Ιάσων Ιερομ.
Ανεβαίνοντας κάποιος στη συνοικία του Περισσού αρχίζει να διακρίνει ομοιόμορφες προσφυγικές κατοικίες. Ο τόπος έχει δυναμική διαφορετική. Σα βγει κανείς ν’ αγναντέψει αυτή την ομοιομορφία των παλιών κατοικιών, που πλέον στα μάτια κάποιου απλού παρατηρητή θα φαίνονταν ακόμη και γραφικές, κλείνει τα μάτια και μεταφέρεται -όχι σε χρόνους τόσο παλιούς- σχεδόν ενενήντα χρόνια πίσω.
Γη ακατοίκητη που δόθηκε ως λύση στη προσφυγιά των Ελλήνων της Ανατολής για να γίνει νέα τους πατρίδα. Ο τόπος ξένος αλλά η πατρίδα, πατρίδα. Ήξεραν, οι ευλογημένοι, ότι πατρίδα δεν είναι η γη, ούτε οι περιουσίες, ούτε τα σπίτια, ούτε και τα υποστατικά. Πατρίδα είναι η καρδιά κι ό, τι την ξεχωρίζει κι ανθρώπινη την κάνει. Πατρίδα είναι το Πνεύμα μας, το φύσημα του Θεού και τα βιώματα που ζυμώνουν τον άνθρωπο απ’ την στιγμή της δημιουργίας του. Πατρίδα είναι η Αλήθεια μας.
Οι Μικρασιάτες είχαν Πνεύμα. Πατρίδα των προσφύγων, τότε, ήταν πάνω απ’ όλα η ουράνια πατρίδα των πατέρων απ’ τη Μικρασία, ήτανε η Θεία Λειτουργία. Κι όποιος γυρίσει και πει ότι τάχα αυτός ο λόγος εκφέρεται τέτοιος γιατί τονε γράφουνε παπαδικά χέρια, ας δει όχι απλώς πτυχές της ζωής των Μικρασιατών αλλά σύγκορμη τη ζωή τους: τα τραγούδια και τους θρήνους, τους χορούς -που δε κοιτούν ν’ απομακρύνουν τον άνθρωπο και να κρύψουν τη χαρά του προσώπου του αλλά στυλώνονται στη συμπόρευση σωμάτων και συναισθημάτων. Ας δούμε τσ’ Αγίους που ήσανε παρόντες μες την κοινωνία: συναυλίζονταν με τον λαό και συνομιλούσαν. Ο λαός ζητούσε ευχή συγχωρητική σε κάθε αρχή, σε κάθε έργο. Τους ήξεραν τους Αγίους οι Μικρασιάτες, τους είχαν ζήσει -ένα με το πετσί τους- Άγιοι Νεομάρτυρες κατοικούσαν στις ίδιες γειτονιές μ’ αυτούς. Την Αγιότητα, τηνε ζούσαν: δε φάνταζε ούτε σα θρύλος, ούτε σαν παραμύθι.
Αν πάει κανείς στο κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου, στο οποίο αναπαύονται παλαιοί Νεαπολίτες πρόσφυγες, θα δει νεκρούς που τους παππούδες τους είχε βαφτίσει ο Άη Γιώργης ο Νεαπολίτης. Σε κάθε ναό της Μητρόπολης ψάλλεται σήμερα το απολυτίκιό του. Αυτός γυρνά στους δρόμους και ευλογεί, αρχίζοντας από τον Περισσό, απ΄ το ναό του Αγίου Ευσταθίου, στον οποίο βρίσκεται το άχραντο λείψανό του και ευλογεί τις γειτονιές και τα άγχη των παιδιών του. Τα ονόματα των δρόμων δεν του είναι ξένα. Είναι παρμένα απ’ τις άγιες πατρίδες της Ανατολής που μεταμόρφωσαν σε νέες πατρίδες τα προάστια των Αθηνών. Θωρεί ο Άγιος απ’ τις ελιές και τα χώματα, όσα έμειναν στη Ν. Ιωνία αλλά και τις πολυκατοικίες, τις εργατικές κατοικίες. Θωρεί ακόμα τις ξύλινες παράγκες που γίνανε περίλαμπρες εκκλησιές για να δοξάζεται το όνομα τ’ αφέντη του κι αφέντη μας, Χριστού.
[irp posts=”381364″ name=”Πολυαρχιερατικός Εσπερινός Αγ. Γεωργίου Νεαπολίτου στην Νέα Ιωνία (ΦΩΤΟ)”]
Η Εκκλησία είναι η Πατρίδα μας κι ο Άη Γιώργης ευλογεί τα έργα των χεριών που δε λογαριάζουν την Αγάπη με αριθμούς, διακονώντας τον πάσχοντα αδελφό ανεξαίρετα κι ομολογώντας ως μόνο Κύριο τον Ιησού Χριστό. Βλέπει ο Άγιος, ο Νεαπολίτης, τις ενορίες της Μητροπόλεως που προστατεύει, περπατά μαζί μας κι απ’ τον ουρανό μας ευλογεί, συναινεί στην Αγάπη. Ξέρουν καλά οι Μικρασιάτες ότι δεν κάνουν το “καλό” επειδή λυπούνται τον πάσχοντα αλλά επειδή στο πρόσωπό του βλέπουν το δικό τους, στο πρόσωπό του βλέπουν τον Χριστό που πάνω απ’ όλα αγαπούν. Πώς να μισήσουν τώρα και ν’ αρνηθούν την Αγάπη όταν κάποτε τόσο πολύ μισήθηκαν;
Σήμερα, 3 Νοεμβρίου, η γειτονιά εκείνη με τα προσφυγικά σπίτια, θα λάμψει όταν ο Επίσκοπος κι ο κλήρος του σηκώσουν στα χέρια το άχραντο λείψανο του Αγίου Γεωργίου του Νεαπολίτου, τελώντας πομπή λιτανευτική με πρωτοπανηγυριστή τον ένδοξο Μάρτυρα του Χριστού, τον Καλογερόπαπα, τον Άη Γιώργη τον Νεαπολίτη. Κάθε λιτανεία είναι μια ηρωική έξοδος, ένας γύρος θριάμβου, όχι σαν του αυτοκράτορα της Ρώμης, που δεν ήταν τίποτ’ άλλο παρά πομπή επίδειξης δύναμης κοσμικής. Οι λιτανείες των Ορθοδόξων είναι έξοδοι της Δόξας του Βασιλέως, ομολογία της Βασιλείας των Ουρανών στο κόσμο, ομολογία της Άνω Ιερουσαλήμ, της ουράνιας πατρίδας, μέτοικος της οποίας ο Νεαπόλεως γόνος, ο Μάρτυρας Γεώργιος και Όσιος μαζί. Αυτή είναι η Πατρίδα μας, η Δόξα της Εκκλησίας. Σε κάθε πομπή πρώτος πάει ο Σταυρός. Χωρίς αγώνα, Ανάσταση πώς θα ‘ρθει; Χωρίς Σταυρό, καμία Δόξα.
Άγιε Γεώργιε, για τον αγώνα μας μη παύσεις στον Χριστό πάντοτε να πρεσβεύεις!