Του Θεολόγου Παπαδόπουλου, Βιολόγος
Σ’ ένα πολύ όμορφο κήρυγμα, άκουσα πως δεν αρκεί ο χριστιανός να μείνει στην Πίστη του και να αναπαυθεί σε αυτήν. Οφείλει και πρέπει να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, να κάνει ίσως το δυσκολότερο μα σημαντικότερο βήμα για τη σωτηρία του, να φτάσει στην Αγάπη. Αναρωτήθηκα λοιπόν πως μπορεί να καταφέρει κάτι τέτοιο, ποια είναι τα μέσα να το επιτύχει. Λίαν συντόμως βρήκα την απάντηση που αναζητούσα στον ίδιο το Λόγο του Θεού. Μα φυσικά διαμέσου της ελπίδος: νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα· μείζων δε τούτων η άγάπη (Α’ Κορ, 13,13).
Και η ελπίδα, ως ο ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ πίστεως και αγάπης, προσφέρεται θυσιαστικά μέσω των Αγίων Μυστηρίων της Εκκλησίας, η ελπίδα διεκδικείται και χαρίζεται μέσω της προσευχής και της ταπείνωσης, η ελπίδα ελκύεται και βιάζεται από την ψυχή εκείνη που κατοικεί σε σώμα που βιώνει την εκούσια κατά κόσμο ανυπαρξία, όπως σωστά ένας σύγχρονος θεολόγος επισημαίνει, από τον άνθρωπο που θυσιαστικά ο ίδιος θα δίδει και θα δίδεται στον πλησίον, ακατακρίτως, δίχως ιδιοτέλεια, δίχως υστεροβουλία, χωρίς ανταπόδοση και δικαίωμα επ’ αυτού.
Κι όλα αυτά για να έρθει το ποθούμενο, το οποίο ασυνειδήτως και ανεπαισθήτως θα προσφερθεί στο είναι μας από Τον όντως είναι. Η στιγμή όπου θα έλθη το τέλειο και τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται (Α’ Κορ, 13,10). Τότε που δε θα χρειάζεται η ψυχή καμιά άλλη απάντηση γιατί απλά τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον? τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην (Α’ Κορ, 13,12).