ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ: Ας μη λείψωμε λοιπόν από την αγία Εκκλησία του Θεού, αφού παρέχει τόσο πλήθος μυστηρίων για τη σωτηρία μας κατά την τάξη των θεικών συμβόλων που ζωντανεύονται σ’ αυτή.
Μ’ αυτά καθέναν από μας, όταν μάλιστα ζη σωστά, τον ολοκληρώνει ανάλογα με το χαρακτήρα του σύμφωνα με το πρότυπο του Χριστού και -αποτέλεσμα ζωής χριστιανικής- οδηγεί στη φανέρωση το δώρο της υιοθεσίας, που δόθηκε με το άγιο Βάπτισμα και με τη χάρη του αγίου Πνεύματος. Ας παρουσιάσωμε λοιπόν τους εαυτούς μας με όλη τη δύναμη και την προθυμία μας άξιους των θεικών δωρεών κι ας ευχαριστήσωμε το Θεό με τα καλά μας έργα. Ας μη ζούμε όμοια με τους εθνικούς, που, μέσα στην αρρώστια της επιθυμίας, δε γνωρίζουν το Θεό. Αλλά, καθώς λέει ο θείος Απόστολος, ας νεκρώσωμε τα σαρκικά μέλη μας, την πορνεία, την ακαθαρσία, το πάθος, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία, που είναι ειδωλολατρεία -γι’ αυτά ξεσπά η οργή επάνω στους γιούς της ανυπακοής- ας νεκρώσωμε ακόμα κάθε πάθος και θυμό κι αισχρολογία και ψευτιά. Μ’ ένα λόγο, ας αποθέσωμε ολόκληρο τον παλαιό άνθρωπο, που καταστρέφεται παρασυρμένος από την επιθυμία της απάτης, μαζί με τα έργα του και τις επιθυμίες του κι ας περπατήσωμε άξια στο θέλημα του Θεού, που μας εκάλεσε στη βασιλεία και στη δόξα του. Ας φορέσωμε την ευσπλαχνία, την καλωσύνη, την ταπεινοφροσύνη, την πραότητα, την υπομονή. Ας ανεχώμαστε τους άλλους με αγάπη, κι ας χαριζώμαστε σ’ αυτούς, αν έχωμε κάποια αφορμή εναντίον τους, όπως κι ο Κύριος χαρίστηκε σ’ εμάς. Ας διατηρούμε παν’ απ’ όλα το δεσμό της τελειότητας, την αγάπη και την ειρήνη, στην οποία έχομε κληθή, για ν’ αποτελέσωμε ένα σώμα. Ας φορέσωμε, για να μην πολυλογώ, το νέο άνθρωπο, που ανανεώνεται στην επίγνωση, σύμφωνα με την εικόνα του Κτίστη του.
Με τέτοιο τρόπο ζωής θα μπορέσωμε να φτάσωμε στο τέρμα των θεικών υποσχέσεων, με την αγαθή ελπίδα να ολοκληρωθή η επίγνωση του θελήματός του, δίνοντας καρποφορία με κάθε σοφία και φρόνηση πνευματική και προοδεύοντας στην επίγνωση του Κυρίου. Ενισχυμένοι με κάθε ισχύ κατά τη δύναμη της δόξας του για κάθε κατάρτιση και χαρούμενη υπομονή θα ευχαριστούμε τον Πατέρα, που μας έκαμε ικανούς να μοιραστούμε μέσα στο φως τη μερίδα που κληρώθηκε στους αγίους.(83)
Της χάρης αυτής φανερή απόδειξη είναι η αυθόρμητη διάθεση αγάπης προς εκείνους που μοιραζόμαστε μαζί τους την ίδια καταγωγή. Έργο της είναι να οικειωνώμαστε, όσο μπορούμε, όπως το Θεό, όποιον συνάνθρωπό μας έχει σ’ οτιδήποτε την ανάγκη μας• να μην τον αφήνωμε αμελημένο κι αφρόντιστο• με την προθυμία που πρέπει, να δείχνουμε έμπρακτα την εσωτερική μας διάθεση ζωντανή προς το Θεό και τον αδελφό μας. Γιατί απόδειξη της διάθεσης είναι η πράξη. Τίποτα δεν κάνει τόσο εύκολο το δρόμο προς τη δικαιοσύνη, τίποτα δεν είναι τόσο επιτήδειο για τη θέωση -να πω έτσι- και για την προσέγγιση του Θεού, όσο το έλεoς που προσφέρεται από το βάθος της ψυχής με ικανοποίηση και χαρά σε όσους το έχουν ανάγκη. Ο Λόγος έδειξε ότι είναι Θεός αυτός που έχει ανάγκη να ευεργετηθή. Μη δεν είπε• Όσο επράξατε σ’ έναν απ’ αυτούς τους ασήμαντους αδελφούς μου, το επραξατε σ’ εμένα; ο Θεός είναι αυτός που το είπε. Επομένως πολύ περισσότερο, κι αυτόν που μπορεί να ευεργετήση κι ευεργετεί θα τον παρουσιάση αληθινά πως είναι Θεός κατά χάρη και συμμετοχή, επειδή της δικής του ευεργετικότητας ανέλαβε την άσκηση και δέχθηκε την ιδιότητα σαν καλός μιμητής. Κι αν είναι Θεός ο φτωχός από συγκατάβαση του Θεού, που έγινε φτωχός για μας και δέχεται με αγάπη επάνω στον εαυτό του τα πάθη του καθενός κι ως το τέλος της ζωής αυτής ανάλογα προς το πάθος καθενός πάντα θα υποφέρη μυστικά από αγάπη, είναι φανερό κατά φυσικό λόγο ότι περισσότερο θεός θα είναι αυτός, που μιμητής του Θεού, θεραπεύει όπως ο Θεός των άλλων τα πάθη από φιλανθρωπία με δικό του πάθος και δείχνει πως έχει μέσα του κατ’ αναλογία την ίδια με το Θεό δύναμη σωστικής πρόνοιας.(84)
Ποιος λοιπόν είναι τάχα τόσο αδιάφορος κι αργοκίνητος, ώστε να μην επιθυμή τη θεότητα, ενώ η απόκτησή της είναι τόσο λιγοέξοδη, εύκολη και ξεκούραστη; Υπάρχει γι’αυτήν ασφαλισμένο κι απαραβίαστο φυλακτήριο κι ευρύχωρος διάδρομος για τη σωτηρία. Χωρίς αυτή, νομίζω, καμμιά στ’ αλήθεια αρετή δε θα διατηρηθή αλώβητη, για όποιον την έχει επιτύχει. Είναι η αυτοπραγία η ιδιοπραγία, που μαθαίνοντας μ’ αυτήν να εξετάζωμε και να συλλογιζώμαστε μόνοι μας τα προβλήματά μας, εξασφαλιζόμαστε από το να πάθωμε άδικα από τους άλλους κάποια ζημία. Αν δηλαδή συνηθίσωμε να παρατηρούμε και να εξετάζωμε τον εαυτό μας μόνο, ποτέ δε θα ενοχληθούμε με όσα ανήκουν στους άλλους, πως τάχα τα έχουν αποχτήσει. Θ’ αναγνωρίζωμε ένα μονάχα κριτή και σοφό και δίκαιο, το Θεό, που κρίνει με σοφία και δικαιοσύνη όλα όσα γίνονται και μάλιστα για ποιο λόγο έχουν γίνει κι όχι με ποιο τρόπο μόνο εκδηλώνονται. Για τον τρόπο μπορούν ίσως να κρίνουν κι οι άνθρωποι παρατηρώντας αμυδρά τα φαινόμενα• αλλά βέβαια ούτε η αλήθεια ούτε η αιτία όσων γίνονται βρίσκονται σ’ αυτά. Ο Θεός όμως βλέπει τη μυστική της ψυχής κίνηση, το αόρατο σάλεμα, τον ίδιο το λόγο που έγινε κίνητρο της ψυχής και το σκοπό και το στόχο του λόγου, δηλαδή το προστοχασμένο τέλος κάθε πράξης. Και κρίνει δίκαια, όπως είπα, όλα όσα πράττουν οι άνθρωποι. Τούτο αν επιδιώξωμε να επιτύχωμε κι αν αυτοπεριορίσωμε τον εαυτό μας κόβοντας ολότελα, αν μπορούμε, την προσκόλλησή μας στα εξωτερικά κι αν δεν αφήνωμε ούτε το μάτι να βλέπη ούτε το αυτί ν’ ακούη ούτε τη γλώσσα να μιλάη για τα ξένα πράγματα, έχει καλά. Αλλιώς, ας τα χρησιμοποιούμε περισσότερο με συμπάθεια παρά με εμπάθεια και να τ’ αφήνωμε να βλέπουν προς ωφέλειά μας, ν’ ακούνε και να μιλούν. Και πάλι τόσο μονάχα, όσο κρίνει ο θείος λόγος, που ηνιοχεί. Γιατί δεν γλιστρά στην αμαρτία τίποτ’ άλλο περισσότερο από τα όργανα αυτά, αν δεν τα παιδαγωγή ο λόγος και τίποτα πάλι δεν είναι προθυμότερο απ’ αυτά για τη σωτηρία, όταν ο λόγος τα βάζη σε τάξη και σειρά και τα οδηγή όπου πρέπει και θέλει.
Υποσημειώσεις
Μια νέα παρότρυνση για να μην απουσιάζωμε από την Εκκλησία, μέσα στην οποία τελούνται τα Μυστήρια της σωτηρίας μας. Μόνο μ’ αυτό κάνομε να εμφανισθή η χάρη που πήραμε κατά το Βάπτισμα, σε μία ζωή σύμφωνη με το Χριστό. Ο άγιος Μάξιμος δε νομίζει ότι η απλή παρουσία στην τέλεση των Μυστηρίων μέσα στην Εκκλησία, μας οδηγεί στην τελειότητα του Χριστού. Αλλά νομίζει ότι στη διαδρομή των ακολουθιών, που τελούνται μέσα στην Εκκλησία, δεχόμαστε τις δυνάμεις για την πνευματική μας πρόοδο, στην οποία οφείλομε να συντελέσωμε κι εμείς με τις προσπάθειες μας. Στην κυριολεξία, η ίδια η παρουσία σ’ αυτές τις ακολουθίες, όταν γίνεται με προσοχή στο νόημα κάθε πράγματος που γίνεται και λέγεται στη διαδρομή της ακολουθίας, είναι μια τέτοια προσπάθεια. Υπάρχει πάντοτε ένας δεσμός αδιάλυτος ανάμεσα στο δώρο και στην προσπάθεια να το δεχθούμε και να το φυτέψωμε μέσα στην ψυχή. Μόνο με τη συζυγία των προσπαθειών μας με τη συμμετοχή μας στα Μυστήρια που τελούνται μέσα στην Εκκλησία μπορούμε να φτάσωμε στο νέον άνθρωπο κατά την εικόνα του Θεού. Καταλήγομε σ’ αυτή την κατάσταση μόνο πραγματοποιώντας τη θεία θέληση και προχωρώντας στη γνώση του Θεού, πάντοτε βοηθημένοι από το Θεό. Έτσι μόνο, θα μετάσχωμε στον κλήρο των αγίων μέσα στο φως. Είναι το φως της ολοκληρωμένης γνώσης και της τέλειας καθαρότητας της καρδιάς, που είναι συνάμα η αντανάκλαση της υπερπλεονάζουσας θείας πνευματικότητας και της τέλειας καθαρότητας μέσα στο είναι μας.
Για να δείξη ότι οι εξηγήσεις του δεν προτρέπουν στο κλείσιμο των ανθρώπων μέσα στη μοναχική θεωρία του Θεού, ο άγιος Μάξιμος τελειώνει το έργο του μ’ ένα εγκώμιο, αφιερωμένο στην ευσπλαχνία και στην αγάπη προς τους ανθρώπους. Θέτει αυτές τις αρετές, όπως και στα άλλα έργα του, πάνω από κάθε τι. Η απόδειξη η πιο λαμπρή της ενέργειας της χάρης μέσα μας είναι το συμπαθητικό συναίσθημα προς τον πλησίον. Μ’ αυτό επιθυμούμε να κάνωμε οικείο σ’ εμάς αυτόν που έχει ανάγκη από τη βοήθειά μας, όπως θέλομε να κάνωμε οικείο σ’ εμάς το Θεό. Τίποτα δε συντελεί τόσο δυνατά στη δικαίωση, στη θέωση και στην προσέγγισή μας στο Θεό, όσο η ευσπλαχνία που εκδηλώνεται προς εκείνους που την έχουν ανάγκη. Εάν ο Λόγος έχη διακηρύξει Θεόν εκείνον που υποφέρει (Ματθ, κε’ 40), πολύ περισσότερο θ’ αποδειχθή Θεός κατά χάρη, εκείνος που πράττει το αγαθό, αφού οικειοποιείται την ευεργετική ενέργεια του Θεού. Κι αν ο φτωχός είναι Θεός για τη συγκατάβαση του Θεού, που έγινε φτωχός για μας και πήρε επάνω του, με συμπάθεια, τον πόνο του καθενός ως το τέλος του κόσμου, υποφέροντας μυστηριωδώς, εξαιτίας της καλωσύνης του, κατά το μέτρο του πόνου καθενός (ο Πασκάλ είπε πολύ πιο αργά: ο Ιησούς θα βρίσκεται σε αγωνία ως το τέλος του κόσμου), τόσο περισσότερο θα είναι θεός εκείνος, που θεραπεύει κατά μίμηση του Θεού τους πόνους των άλλων, δείχνοντας έτσι ότι έχει την ίδια δύναμη συναισθήματος με το Θεό, κατ’ αναλογία προς τη θεία Πρόνοια. Ο άγιος Μάξιμος δίνει ανάγλυφα τη διάκριση ανάμεσα στην εκτέλεση ενός πράγματος με συμπάθεια η με πάθος -ο Θεός μπορεί να έχη τη συμπάθεια, όχι όμως με πάθος. η συμπάθεια είναι η αφιλοκερδής αγάπη για τον άλλο, το σύμπάσχειν μαζί του• το πάθος είναι εγωισμός, είναι πόνος για μας τους ίδιους. Ο άγιος Μάξιμος χρησιμοποιεί την αλήθεια της άκτιστης ενέργειας του Θεού, για να κάνη ανάγλυφο το γεγονός ότι μας κρατεί όλους δεμένους μαζί Του, με την πράξη της συμπάθειάς Του προς όλους, σύμφωνα με τον πόνο καθενός και με τις ευεργεσίες που παρέχει σ’ όλους με την ενέργειά Του που απευθύνεται σ’ όλους. Γιατί η ενέργεια του Θεού δεν είναι κλεισμένη σ’ Αυτόν, αλλά κατευθύνεται προς τα δημιουργήματα, σ’ όλα τα δημιουργήματα. Οικειωνόμαστε κι εμείς επίσης αυτή την ενέργεια με τη συμπάθεια και την αγαθοποιία. Μ’ αυτά τα τελευταία η άκτιστη ενέργεια του Θεού μας κρατάει όλους δεμένους μεταξύ μας. Γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν κάνει κάποτε συγκεκριμένη τη συμπάθειά του έναντι μερικών ανθρώπων και δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην είναι αντικείμενο κάποιας συμπάθειας και αγαθοποιίας. Είναι η πιο ευεργετική, κοσμική και αποτελεσματική παρουσία του Θεού στον κόσμο και ταυτόχρονα η πιο ευγενική μορφή του παγκόσμιου συνδέσμου ανάμεσα στους ανθρώπους. Μόνο με την πραγματοποίηση της συμπάθειας αυτής, ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίζη με την εμπειρία το θείο Λόγο, που ενώνει όλους τους λόγους μεταξύ τους και μ’ εκείνο τον Ίδιο.