μας, δεν επέτρεψε τους διωγμούς, τις σφαγές, τις ατιμώσεις, τις κακουχίες, τον ξεριζωμό, την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, της Μικράς Ασίας; Ο Θεός μας, δεν επέτρεψε τον πόνο, τα βάσανα, την δυστυχία, το κλάμα, του Γένους μας;
Γιατί να μην το επιτρέψει και τώρα; Γιατί να το αποτρέψει;
Επειδή ξεπεράσαμε στην διαστροφή τους κατοίκους των Σοδόμων και της Γομόρρας;
Επειδή υπερτερούμε σε αλαζονεία των κτιστάδων του πύργου της Βαβέλ;
Επειδή υπερέχουμε σε αποστασία και ύβρη από τον Ιουλιανό τον Παραβάτη;
Μα εμείς, αν και βαπτισμένοι χριστιανοί ορθόδοξοι ταυτιζόμαστε με τους, ανά τους αιώνες, πολεμίους του Χριστού!
Εμείς, δεν Τον θέλουμε τον Χριστό!
Εμείς, θεοποιήσαμε την ύλη, το χρήμα, την σάρκα, τις απολαύσεις… και σ’ αυτά ήταν εμπόδιο ο Χριστός!
Εμείς, βγάλαμε από την ζωή μας τον Χριστό!
Εμείς, Τον αρνούμαστε καθημερινά! Με τα λόγια (ίσως λιγότερο από όλα), με τις πράξεις, με τις επιθυμίες, με τις διαθέσεις, με όλη μας την βιοτή!
Ωσόσο, ποτέ δεν είναι αργά. «Το έλεός σου Κύριε, καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου», αναφωνεί ο Προφητάναξ Δαυίδ… Και ο φωτιστής και ιδρυτής της Έκκλησίας μας –πως θα μας αποκαλούσε άραγε αν ερχόταν σήμερα στο κλεινόν άστυ; σίγουρα όχι «…κατά πάντα ως δεισιδαιμονεστέρους…»- ο απ. Παύλος, λοιπόν, διακυρήσσει διά μέσου των αιώνων: «…ει απιστούμεν Εκείνος πιστός μένει…»… Ευτυχώς! Έχουμε έναν υπέροχο Θεό που μας αγαπά και μας περιμένει…
«…μακρόθυμος και πολυέλεος»… που μας καλεί καθημερινά, ιδίως αυτήν την περίοδο, σε μετάνοια. Ας μην αρνηθούμε την πρόσκλησή Του. Ας μην Του κλείσουμε την πόρτα της ψυχής μας! Και τότε, όσα δεινά και αν επιτρέψει η αγάπη Του να μας συμβούν, σίγουρα θα είναι για το καλό της ψυχής μας! Αμήν.