ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: (…)Πραγματικά δεν έχω τι να πω για τη σημερινή πανήγυρη. Διότι η μεν πανήγυρη παρακινεί τη γλώσσα μου στο να κατηγορήσω τον Ιούδα, ενώ η φιλανθρωπία του Σωτήρα μου την γυρίζει πίσω.
Και είμαι κυριευμένος από αυτά τα δύο, από μίσος εναντίον του προδότη, και αγάπη για τον Κύριο. Το μίσος όμως το νικάει η αγάπη, διότι είναι μεγαλύτερη και δυνατότερη. Γι᾽ αυτό, αφήνοντας κατά μέρος τον προδότη, εξυμνώ τον ευεργέτη, όχι όσο είναι άξιος, αλλ᾽ όσον επιτρέπουν οι δυνάμεις μου να Τον εξυμνήσω.
Πως άφησε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη; Πως Εκείνος που γεμίζει ολόκληρη την κτίση, ήρθε προς εμένα, και έγινε για χάρη μου άνθρωπος σαν και μένα; Πως πήρε μαθητή Του εκείνον που γνώριζε ότι θα γίνει προδότης και έδωσε εντολή στον εχθρό Του να Τον ακολουθεί σαν φίλος; Πως δεν Τον ενδιέφερε η προδοσία, αλλά φρόντιζε για τη σωτηρία εκείνου που θα Τον πρόδιδε; Διότι, λέγει, «Όταν βράδυασε καθόταν ο Ιησούς μαζί με τους δώδεκα μαθητές Του και, ενώ έτρωγαν αυτοί, είπε· Αλήθεια σας λέγω, ένας από σας θα με παραδώσει» (Ματθ. 26, 20-21).
Προείπε την προδοσία για να εμποδίσει το παρανόμημα. Την προείπε χωρίς ν᾽ αναφέρει το πρόσωπο του προδότη, αλλά δεν μπόρεσε αυτό ν᾽ αποτρέψει την παρανομία του μαθητή, αυτή που αγνοούσαν εκείνοι που κάθονταν στο ίδιο τραπέζι. Ποιος είδε τέτοια φιλανθρωπία κυρίου; Και προδίνεται και αγαπά τον προδότη. Ποιος περιφρονείται και δείχνει ευσπλαχνία; Ποιος πουλιέται και κάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον κακό έμπορο, δείχνοντας όλη τη φροντίδα του προς εκείνον που τον επιβουλεύεται;
«Και ενώ έτρωγαν αυτοί, είπε· Αλήθεια σας λέγω, ότι ένας από σας θα με παραδώσει». Σαν άνθρωπος έτρωγε και σαν Θεός μιλούσε για το μέλλον. Για χάρη μου κάμνει εκείνα που ταιριάζουν στην φύση μου. Επειδή όλοι οι μαθητές ταράχθηκαν με τα λόγια αυτά και δέχονταν τους φοβερούς ελέγχους της συνειδήσεώς τους και μετέτρεψαν την ώρα του δείπνου σε ώρα λύπης, λέγοντας ο καθένας, «Μήπως είμαι εγώ, Κύριε;» (Ματθ. 26, 22), θέλοντας με τα λόγια της ερωτήσεως, να βρούν την ησυχία από την κακή υπόνοια. Καθησυχάζοντας ο Σωτήρ τις ψυχές εκείνων που ήταν άδικα ταραγμένοι, φανερώνει με την απάντηση τον αγνοούμενο: «εκείνος που βούτηξε», λέγει, «μαζί μου το χέρι του στο πιάτο, αυτός θα με παραδώσει.
Και ο Υιός του ανθρώπου βέβαια πηγαίνει όπως είναι γραμμένο γι᾽ αυτόν, αλλοίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο από τον οποίο παραδίνεται ο Υιός του ανθρώπου· θα ήταν καλύτερα γι᾽ αυτόν τον άνθρωπο εάν δεν είχε γεννηθεί» (Ματθ. 26, 23-24). Βοηθάει εκείνον που δεν λυπήθηκε την ψυχή του. Επέμενε να δείχνει το ενδιαφέρον για εκείνον που από παλιά αδιαφόρησε για τον εαυτό του, δίνοντας και σ᾽ εκείνον την ευκαιρία για μετάνοια, και καθησυχάζοντας την αγωνία των υπολοίπων μαθητών. Όμως καθόλου καλύτερος δεν έγινε με όλα αυτά ο προδότης.
Έπρεπε δηλαδή αυτός μετά από τα φοβερά εκείνα λόγια να φύγει αμέσως από το δείπνο. Έπρεπε να ζητήσει τη μεσολάβηση των Μαθητών. Έπρεπε να γονατίσει και ν᾽ αγκαλιάσει τα γόνατα του Σωτήρα και να Τον παρακαλέσει μ᾽ αυτά περίπου τα λόγια: «αμάρτησα, φιλάνθρωπε, αμάρτησα, παρανόμησα, πωλώντας για λίγο τίμημα τον ατίμητο μαργαρίτη.
Παρανόμησα παραδίνοντας για λίγα χρήματα τον αδαπάνητο πλούτο. Συγχώρησε εμένα τον έμπορο της ζημίας και της απώλειας. Συγχώρησέ με που ο λογισμός μου κυριεύθηκε από τον χρυσό. Συγχώρησέ με που εξαπατήθηκα πολύ ελεεινά από τους Φαρισαίους».
Τίποτε από τα λόγια αυτά δεν είπε ούτε σκέφθηκε. Αντίθετα με σκληρή φωνή φανέρωνε τη θρασύτητα της ψυχής του λέγοντας: «Μήπως είμαι εγώ, Κύριε;» (Ματθ. 26, 25). Πω, πω αδιαντροπιά γλώσσας, πω, πω ψυχή σκληρή. Ρωτάει σαν να μη γνωρίζει εκείνα που ο ίδιος εμελέτησε, και νόμιζε ότι διαφεύγουν την προσοχή του «ακοιμήτου οφθαλμού».
Στην ψυχή του φύλαγε τη δολιότητα και με τη γλώσσα πρόφερνε τα λόγια εκείνα που έδειχναν άγνοια. Με τη σκέψη διέπραξε την προδοσία, και με το στόμα, όπως νόμισε, έκρυβε την αμαρτία. Χρησιμοποίησε τα ίδια λόγια με τους άλλους Μαθητές. Δεν χρησιμοποίησε όμως και την ίδια συμπεριφορά. Ενώ ήταν λύκος ως προς τις προθέσεις, απάντησε με τη φωνή των προβάτων.
– Τι απαντά λοιπόν προς αυτόν ο Σωτήρας; «Συ το είπες». Με φωνή γεμάτη από μακροθυμία έλεγξε τη σκηνοθεσία του πονηρού. Μπορούσε βέβαια να πεί προς αυτόν: «Τι λες σιχαμερέ και πονηρέ; τι λες, δούλε των χρημάτων και γνήσιε συνεργάτη του διαβόλου; Τολμάς να υποκρίνεσαι άγνοια; Τολμάς να κρύβεις εκείνα που δεν μπορούν να κρυβούν; Μήπως δεν το ήξερα που κατέστρωνες τα πανούργα σχέδιά σου εναντίον της θεότητας;
Μήπως δεν σε είδα με τον οφθαλμό της θεότητας να επισκέπτεσαι τους αρχιερείς; Μήπως δεν σε άκουα, αν και ήμουν απών, να λες, \”Τι θέλετε να μου δώσετε, για να σας παραδώσω αυτόν;\” (Ματθ. 26, 15). Μήπως δεν γνωρίζω και πόσο με πούλησες; Γιατί λοιπόν μετά τον έλεγχο εξακολουθείς να δείχνεις την ίδια αδιαντροπιά;
Γιατί προσπαθείς να καλύψεις εκείνα που θέλεις να κάνεις; Σ᾽ εμένα όλα είναι φανερά». Ενώ μπορούσε έτσι ν᾽ απαντήσει ο Χριστός, όμως δεν μίλησε έτσι, αλλά μίλησε με απλότητα, ανεξικακία και καλωσύνη, «Συ το είπες», διδάσκοντάς μας έτσι πως να συμπεριφερόμαστε προς τους εχθρούς μας. Όμως μετά από τόση θεραπεία εξακολούθησε ο Ιούδας να ασθενεί, όχι όμως εξ αιτίας της αδιαφορίας του ιατρού, αλλ᾽ εξ αιτίας της αδιαφορίας του ασθενή. Διότι ο Κύριος του πρόσφερε όλα τα φάρμακα της σωτηρίας, όμως αυτός δεν θέλησε να τη δεχθεί , αλλά, γνωρίζοντας μόνο τη φιλαργυρία, αγάπησε περισσότερο τον χρυσό παρά τον Χριστό, και έγινε αγαπητός και προσιτός σ᾽ εκείνους που του πρόσφεραν το μισθό.
«Και, αφού πλησίασε ο Ιούδας, είπε στο Χριστό: \”Χαίρε, δάσκαλε\”, και φίλησε αυτόν» (Ματθ. 26, 49). Παράξενος αυτός ο τρόπος της προδοσίας, που συνοδεύεται από φίλημα και προσφώνηση. «Ο Ιησούς τότε είπε σ᾽ αυτόν· Φίλε, γιατί ήρθες» (Ματθ. 26, 50). Γιατί μου λες να χαίρομαι, τη στιγμή που προτίμησες να με λυπήσεις; Γιατί με τα λόγια ενδιαφέρεσαι για μένα, ενώ με πληγώνεις με τις πράξεις σου; Με ονομάζεις δάσκαλο, ενώ δεν είσαι μαθητής; Γιατί καταχρηστεύεις τους κανόνες της αγάπης; Γιατί κάμνεις σύμβολο προδοσίας το σύμβολο της ειρήνης; Ποιόν μιμήθηκες και έκανες αυτό; Έτσι είδες προηγουμένως την πόρνη να φιλά τα πόδια μου; Έτσι είδες τους δαίμονες να υποτάσσονται; Γνωρίζω ποιος σου υπέδειξε την οδό του δολερού φιλήματος: Ο διάβολος σε συμβούλεψε τον τρόπο αυτού του εναγκαλισμού, και συ πείσθηκες στα λόγια του κακού συμβούλου και πραγματοποιείς το θέλημά του.
«Φίλε, γιατί ήρθες;» Πραγματοποίησε τις κακές συμφωνίες που έχεις κάνει με τους Φαρισαίους. Εκτέλεσε το συμβόλαιο της πωλήσεως. Υπόγραψε εκείνο που υπαγόρευσες. Παράδωσε Εκείνον που εκούσια παραδίδεται. Απόκτησε πλέον μαζί με το βαλάντιο των χρημάτων και το βαλάντιο της αδικίας. Παραχώρησε τη θέση σου στο ληστή που πρόκειται να την πάρει με την ομολογία του, εκείνη που έχασες εσύ με την προδοσία.
«Τότε πλησίασαν τον Ιησού και τον συνέλαβαν» (Ματθ. 26, 50). Και έτσι πραγματοποιούνται τα προφητικά εκείνα λόγια· «Με περικύκλωσαν όπως οι μέλισσες την κηρήθρα και κατακάηκαν όπως καίγονται τα αγκάθια από τη φωτιά» (Ψαλμ. 117, 12), και αλλού πάλι· «Με περικύκλωσαν πολλοί σκύλοι, και με απέκλεισαν όπως οι καλοθρεμμένοι ταύροι» (Ψαλμ. 21, 17). Αλλ᾽ όμως πόσο μεγάλη είναι η ανεξικακία, που ταιριάζει μόνο σ᾽ Αυτόν. Στον ουρανό τα Χερουβίμ και τα Σεραφίμ δεν τολμούν να αντικρύσουν την υπερβολική δόξα Του και γι᾽ αυτό με τις πτέρυγές τους, σαν ακριβώς με χέρια, καλύπτουν τα πρόσωπά τους. Στη γη, ανεχόταν το σώμα Του να συλληφθεί, από χέρια παράνομα.
Είδατε Ποιού μακρόθυμου και φιλάνθρωπου Κυρίου δούλοι γίνατε; Γίνεσθε λοιπόν τέτοιοι προς τους εχθρούς σας, τους συνδούλους σας, όπως είδατε τον Κύριο να συμπεριφέρεται προς τους εχθρούς Του. Διότι πρόκειται και σείς να προσκληθείτε σε πνευματικό δείπνο. Πρόκειται να καθίσετε σ᾽ αυτό μαζί με τον Κύριο. Ας μη βρεθεί ανάμεσά σας κανένας Ιούδας ως προς τη συμπεριφορά. Όλοι πλησιάστε την Τράπεζα με γαλήνη και ειρήνη. Όλοι ας τρέξουμε κοντά στον Σωτήρα με καθαρή συνείδηση. Διότι Αυτός είναι η νηστεία των πιστών και το συμπόσιο. Αυτός είναι ο χορηγός της τροφής και η ίδια η τροφή. Αυτός είναι ο Ποιμένας και το πρόβατο. Σ᾽ Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.