Όποτε είμαστε έξω από το έλεος του Θεού, είμαστε έξω από τούς εαυτούς μας. Αν συγκριθούμε με την πλήρη χάριτος αληθινή φύση μας, βλέπουμε ότι είμαστε σε μια κατάσταση όχι καλύτερη από του παράφρονος σε σύγκριση με τον υγιή άνθρωπο.
Μόνον ένας ευλογημένος άνθρωπος είναι φυσιολογικός άνθρωπος, δηλαδή άνθρωπος ανώτερης, ακηλίδωτης φύσεως, όπου δεσπόζει και κυβερνά η χάρη του Θεού. Ό άγιος Συμεών ό Νέος Θεολόγος λέει: «Μία λάμπα, ακόμη κι αν είναι γεμάτη με λάδι κι έχει φυτίλι, παραμένει κατασκότεινα αν δεν είναι αναμμένα.
Το ίδιο συμβαίνει και με μια ψυχή, που φαίνεται κοσμημένη με κάθε αρετή: αν δεν έχει το φως και τα χαρά του Αγίου Πνεύματος, είναι σβησμένα και σκοτεινά». (Ομιλία, Άρ. 59)
Όπως λέει ό πρωτοκορυφαίος Απόστολος: Χάριτι δε Θεού είμι ό είμι (Α’ Κορινθ. 15:10). Το να είμαστε χωρίς τα χαρά σημαίνει ότι έχουμε αποξενωθεί από τον Θεό και άπ’ όταν πραγματικότητα τας προσωπικής μας ύπαρξης. Ή ύπαρξή μας, ή προσωπικότητα μας, επιβεβαιώνει την πραγματικότητα μας και προσλαμβάνει την πληρότητα τας μόνο χαρά στην έγγύτατά τας προς τον Θεό.
Γι’ αυτό πρέπει να αντικρίζουμε τούς αμαρτωλούς όπως αντικρίζουμε τούς ασθενείς: ως αδύναμες σκιές δίχως πραγματικότητα και δίχως νου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΧΡΙΔΟΣ. ΜΗΝΑΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ.