της Σοφίας Ντρέκου
Ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός είναι ο επιφανέστερος, ο «άριστος θεολόγος» της Εκκλησίας μας, μετά τον ευαγγελιστή Ιωάννη. Το θεολογικό του βάθος και η έντονη ποιητικότητα στο έργο του, τον ύψωσαν σε πρότυπο μοναδικού κάλλους και λάμψεως. Ο Γρηγόριος υπήρξε ο ποιητής που έγινε μεγάλος θεολόγος.
Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός
(περ. 329 – 25 Ιανουαρίου 389 ή 390)
Εορτάζει στις 25 Ιανουαρίου εκάστου έτους.
«Ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός (περ. 329 μ.Χ. – 25 Ιανουαρίου 389 ή 390 μ.Χ.) (επίσης γνωστός ως Γρηγόριος Θεολόγος και Γρηγόριος της Ναζιανζού) ήταν Αρχιεπίσκοπος της Κωνσταντινουπόλεως τον 4ο αιώνα μ.Χ. Θεωρείται ευρέως ως ο πιο ταλαντούχος ρήτορας μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας. Ως κλασικά εκπαιδευμένος ομιλητής και φιλόσοφος του Ελληνισμού, κατάφερε να συνδυάσει τον Ελληνισμό με την πρώτη εκκλησία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Ο Γρηγόριος είχε σημαντικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση της Τριαδικής θεολογίας τόσο μεταξύ των ελληνόφωνων και λατινοφώνων θεολόγων και έγινε γνωστός ως «Τριαδικός Θεολόγος». Τα περισσότερα από τα έργα του επηρεάζουν τους σύγχρονους θεολόγους, ειδικά όσον αφορά τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας. Επίσης ήταν φίλος με δύο αδέρφια, τον Βασίλειο και τον Ιωάννη.
Ο Γρηγόριος είναι άγιος και της Ανατολικής και της Δυτικής Χριστιανικής Εκκλησίας. Στη Ρωμαϊκή Καθολική Εκκλησία θεωρείται ως ένας από τους Δασκάλους της Εκκλησίας – στην Ανατολική Ορθόδοξη και στη Δυτική Καθολική Εκκλησία είναι γνωστός ως ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, μαζί με το Βασίλειο τον Μέγα και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο.»[1]
Στυλιανός Παπαδόπουλος:
1. Γενική θεώρηση (Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος)
«O Γρηγόριος Θεολόγος, ο Ναζιανζηνός, είναι ο επιφανέστερος, ο «άριστος» θεολόγος της Εκκλησίας μετά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Το θεολογικό του βάθος και η έντονη ποιητικότητα στο έργο του τον ύψωσαν σε πρότυπο μοναδικού κάλλους και λάμψεως. Ο Γρηγόριος υπήρξε ο ποιητής που έγινε μεγάλος θεολόγος. Η ευαισθησία χαρακτήριζε το είναι του με τρόπο καθολικό και τον οδηγούσε σε αλλεπάλληλες απογοητεύσεις, σ’ ένα είδος συνεχούς φυγής από καταστάσεις, στις οποίες εμπλεκόταν με πιέσεις τρίτων αλλά πάντως θεληματικά.
Η «φυγή» του ήταν συνάρτηση της αναπτυγμένης ευαισθησίας του και της κλίσεως για τον μονήρη νηπτικό βίο. Πίστευε ότι «μεγίστη πράξις εστιν η απραξία» (Επιστ. 49), ο θεωρητικός ή θεοπτικός βίος.
Απέφευγε συστηματικά την δραστηριοποίηση του στο έργο της Εκκλησίας, αλλά τελικά και ποιμαντική φροντίδα ανέλαβε και τα μεγάλα θεολογικά προβλήματα αντιμετώπισε. Η συνύπαρξη των αντιθέσεων στο είναι του επιτεύχτηκε, διότι ο Γρηγόριος δεν ήταν μόνο ποιητής και νηπτικός, αλλά και μέγας θεολόγος, που φρονούσε ότι όφειλε να «καρποφορεί», να «ωφελεί» την Εκκλησία και μάλιστα να «δημοσιεύη την έλλαμψιν» του (Λόγος IB’ 4. PG 35, 848ΑΒ). Στην περίπτωση του Γρηγορίου συνέβη το εξής θαυμαστό: ενώθηκαν ασύγχυτα ο ποιητής, ο νηπτικός και ο θεολόγος. Η τριπολικότητα του προσώπου του αποτελεί το μεγαλείο του, αλλά και την πρώτη δυσχέρεια ερμηνείας του.»[2]
«Κάθε χρόνο του αγίου Γρηγορίου κάνω την ίδια ανάρτηση και κάθε χρόνο δεν βαριέμαι να την επαναλαμβάνω! Πώς να μην αγαπήσεις τον θεολόγο Γρηγόριο; Έναν ευαίσθητο πληγωμένο ποιητή πού έφαγε τόσες μπόρες, έφυγε την ιερωσύνην το πρώτον, κράτησε την ορθοδοξία μόνος του, υπέμεινε επιθέσεις και βανδαλισμούς αρειανών νύχτα Ανάστασης στην Εκκλησία και μόνο με ένα βλέμμα σιωπηλό τους αναχαίτισε, παραιτήθηκε από την κανονική του έδρα στην αρχιεπισκοπή Κων/πολης για να ειρηνεύσει η Εκκλησία, χωρίς γογγυσμό και στο τέλος της ποιητικής του ζωής, γέρος, ξεχασμένος και απομονωμένος είπε αυτά τα συνταρακτικά λόγια:
Ερωτάς πώς τα ημέτερα. Και λίαν πικρώς. Βασίλειον ουκ έχω, Καισάριον ουκ έχω, τον πνευματικόν αδελφόν και τον σωματικόν. «Ο πατήρ μου και μήτηρ μου εγκατέλειπόν με;» μετά του Δαβίδ φθέγγομαι. Τα του σώματος πονηρώς έχει, το γήρας υπέρ κεφαλής, φροντίδων επιπλοκαί, πραγμάτων επιδρομαί, τα των φίλων άπιστα, τα της Εκκλησίας αποίμαντα. Έρρει τα καλά, γυμνά τα κακά, ο πλούς εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός καθεύδει. Τί χρή παθείν; Μία μοι των κακών λύσις, ο θάνατος. Και τα εκείθεν μοι φοβερά, τοις εντεύθεν τεκμαιρομένω»;.»[3]
«Μωρέ πόσο τον αγαπώ τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο; Πολύ μελαγχολικός και ιδιαίτερα ευαισθητούλης. Ακούστε τι λέει σε κάτι δύσκολες προσωπικές στιγμές του, έτσι για να παίρνουμε δύναμη και εμείς που γκρεμοτσακιζόμαστε καθημερινά και για να καταλάβουμε ότι οι άγιοι δεν είναι σούπερμαν όπως πολλοί θέλουν να μας του παρουσιάσουν.
«Ρωτάς πώς τα πάω – άσε, πολλή πίκρα. Μού λείπει ο Βασίλης, ο πνευματικός μου αδερφός, και ο Καισάριος, ο βιολογικός μου αδερφός. «Ο πατέρας και η μητέρα μου μ’ έχουν εγκαταλείψει», για να το πω με τα λόγια του Δαυίδ. Τα τού σώματος πονεμένα, τα γηρατιά επικρέμονται πάνω από το κεφάλι μου, οι υποχρεώσεις με εξαντλούν, τα προβλήματα συσσωρεύονται, οι φίλοι με προδίδουν, η Εκκλησία διαλύεται. Χάθηκαν τα καλά, έμειναν τα στραβά, μέσα στη μαύρη νύχτα αρμενίζω, και φως πουθενά, ο Χριστός κοιμάται. Τι άλλο πρέπει πια να πάθω; μια μόνο λύση υπάρχει για τα βάσανά μου, ο θάνατος. Αν κρίνω όμως με βάση τα εδώ, κι εκεί απαίσια θα είναι!»[4]
Ποιήματα του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου
Γρηγόριος ο Θεολόγος: Γνωμικά τετράστιχα, ποίημα ΛΓ’
*Όταν κάποια προσβολή κάποτε καίει την ψυχή σου,
φέρε στο νού το Χριστό και τα χτυπήματα του
και πόσο μέρος απ’τις πληγές του Κυρίου είναι τούτα·
κι αυτό θα είναι το νερό να σβήσεις τη λύπη σου.
*Ο έρωτας, η μέθη, η ζήλεια κι ο δαίμονας είναι ίσα·
όποιον χτυπήσουν, βουλιάζουν το μυαλό του·
το λιώσιμο, η προσευχή, τα δάκρυα, να τα φάρμακα.
Αυτή είναι η γιατρειά στα δικά μου πάθη.
*Τίποτα μή θεωρείς ισάξιο με τον πιστό φίλο,
που δεν τον έφερε το ποτήρι κι η ταραχή του καιρού·
αλλά αυτός δεν χαρίζει παρά μόνο ότι μας συμφέρει.
Αναγνώριζε όρια της έχθρας, όχι όμως της φιλίας.
*Γιατί να θεωρούμαι αίτιο για όλα το δόλιο
εχθρό, αφού του δίνομε εξουσία με τον τρόπο που ζούμε;
Να κατηγορείς τον εαυτό σου ή για όλα ή για τα πιο πολλά·
τη φωτιά βάζομε εμείς, η φλόγα είναι του Πνεύματος.
*Η όψη συναρπαστική, κρατήθηκα όμως·
δεν έστησα είδωλο στην αμαρτία.
Άν στήσεις είδωλο, που καιρός για πράξεις;
αυτά της πάλης τα σκαλιά με τον εχθρό.
*Τ’ωραιότερο δώρο για το Θεό είναι ο τρόπος·
κι αν υποφέρεις τα πάντα, τίποτ’άξιο δε θα υποφέρεις.
Ότι δίνει κι ένας φτωχός αυτό να προσφέρεις.
Ο καθαρός δε μοιράζεται την αμοιβή της πόρνης.
Σε φτώχεια φιλοσοφημένη
Σύ που τρυφάς, με την αρρώστεια χαίρεσαι, πλούσιος ως είσαι·
έχεις τη συμφορά και της αρρώστιας σου το φάρμακο.
Φτωχός ο άλλος μα εγκρατής· και τρισευτυχισμένος
όποιος δεν έχει μήτε συμφορά κι ούτε και φάρμακο.
Τον που’ναι πλούσιος μά στα πάθη υποταγμένος
απ’το φτωχό θα προτιμούσα και σοφό,
όταν το δυνατό μά ανόητο προτιμήσω
απ’αυτόν που είναι ολόγερος όχι όμως τόσο δυνατός.
Όμοιο
Είναι ένας άρρωστος βαριά και φάρμακα πολλά
παίρνει για τις αρρώστιες του κι άλλος υγεία γεμάτος,
χωρίς ούτε ένα φάρμακο· ποιόν πες μου μακαρίζεις;
σίγουρα το γερό κι εσύ όπως ο κόσμος όλος.
Έτσι κι αυτόν που χρειάζεται λίγα, φτωχός κι αν είναι
αλλά όχι αυτόν που κολυμπά σε χρήματα και πάθη.
Στην υπομονή
Ευτυχισμένο αν βρεις μες στους κακούς
του τέλους ξέρε η ελπίδα τον κρατεί.
Κι αν κάποιο βρεις καλό μες στα δεινά,
άγνισμα η λύπη ξέρε· κι αν μικρό
ίχνος πηλού έχει, πρέπει με τους πόνους
να σβήσει, να μή μείνει τίποτα για τη φωτιά.
Η του εχθρού είναι πειρασμός και πάλι
απ’το Θεό ευκαιρία να δειχτείς μεγάλος.
Ο Ιώβ ο νικηφόρος ας σε πείσει.
Γρηγόριος ο Θεολόγος: Γνώμες σε τέσσερις στίχους
Πόνημα είναι του Γρηγορίου,
βαδίζω μέσα σε τέσσερις στίχους·
με πνευματικές γνώμες κάνω θυμητάρι της σοφίας.
Την πράξη βάζεις μπρός ή τη θεωρία;
των τελείων έργων αυτή, των πολλών η πράξη.
Είναι κι οι δύο σωστές κι αγαπημένες,
σ’όποια κλίνεις εσύ, σ’αυτήν απλώσου.
Να μή διδάσκεις ή να διδάσκεις με τον τρόπο σου.
Μή με το ένα χέρι τραβάς και απωθείς με το άλλο.
Θα χρειαστείς λιγότερα λόγια πράττοντας όσα πρέπει.
Ο ζωγράφος διδάσκει πιο πολύ με τις ζωγραφιές του.
Τίποτε μην τάξεις στο Θεό ούτε από τα μικρότερα,
γιατί του Θεού ήταν πρίν τα λάβει. Τι λέω λοιπόν;
Κλέβεις τα δικά σου μή δίνοντας. Ώ καινούργιο Χρέος!
Ας σε πείσει ο Ανανίας και η Σαπφείρα.
Ν’ανεβαίνεις πιο πολύ με τη ζωή σου παρά με την ιδέα σου.
Ο νούς σε κάνει Θεό, η ιδέα σου σε ρίχνει βαριά.
Το κατορθώνεις αυτό, αν δεν έχεις μέτρο σου τα μικρά.
Και σε μεγάλο ύψος να βρεθείς, δε φτάνεις την εντολή.
Κυνήγα τη δόξα, όχι την όποια κι όχι υπερβολικά.
Ανώτερο να είσαι απ’το να φαίνεσαι. Αν είσαι δίχως μέτρο
μην κυνηγάς την κούφια, μήτε τη νεανική.
Τι κερδίζει ο πίθηκος αν περνά για λιοντάρι.
Άν καλοταξιδεύεις, μην πεις μεγάλο λόγο προτού δέσεις.
Κοντά στο λιμάνι βούλιαξε καλοτάξιδο πλεούμενο
κι άλλοι σώθηκαν περνώντας μεγάλη τρικυμία.
Να, μιά ασφάλεια: μήν περιγελάς τις τύχες των άλλων.[5]
Παραπομπές:
[1] Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια, el.wikipedia.org
[2] Στυλιανός Παπαδόπουλος: Γενική θεώρηση (Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος) «ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ» paterikakeimena.blogspot.gr
[3] πρωτοπρεσβύτερος Παντελεήμων Κρούσκος, Θεολόγος, Εφημέριος Ι. Μητρ. Ναού Σωτήρος Χριστού Καλύμνου / π. Παντ. Κρούσκος, www.sophia-ntrekou.gr
[4] «Επιστολή προς τον ρήτορα Ευδόξιο» π. Λίβυος (π. Xaralampos Libyos Papadopoulos) www.sophia-ntrekou.gr
[5]Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, ΕΠΕ 9 από «Μονοπάτια που διασταυρώνονται» monopatia-pou-diastavronontai.blogspot.gr
[6] Επιμέλεια-πηγή: www.sophia-ntrekou.gr / αέναη επΑνάσταση