Τι υπήρχε στην αρχή; Τι θα γίνει στα έσχατα;
Δεν είναι τα ερωτήματα αυτά αδελφοί, το ίδιο δύσκολα με το ερώτημα: Τι γίνεται τώρα;
Όσο και να προσπαθεί ένας σκεπτόμενος άνθρωπος να καταλάβει τι συμβαίνει τώρα με τον εαυτό του και γύρω του, τόσο πιο απροσμάχητα του επιβάλλονται τα ερωτήματα: τι υπήρχε στην αρχή, τι θα γίνει στα έσχατα;
Ξεκινήστε απλά τη συζήτηση με τους ανθρώπους, για τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής… και θα παρατηρήσετε ότι σε καμιά δεκαριά λεπτά ο νους κάποιου ήδη θα χτυπήσει στους τοίχους της αρχής και του τέλους, και το στόμα κάποιου άλλου θα φωνάξει: Τι υπήρχε στην αρχή; Και τι θα συμβεί στα έσχατα;
Δύσκολα, μπορούμε να πιστέψουμε ότι ζούσε κάποτε στη γη έστω και ένας μόνον άνθρωπος με μάτια και μυαλό, με ψυχή και καρδιά, ο οποίος παρατηρώντας αυτόν τον κόσμο, και τον εαυτό του μέσα στον κόσμο, να μην αναλογίστηκε πάνω στην αρχή και το τέλος όλων αυτών, αφού ο κόσμος και ο άνθρωπος είναι σφραγισμένο γράμμα ανάμεσά σε ένα σωρό από σφραγισμένα γράμματα.
Δύσκολα , μπορούμε να πιστέψουμε ότι υπήρξε ποτέ έστω και ένας μορφωμένος άνθρωπος, ο οποίος μελετώντας εκείνο που συμβαίνει τώρα, είτε μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο, είτε στην ανθρώπινη κοινωνία είτε στη φύση, να μην αναλογίστηκε για κάθε μέρα τουλάχιστον μία φορά, την αρχή και το τέλος όλων αυτών που συμβαίνουν.
Και είναι δύσκολο να υπήρξε ποτέ, έστω και ένας άγιος άνθρωπος, ο οποίος έστω και για μία στιγμή θα διασπούσε αυτό που συμβαίνει τώρα, από εκείνο που υπήρχε στην αρχή και από αυτό που θα γίνει στους έσχατους καιρούς.
Τα ερωτήματα για την αρχή και το τέλος του κόσμου είναι τόσο φυσικά όσο θα ήταν και τα ερωτήματα του ανθρώπου, που ξαφνικά θα ξεπηδούσε από πυκνό δάσος σε έναν πλατύ δρόμο: «Από πού έρχεται αυτός ο δρόμος; Πού οδηγεί αυτός ο δρόμος;»
Φανταστείτε λοιπόν πως ξεπηδάτε ξαφνικά από πυκνό δάσος σε έναν ευρύ δρόμο, του οποίου δεν ξέρετε ούτε το τέλος ούτε την αρχή. Και φανταστείτε, πως στο δρόμο βρίσκετε ορισμένους από τους πιο σοφούς ανθρώπους, που μπορεί να γεννήσει η γη, να στέκονται και να φιλονικούν: Από πού έρχεται ο δρόμος και προς τα πού οδηγεί; Και εσείς προσεκτικά ακούτε τις απόψεις τους, παρατηρείτε τις δικές τους μετρήσεις σ’ εκείνο το μικρό κομμάτι του δρόμου που φαίνεται και συνδυάζετε τις αποδείξεις τους.
Και φανταστείτε πως εκείνη τη στιγμή της αναποφασιστικότητας και της απελπισίας σας, έρχεται στο δρόμο ένα παιδί, το οποίο σας λέει, πως έρχεται από την αρχή του δρόμου, απ’αυτή και αυτή την πόλη και ότι ταξιδεύει σε εκείνη και εκείνη την πόλη, όπου ο δρόμος τελειώνει. Ποιον θα πιστεύατε περισσότερο: τους σοφούς, οι οποίοι μαζί σας χοροπηδούν σε ένα μικρό κομμάτι του δρόμου και αναποδογυρίζουν κάθε πετρούλα του, ή το αμαθές παιδί, το οποίο λέει ότι έρχεται από την αρχή του δρόμου και ότι ξέρει την ονομασία της πόλης, στην οποία οδηγεί ο δρόμος;
Σίγουρα θα πιστεύατε περισσότερο ένα παιδί αυτόπτη παρά ολόκληρη βουλή σοφότατων ανθρώπων μη αυτοπτών.
Τέτοια υπόθεση έχουμε και εδώ, όπου στεκόμαστε στο δρόμο της ζωής και αναρωτιόμαστε για την αρχή και το τέλος του δρόμου. Εάν έστω και ένας Αυτόπτης φανεί από μακριά, είτε ψαράς, είτε ξυλουργός, είτε παιδί, εμείς την ίδια στιγμή θα αφήσουμε όλους τους σοφούς της γης και θα ακολουθήσουμε τον αυτόπτη. Ή μήπως το ζήσατε και μόνοι σας, όσο σοφοί και έμπειροι να είστε, να σας οδηγεί ένα αμαθές παιδί σε κάποια άγνωστα δάση και βουνά, για το οποίο οι δρόμοι, σαν αυτόπτης, είναι γνωστοί;
Καλά λοιπόν, εδώ έχουμε να κάνουμε με Αυτόπτη. Αυτός ο Αυτόπτης δεν είναι ο απόστολος Ιωάννης, ούτε ως ψαράς, ούτε ως γέροντας και σοφός, ούτε ως άνθρωπος γενικά, αλλά ο Ιησούς Χριστός, του οποίου ο Ιωάννης, ο εγγύτατος φίλος Του σημείωσε κάποια λόγια που τα άκουγε επανειλημμένα τρία χρόνια από το Δάσκαλό του.
Αυτός ο απόστολος Ιωάννης, γνωστοποιεί την ακόλουθη δήλωση του Χριστού περί της αρχής των πάντων: «Εν αρχή ην ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν.»
Όμως πριν αποφασίσουμε αν πιστεύουμε ή όχι, ας αναρωτηθούμε ποιοι ήταν εκείνοι οι σοφοί άνθρωποι που μας έχουν παραδώσει ανάλογες απαντήσεις και ποιος είναι αυτός, που μας δίνει αυτήν την απάντηση.
Ας πάρουμε τρία μέτρα: Ποιος απ’ αυτούς είναι πιο αναμάρτητος και πιο άγιος; Ποιος απ’ αυτούς είναι πιο στοργικός για μας, που ψάχνουμε τον δρόμο; Και ποιος απ’ αυτούς ήταν στην αρχή του δρόμου ως Αυτόπτης;
Μεταξύ των εκατομμυρίων ανθρώπινων όντων, που διαμόρφωσαν και εξέφρασαν απαντήσεις, υπήρξαν άνθρωποι πρώτης τάξεως μόρφωσης και υψηλής σοφίας, αλλά υπήρξαν και άλλοι με λιγότερη μόρφωση και σοφία και με περισσότερη μεροληψία και ρηχή μαχητικότητα, όμως από τότε που η μαύρη γη στρώνεται από εκατομμύρια ανθρώπινους και ζωικούς σκελετούς, ποτέ κανένας δάσκαλος ή οδηγός των ανθρώπων δεν έδωσε για τον εαυτό του αυτοπρόσωπη βεβαίωση, ότι Αυτός είναι η Αρχή και ότι Αυτός υπήρχε πριν από τη δημιουργία του κόσμου και συνεπώς ότι Αυτός είναι ο Αυτόπτης όλων όσων υπήρχαν πριν από τη δημιουργία και μετά, όταν το καλειδοσκόπιο των πραγμάτων και των όντων άρχισε να γυρίζει, παρά μόνο ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού.
Είναι πιο φυσικό λοιπόν να πιστεύουμε Αυτόν τον αγιότατο ανάμεσα στους αγίους, το στοργικότατο για μας ανάμεσα στις μητέρες, και οφθαλμοφανέστατο μάρτυρα και αυτόπτη εκείνου που μας χρειάζεται να ξέρουμε, παρά αυτούς , που είναι λιγότερο άγιοι, λιγότερο στοργικοί για μας και λιγότερο αυτοπρόσωποι και οφθαλμοφανείς μάρτυρες εκείνου που μας διηγούνται.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς – Αποσπάσματα από το βιβλίο: “Νέες ομιλίες υπό το όρος”