ΓΕΝΙΚΑ: Ο φθόνος, ως πάθος, είναι το αντίθετο της συμπόνοιας. Έτσι, συμπόνια είναι ο πόνος για τη δυστυχία του άλλου, ενώ φθόνος είναι ο πόνος για την ευτυχία του άλλου.
Υπάρχει μια “οικογένεια” παθών, που τα “μέλη” της είναι καταστροφικότατα για την ψυχή του πάσχοντα αλλά και τους συνανθρώπους του.
Μητέρα είναι η ζήλια, πατέρας ο φθόνος και το παιδί τους, το μίσος. Αν η ζήλια κυριαρχήσει στο συναισθηματικό κόσμο του ανθρώπου, τότε ανοίγει ο δρόμος για το φθόνο, αρχικά, και το μίσος, μια βαθύτερη ψυχική κατάσταση, στη συνέχεια.
Ο φθόνος εμφανίζεται με ανάμεικτα συναισθήματα ζήλιας και κακίας. Φθόνοςείναι η πλημμυρίδα σκέψεων που παράγουν κακότητα, επιθυμίες καταστροφής ή απώλειας οποιωνδήποτε αγαθών έχει κάποιος και όχι εμείς. Το απάυγασμα του εκπεμπόμενου φθόνου, εστιάζεται πάνω σε κάτι συγκεκριμένο, απόκτημα ή αρετή του άλλου και μπορεί να προκαλέσει το κακό και την καταστροφή στο “θύμα” του φθόνου του.
Ο άνθρωπος που κυριαρχείται από φθόνο είναι δυστυχισμένος, χωρίς χαρά, γιατί πάντοτε θέλει όλα όσα έχουν οι άλλοι γύρω του, ζηλοφθονώντας τους πάντες. Είναι δυστυχισμένος από τη δική του ατυχία και την ευτυχία του πλησίον. Όπου υπάρχει φθόνος και ζήλια, εμφανίζεται το μίσος. Το μίσος νεκρώνει κάθε άλλο συναισθημα κατευθύνοντας τον άνθρωπο στο γκρεμό της απόλυτης κακίας, κάνοντάς τον ένα μοναδικό είδος της φύσης, αφού κανένα δημιούργημα δεν νιώθει μίσος για κάποιο άλλο.
Ο κυριαρχούμενος από μίσος δε μπορεί να σκεφτεί λογικά, καθόσον παραμένει ποτισμένος ως το ψυχικό του “μεδούλι” με κακότητα, μετατρέποντας την υποδουλωμένη στο πάθος ζωή του σε ντελίριο υπολογισμών και σχεδίων, συχνά ασυνάρτητων, καταστροφής του μισητού αντικειμένου.
Το μίσος μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο σε πράξεις που ξεφεύγουν από οποιοδήποτε όριο ανθρωπιάς. Αυτός που μισεί σκέφτεται μόνο την καταστροφή του συνανθρώπου, που θα του δώσει την άρρωστη επιβεβαίωση της επικράτησής. Μισώ σημαίνει πως ζω μόνο κάτω από την πίεση της έμμονης ιδέας να ολοκληρωθούν τα σατανικά καταστρεπτικά σχέδιά μου, ενάντιον εκείνου που μισώ.
Αυτή η δαιμονική κατάσταση, που δεν έχει καμία σχέση με την ευτυχισμένη ζωή, οδηγεί τον πάσχοντα στην αυτοεξόντωσή του. “Ο φθονερός γίνεται εχθρός του εαυτού του. Γιατί κατέχεται συνέχεια από λύπες που μόνος του προκαλεί”, έγραψε ο Μένανδρος.
Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΣΟΦΙΑ: Ο βασιλιάς της Σπάρτης, Άγις που, συκοφαντείτο από συγγενείς του, παρακινήθηκε από αυλικούς του να τους τιμωρήσει. Εκείνος όμως δεν συμφώνησε απαντώντας: «Τους λυπούμαι κατάκαρδα.
Ο φθόνος είναι η χειρότερηαυτοτιμωρία. Τιμωρούνται μόνοι τους. Πρώτον από το ίδιο το πάθος τους και δεύτερον από τις δικές μου αρετές. Αυτή η τιμωρία ταρκεί». Βλέπουμε πως το πάθος του φθόνου αποτελεί μία αδιάκοπη κόλαση και τιμωρία στον φθονερό. Ο Περίανδρος έλεγε: “Μηδενί φθόνει”, ενώ ο Αναξίμανδρος: “Φθόνου απέχου”.
Ο Σωκράτης έδωσε επιτυχείς ορισμούς για το πάθος: “Ο φθόνος είναι παιδί της αλαζονείας, εργάτης της εκδίκησης, αρχηγός μυστικής επανάστασης, διαρκές βάσανο της αρετής. Είναι βόρβορος της ψυχής, δηλητήριο κι υδράργυρος που φθείρει τη σάρκα κι αποξηραίνει τον μυελό των οστών. Είναι το έλκος της ψυχής.” Για τα θύματα του φθόνου έγραψε ο Πλούταρχος:
“Όπως όσοι βαδίζουν στον ήλιο, παρακολουθούνται από τη σκιά τους, έτσι κι όσοι έχουν μεγάλη δόξα, παρακολουθούνται από το φθόνο”, ενώ ο Αντισθένης για τους φθονερούς: “Όπως από τη σκουριά ο σίδηρος, έτσι κι οι φθονεροί απ’ το χαρακτήρα τους κατατρώγονται”. Τέλος ο Αριστοτέλης τόνιζε: “Οι ευγενικές καρδιές δεν έχουν χώρο για το μίσος”.
Σύγχρονες προσωπικότητες έχουν ασχοληθεί με το ανθρώπινο μίσος και τις εκφάνσεις του. Έτσι ο Β. Ουγκώ χαρακτηρίζει την ειρωνία ως εκδήλωση μίσους ενώ ο Βερλαίν βλέπει το μίσος στη χυδαιότητα και τη χλεύη. Ακόμη διαβάζουμε πως “η περιφρόνηση είναι το αδιάφορο μίσος” (Κρουγκλόφ), ενώ για τον Χέσσελ ο “Ρατσισμός είναι το μέγιστο μίσος για τον ελάχιστο λόγο”, δίνοντάς μας μια επίκαιρη μορφή μίσους.
Ο Μπαλζάκ έγραψε πως “Το μίσος είναι η κακία των μικρών ανθρώπων”, ενώ δυο αγωνιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποφαίνονται: “Οι άνθρωποι δε γεννιούνται με μίσος μέσα τους. Μαθαίνουν να μισούν, κι αν μαθαίνουν να μισούν, μπορούν να διδαχτούν και την αγάπη, που είναι πιο κοντά στην ανθρώπινη καρδιά από το μίσος” (Μαντέλα), και “Το μίσος δεν αντιμετωπίζει το μίσος. Μόνο η αγάπη μπορεί” (Μ. Λούθερ Κιγκ).
ΤΟ ΜΙΣΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ: Οι λόγοι του Χριστού, λίγο πριν το Πάθος Του, όπως μας τους σώζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είναι συνταρακτικοί. Μέσα σε αυτούς ο Χριστός εκφράζει τη θλίψη του γιατί τον εμίσησαν “δωρεάν”. Αυτό το μίσος το είχε προφητεύσει αιώνες πριν σε έναν κατ” εξοχήν «μεσσιανικό ψαλμό», τον 68ο, ο Δαβίδ.
Αναφέρεται επακριβώς στο μίσος που δείξαν οι άνθρωποι της εποχής απέναντι στον Κύριο. Το μίσος εισχώρησε ανάμεσα στους ανθρώπους μετά την Πτώση και το προπατορικό αμάρτημα. Πρώτος μίσησε ο διάβολος τα έργα του Θεού και κυρίως τον άνθρωπο, γι” αυτό και κατάφερε να τον οδηγήσει στην πτώση. Γράφει σχετικά ο Γρηγόριος Παλαμάς:
“Ο φθόνος είναι πατέρας όχι του μίσους μόνο αλλά καί του φόνου, τον οποίο επέφερε σ᾽ εμάς αναμιγνύοντάς τον με δόλο ο δολερός και αληθινά μισάνθρωπος όφις. Διότι καταλήφθηκε από έρωτα (…) για καταστροφή του πλασθέντος κατ᾽ εικόνα και ομοίωση Θεού.” Από την πρώτη γενιά των ανθρώπων ανάμεσα στους αδελφούς Κάϊν και Αβελ εισχώρησε το μισός. Έκτοτε υπάρχουν αμέτρητα περιστατικά μίσους ανάμεσα στους ανθρώπους.
Το μίσος απέναντι στο συνάνθρωπό έχει σκοπό τη βλάβη και την καταστροφή του άλλου. Έτσι γεννιέται ανάμεσα στους ανθρώπους με σατανική επίδραση η ζήλια, που οδηγεί στο μίσος εναντίον του άλλου, δηλαδή σε μια πορεία με μοναδικό σκοπό την καταστροφή του. Κοινωνιολογικά, οι κοινωνικές σχέσεις καθορίζονται ανάμεσα στους ανθρώπους με βάση την αγάπη και το μίσος.
Ο άνθρωπος θεωρεί απόλυτα φυσιολογικό να αγαπά όσους τον αγαπούν και να μισεί όσους τον μισούν. Συνήθως, όμως, ο πνευματικά κατώτερος μισεί τον ανώτερο και, αντί να προσπαθήσει να τον φτάσει, επιθυμεί να τον καταστρέψει.
Ο εξουσιαστής στρέφεται εναντίον όποιου νομίζει ότι μπορεί να του πάρει την εξουσία. Παράδειγμα ο Ηρώδης, που προτίμησε να σφάξει χιλιάδες νήπια όταν ο φόβος του να μην χάσει την εξουσία τον οδήγησε στο μίσος και στο φόνο. Το μίσος είναι κατάσταση εξόχως παθολογική. Ο άνθρωπος που μισεί είναι ανασφαλής. Η “φυσιολογική” κατά την “μακριά του Χριστού” ανθρώπινη λογική αντίδραση στο μίσος είναι το μίσος.
Η λογική της ανταπόδοσης, στο πνεύμα της Π. Διαθήκης. Με την εμφάνισή του Κυρίου συγκλίνουν απέναντι Του πολλές μορφές μίσους. Τον μισούν γιατί είναι ο Υιός του Θεού, γιατί είναι δίκαιος, γιατί θαυματουργεί και ο λόγος του συνταράσσει τα πλήθη. Τον μισούν γιατί αποκαλύπτει την κενότητα των Γραμματέων και των Φαρισαίων. Το μίσος όμως απέναντι στο Χριστό δεν είχε κανένα ουσιαστικό λόγο ύπαρξης γιατί ο ίδιος ήταν δίκαιος απέναντι σε όλους τους ανθρώπους. Πίσω όμως από αυτούς στέκεται ο διάβολος που μισεί τον Χριστό και οδηγεί εκεί τους ανθρώπους.
Ο Χριστός απέναντι στο μίσος δείχνει γαλήνη, πραότητα και τελικά οδηγείται στο Πάθος, όπου θανατώνεται ατιμωτικά. Όποιος ακολουθεί τον Χριστό, έχει την ίδια τύχη. Το λέει ο ίδιος ο Χριστός στους μαθητές του. Ο κόσμος θα μισήσει τους Χριστιανούς γιατί δεν τους έχει κερδίσει ο πονηρός που είναι εχθρός της ανθρωπότητας. Στη διδασκαλία του Χριστού σκοπός είναι η υπέρβαση του μίσους. Μας το δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός προσευχόμενος στο Σταυρό για συγχώρεση των σταυρωτών του. Η πίστη στο Χριστό προϋποθέτει μίμηση Του. Η ανεξικακία του Χριστού στους μισούντες Αυτόν “δωρεάν”, χωρίς κανένα λόγο, μας διδάσκει συγχώρεση για όλους, ακόμα και αυτούς που μας μισούν.
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ: Διαβάζουμε στην Π.Διαθήκη: “Δεν θα μισήσης τον αδελφόν σου στην διάνοιάν σου”, (Λευίτ. Ιθ΄). Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης χαρακτηρίζει ανθρωποκτόνο τον άνθρωπο που μισεί: “Πας ο μισών τον αδελφόν αυτού ανθρωποκτόνος εστί” (Α” Ιω. γ΄ 15), ενώ αλλού γράφει: “Ο δε μισώντον αδελφόν αυτού εν τη σκοτία εστί… και ουκ οίδε πού υπάγει, ότι η σκοτία ετύφλωσε τους οφθαλμούς αυτού” (Α” Ιωάν. β΄ 11). Ο Απ. Παύλος συμβουλεύει: “Μη γενώμεθα κενόδοξοι, αλλήλοις προκαλούμενοι, αλλήλοις φθονούντες” (Γαλ. ε΄ 26). Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει: “Όπως η σκουριά το σίδηρο, έτσι ο φθόνος καταστρέφει την ψυχή που την έχει αυτήν. Ο φθόνος είναι ίδιον κακόν του διαβόλου, πάθος που δεν επιδέχεται ιατρείαν”, ενώ ο Θεολόγος Γρηγόριος αποφαίνεται: “ο φθόνος είναι ρίζα όλων των κακών”. “Ο δαίμονας”, μας λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, “έχει φθόνο,στους ανθρώπους όμως, όχι σε δαίμονα, συ όμως ενώ είσαι άνθρωπος φθονείς τους ανθρώπους, και ποιας θα τύχειςς συγγνώμης;”, ενώ τονίζει: “Ο φθόνος, τους της ψυχής οφθαλμούς πηροί (τυφλώνει)”. Ο Όσιος Θαλάσσιος χαρακτηρίζει τη μνησικακία “ψυχική λέπρα” ενώ το μίσος “ θάνατο της ψυχής”. Ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής βεβαιώνει, ότι δεν μπορεί ψυχή λπου τρέφει μίσος προς άνθρωπο, να ειρηνεύσει με τον Θεό: “Εκείνος που βλέπει στην καρδιά του ίχνος μίσους για οποιοδήποτε πταίσμα προς τον οποιονδήποτε άνθρωπο, γίνεται ξένος εξολοκλήρου της αγάπης εις τον Θεόν”. Τέλος ο Ι. Χρυσόστομος συμπεραίνει: “Το πάθος του φθόνου, είναι πολύ χειρότερο και από την πορνεία και μοιχεία. Αυτό την οικουμένην όλην εμόλυνε.”
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Να διώκουμε την αγάπη, να περιπατούμε με αγάπη, διότι είναι συμπλήρωμα του νόμου η αγάπη, όπως μας διδάσκει ο Απόστολος Παύλος. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να διώκει με το μίσος του το συνάνθρωπό του, αλλα να συγχωρεί και να ελεεί, μιμούμενος το έλεος του Αγίου Τριαδικού Θεού, ο οποίος, με “τὸ έλεός” Του, κατά το ομορφότερο ίσως οξύμωρο σχήμα της Βίβλου, “(μας) καταδιώκει πάσας τὰς ημέρας της ζωής μας” (Ψ. κβ΄6). Άρα φάρμακο του μίσους είναι το έλεος και η αγάπη.
Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, δάσκαλος – συγγραφέας