Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Είναι αδύνατον, ψυχή, που είναι πλούσια σε ελεημοσύνη, να καταποντισθεί κάποτε από την αηδία των παθών.
Εκείνος, που ελεεί, είναι πολύ καλός οικονόμος. Διότι, τί θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο από αυτόν, που, ενώ κινδυνεύει η ψυχή του, λυπάται το χρήμα και αδιαφορεί για την ελεημοσύνη; Γι’ αυτό, βέβαια, και ο Χριστός επαίνεσε τον οικονόμο εκείνον, που, όταν κινδύνεψε, κατάστρεψε τα γραμμάτια και χρεοκόπησε (Λουκ. 16,8).
Διότι, πώς δεν είναι παράλογο, στην παρούσα ζωή, όταν κινδυνεύουμε, να τα δίνουμε όλα, για ν’ απαλλαγούμε από τον κίνδυνο, ενώ, όταν πρόκειται να παραδοθούμε σε επικίνδυνη κόλαση, να μη χρησιμοποιούμε τέτοιο μέτρο οικονομίας;
Γι’ αυτό, λοιπόν, φρόνιμο οικονόμο, ονομάζει τον ελεήμονα, που με λίγα, αγοράζει πολλά, που με τα χρήματα αγοράζει τον ουρανό, με ένδυμα τη βασιλεία, με ψωμί και με ένα ποτήρι κρύο νερό τα μελλοντικά αγαθά.
Τί θα μπορούσε, λοιπόν, να εξισωθεί με την οικονομία αυτή, όταν κανείς δίνει αυτά, που χάνονται και διαλύονται και καταστρέφονται, και δέχεται αυτά τα μελλοντικά και ακίνητα· και επί πλέον με αυτά απολαμβάνει και την ασφάλεια της παρούσας ζωής;
Τί μπορεί να εξισωθεί με την οικονομία αυτή, όταν βρει μία τέτοια οδό, που τον απαλλάσσει από τις απροσδόκητες περιστάσεις, τον βοηθά ν’ αγκυροβολεί έξω από τις τρικυμίες της ζωής, και, ενώ είναι άνθρωπος, δεν υπομένει τίποτε το ανθρώπινο, ή υπομένει μεν, αλλά δεν ανατρέπεται από την οδό που βαδίζει; Βέβαια, το άξιο θαυμασμού είναι το εξής, το ότι, δηλαδή, δεν υποσκελίζεται, ούτε λυγίζει από τις προσβολές των δοκιμασιών.
Τί, λοιπόν; Δεν κλονίστηκαν μερικοί από τους ελεήμονες; Καθόλου. Διότι και αν ακόμη φτώχεψαν, και έφτασαν στη χειρότερη μορφή της φτώχειας και έπεσαν σε συμφορές, αλλ’ όμως δεν έφυγαν από το δρόμο του Θεού, σκεπτόμενοι αυτά που έκανε ο Θεός γι’ αυτούς, έχοντας την αγάπη του Θεού και την ουράνια βοήθεια και στηριζόμενοι από κάποια ασφαλή και ισχυρή άγκυρα, εννοώ την τίμια και αγαθή τους συνείδηση… Διότι είναι αδύνατον, ψυχή, που είναι πλούσια σε ελεημοσύνη, να καταποντισθεί κάποτε από την αηδία των παθών.