Άγιος Σιλουανός Αθωνίτης: Ο Σιλουανός ο Αθωνίτης, κατά κόσμον Συμεών Ιβάνοβιτς Αντονώφ, χωρικός από την επαρχία Λεμπεντιάσκ της Ρωσίας, γεννήθηκε το 1866 και ήρθε στο Άγιο Όρος το 1892. Έλαβε τον μανδύα το 1896 και έγινε μεγαλόσχημος το 1911.
Γεγονότα που στάθηκαν σταθμοί στη ζωή του κατά κόσμον Συμεών ήταν η επιρροή που είχε από το άγιο παράδειγμα του πατέρα του. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Όσιος «Ποτέ δεν θύμωνε, ήταν πάντοτε μετρημένος και ήσυχος με μεγάλη υπομονή, διάκριση και πραότητα. Να, ένα τέτοιο γέροντα ήθελα να έχω!».
Ο Συμεών νέος και δυνατός όντας, εργαζόταν σ’ ένα κτήμα ενός πρίγκηπα, όταν ο Θεός οικονόμησε να πάει για προσκύνημα στον τάφο του Αγίου Ιωάννου Σεζένωφ του έγκλειστου. Τότε εκεί η ψυχή του δέχτηκε τη χάρη του Θεού και γεύτηκε την θεία αγάπη. Από τότε προσευχόταν θερμά και με πολλά δάκρυα και του γεννήθηκε για πρώτη φορά ο πόθος για μοναχικό βίο.
Όμως για τρεις μήνες, – τόσο διήρκεσε η χάρις στον νεαρό τότε Συμεών – επανήλθε στις διασκεδάσεις με τους φίλους του και έχασε τελείως την Θεία Χάρη και την προσευχή του. Σιγά-σιγά έπεσε στα δίκτυα του κόσμου τούτου και έφτασε να πίνει και βότκα σε σημείο μέθης μαζί με την παρέα του, ώσπου μια μέρα κτύπησε έναν νεαρό μέθυσο, σχεδόν μέχρι θανάτου.
Όμως η Θεομήτωρ επενέβηκε με θαυμαστό τρόπο σώζοντάς τον από το βούρκο που ζούσε και φέρνοντας τον σε πραγματική μετάνοια και αλλαγή τρόπου ζωής. Στον ύπνο του είδε να καταπίνει ένα μεγάλο φίδι και ταράχτηκε τόσο από την αηδία που ένιωσε, που πετάχτηκε πάνω τρομαγμένος. Τότε άκουσε τη φωνή της Θεοτόκου να του λέει: «Όπως δεν σου άρεσε που κατάπιες το φίδι, έτσι δεν μου αρέσουν κι εμένα τα έργα σου». Η γλυκιά και γεμάτη πόνο φωνή της Παναγίας μας τον συγκλόνισε και ήταν η αφορμή ν’ αλλάξει αμέσως τρόπο ζωής και να ξαναγεννηθεί στην ψυχή του ο πόθος για τον μοναχισμό που κράτησε και σε όλη τη στρατιωτική του θητεία.
Κατά το τέλος της στρατιωτικής του θητείας επισκέφτηκε τον Άγιο Ιωάννη της Κροστάνδης και εκεί αφήνοντας ένα ολιγόλογο γράμμα στον άγιο, ο Συμεών έλεγε: «Άγιε πάτερ θέλω να γίνω μοναχός. Προσευχηθείτε να μην με κρατήσει ο κόσμος». Έφυγε αλλά από εκείνη τη στιγμή άρχισαν να βουΐζουν γύρω του οι φλόγες του Άδη και αυτό το αισθανόταν από τότε σ’ όλη τη μετέπειτα μοναχική του ζωή. Μετά από λίγο μετάβηκε στο Αγιο Όρος και συγκεκριμένα στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα, όπου εκεί άρχισε ο μεγάλος αγώνας του. Αλλεπάλληλες μεταπτώσεις από τη Χάρη στην πλήρη εγκατάλειψη του Θεού, μαρτύριο ανείπωτο για όσους το βίωσαν. Χαρακτηριστικά έλεγε ο Άγιος ότι «αυτός που δέχτηκε την αγάπη του Θεού στην ψυχή του δεν αντέχει την εγκατάλειψη της Χάριτος και πονεί άχρι θανάτου».
Έτσι λοιπόν ο Άγιος Σιλουανός μέχρι να γίνει δοχείο της Χάριτος του Χριστού και να πληρωθεί Πνεύματος Αγίου πέρασε δια πυρός και σιδήρου: θλίψεις, απόγνωση, βίωσε το σκοτάδι της κολάσεως, βρέθηκε στα έγκατα του Άδη! Όταν έφτασε στα όρια της θλίψεως και το εξέφρασε με το να πει στον Θεό ότι είναι αδυσώπητος, τότε γεύτηκε και τη χάρη ως «πυρ καταναλίσκον» στην καρδιά του από τη στιγμή που είδε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και του είπε τον κορυφαίο λόγο «Κράτα τον νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι». Από τότε έκαιγε μέσα του ο άσβεστος πόθος, οθείος έρωτας γι’ Αυτόν.
Η ευχή του Ιησού έκαιγε αδιαλείπτως στην ψυχή του, αφού του δόθηκε για τον ανδρείο αγώνα του από την ίδια τη Θεοτόκο! Πλέον τα δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα για όλο τον κόσμο και η καρδιά του πονούσε για όλη την κτίση, που ζούσε μακριά από τον Ποιητή και δημιουργό της. Η προσευχή του με πόνο βαθύ έβγαινε προς τον Θεό και έλεγε: «Δέομαι ουν σου Κύριε, ίνα γνωρίσωσίν Σε εν πνεύματι Αγίω πάντες οι λαοί της γης». Γι’ αυτό άλλωστε αγαπήθηκε πολύ ο Άγιος Σιλουανός από όλα σχεδόν τα έθνη και έγινε Παγκόσμιος Άγιος στις ψυχές όλων. Λίγες γραμμές δεν μπορούν να περιγράψουν τις αρετές ενός γίγαντα Αγίου, όπως την ανεξικακία του, την αγάπη του και ιδιαίτερα την αγάπη του προς τους εχθρούς, την αδιάλειπτη νοερά προσευχή του για όλα τα έθνη, τη χριστομίμητο ταπείνωσή του και την πλήρη υπακοή του σε κάθε αδερφό, όχι μόνο στον πνευματικό. Αρετές που ο Άγιος ήξερε να τις κρύβει πολύ καλά. Το 1915 βγήκε για λίγο από το Άγιο Όρος και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της πατρίδας του.
Εκοιμήθει στις 24 Σεπτεμβρίου του 1938 και στις 26 Νοεμβρίου 1987 έγινε η επίσημη κατάταξή του στο αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’
Χριστὸν διδάσκαλον ἐν ὀδῷ ταπεινώσεως προσευξάμενος ἔλαβες, μαρτυροῦντος τοῦ Πνεύματος, ἐν σῇ καρδία τὴν λύτρωσιν, διὰ τοῦτο ἀσκήσεως ἀνεδείχθης σὺ ὁδηγός, ὡς φωτὸς θείου ἔμπλεως. Ὅσιε πάτερ Σιλουανέ, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.