π. Θεοδόσιος, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου Πρεβέζης
“Θεέ μου συγχώρεσέ μας τους αμαρτωλούς που μήτε Φαρισαίοι σωστοί, μήτε Τελώνες είμαστε μα ένα μείγμα ανίερο κι απ΄τα δυο”.
Επί των γεγονότων Κ. Χιωτέλη, Ανατολικοί δρόμοι.
Ακριβολογία ευθυβολίας είναι αυτοί οι στίχοι από την ποίηση της Καίτης Χιωτέλλη, για μας τους σημερινούς ανθρώπους. Ούτε χριστιανοί, ούτε μη χριστιανοί. Ούτε ενάρετοι, ούτε αμαρτωλοί. “Μήτε Φαρισαίοι σωστοί, μήτε Τελώνες είμαστε”. Είμαστε παιδιά της εποχής μας: ναι σε όλα, μέσα σε τίποτε. Ευθύνη για τίποτε, δικαιώματα σε όλα. Κόπος για κανένα θέμα, απόλαυση των πάντων.
Τότε, στην εποχή Του, ο Χριστός είπε την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου “σε μερικούς που ήταν σίγουροι για την ευσέβειά τους και περιφρονούσαν τους άλλους” (Λουκ. 18, 9) μας διευκρινίζει προεισαγωγικά ο ευαγγελιστής Λουκάς. Σήμερα κάτι τέτοιο (η ευσέβεια δηλαδή) όχι απλώς δεν είναι λόγος και αιτία διαφοροποίησης, αλλά, για τους περισσότερους ανθρώπους, αποτελεί “ιδιότυπη ύβρη” ή πιθανότητα να τους “κατηγορήσουν” ότι σχετίζονται με την εκκλησία, και άρα είναι… “θεούσες”.
Τότε ιδανικό της κοινωνίας ήταν ο Φαρισαίος. Σήμερα είναι ο Τελώνης. Τότε καυχιόταν ο άνθρωπος για την τήρηση του θελήματος του Θεού. Σήμερα καυχιέται ο άνθρωπος για την παράβαση του θελήματος του Θεού. Τότε ο Θεός κανόνιζε την ζωή των ανθρώπων. Σήμερα ο καθένας γίνεται θεός της ζωής του και “φωνάζει” ότι δεν του χρειάζεται ο Θεός.
Συνειδητά ή ασυνείδητα πλέον οι άνθρωποι δεν κινδυνεύουν από τον εγωισμό του Φαρισαίου, αλλά από τον… φαρισαϊσμό του Τελώνη! Σήμερα ο άνθρωπος καυχιέται για την αμαρτία του. Η αμαρτία του, του έγινε προσδιορισμός ελευθερίας και μπαίνοντας σε μια λογική αντιπαλότητα με τον Θεό, φαντάστηκε ο ταλαίπωρος, ότι αυτός είναι ο δρόμος που θα τον κάνει ευτυχισμένο!
Κάθε ανθρώπινη καρδιά την ευτυχία ψάχνει. Κάποιοι την ψάχνουν μαζί με τον Θεό. Κάποιοι άλλοι χωρίς Αυτόν και μακρυά Του. Ο Χριστός στην παραβολή (Λουκ. 8, 9-15) περιγράφει τους κινδύνους της πορείας και μαζί με τον Θεό και μακρυά Του:
Α. Αυτός που είναι κοντά μπερδεύει πολλές φορές την αρετή και την κάνει σκοπό αντί για μέσον. Δηλαδή “χάνει απ᾿ τα μάτια του” τον Θεό και προσέχει και μένει στον δρόμο με τον οποίον θα Τον φτάσει. Αντί να βλέπει το λιμάνι στο οποίο κατευθύνεται, “χαζεύει” μεσ΄το πλοίο με το οποίο ταξιδεύει και καμαρώνει και γι᾿ αυτό! Ξεχνάει την σοφή παροιμία που λέει: Αν ξεχάσεις το λιμάνι στο οποίο κατευθύνεσαι, κανένας άνεμος δεν είναι ούριος”!!
Ο Χριστός είναι η Αλήθεια. Η τήρηση του θελήματός Του είναι ο τρόπος να αληθεύει η ζωή μας. Είναι το φάρμακο να θεραπευτεί. Είναι το φως για να Τον συναντήσεις.
Το να μη είμαι άρπαγας. Το να μη είμαι μοιχός. Το να μη αδικώ και φθονώ. Το να νηστεύω και να προσεύχομαι, αποτελούν τον δρόμο και τον τρόπο να αρχίσει να αληθεύει η ζωή μου και να μοιάζει του Χριστού. Δεν είναι αυτοκαταξίωση ποιότητας ούτε για μας, ούτε για τα μάτια των άλλων. Δεν “γυαλίζουν” το μπρούτζινο άγαλμα του εγωισμού μας για να είναι λαμπερό στα μάτια των άλλων. Άλλωστε τα… αγάλματα οι χριστιανοί τα γκρεμίζουν γιατί δεν δέχονται να προσκυνούν κανέναν άλλον εκτός από τον Χριστό. Ούτε και τον εαυτό τους!
Β. Αυτός που είναι μακρυά από τον Θεό, θα λέγαμε ο σύγχρονος Τελώνης, καμία σχέση δεν έχει με τον τότε Τελώνη. Ο τωρινός καμαρώνει που είναι άδικος και μοιχός. Ειδικώς το δεύτερο το θεωρεί σύγχρονη άνεση και εξυπνάδα. “Οι επιθυμίες του δεν μπορούν να περιμένουν”. Είναι άνθρωπος των… ευκαιριών. Carpediem άκουσε ως πρόταση τρόπου ζωής και φυσικά “αρπάζει την ημέρα”. Η αρπαγή είναι μεθοδικότητα πλέον. Είναι το “νόμιμον” που δεν μας απασχολεί αν είναι ηθικό. Είναι η “γλώσσα” της πιάτσας στην οποία αυτός δραστηριοποιείται. Επιτέλους δεν θεωρεί επωφελές το να “πηγαίνει με τον Σταυρό στο χέρι”.
Άλλωστε, όπως λέει, είχαμε και αυτούς τους… υποκριτές τους χριστιανούς. Εντάξει, μπορεί τίποτε να μη τηρώ από το θέλημα του Θεού, αλλά είμαι… ειλικρινής.
Ανάμεσα σ᾿ αυτές τις δύο νοσηρές καταστάσεις (από τη μια, άρρωστη θρησκευτικότητα και από την άλλη κυνική αθεοφοβία) καλούνται οι σημερινοί άνθρωποι να τοποθετηθούν. Είναι δύσκολο πίσω από την άρρωστη θρησκευτικότητα, να δεις την ποιότητα ζωής, που υπάρχει στην υγιά εκδοχή. Είναι επίσης δύσκολο να βγεις από την ευκολία του κυνικού εγωισμού που λέει, εγώ είμαι θεός της ζωής μου. Παλαιότερα αυτό το έλεγαν περίτεχνα συγγραφείς και λογοτέχνες, σήμερα το πιπιλίζει κάθε ανόητο παιδάκι.
Γ. Έρχεται ο Χριστός και θέλει, σαν καλός γιατρός, που νοιάζεται τους ασθενείς του, να μας μάθει ποιο είναι το σωστό και υγιές και με ποιο τρόπο επιτυγχάνεται. Θέλει να μας προτείνει τις αρετές του Φαρισαίου και το φρόνημα του Τελώνη. Ο Φαρισαίος κάνει λάθος στις αξιολογήσεις των αρετών, ουσιαστικά τις γελοιοποιεί, και τις κάνει ανεπιθύμητες για τους ανθρώπους. Ο Τελώνης κάνει μεν λάθος στον τρόπο ζωής του, όμως το αντιλαμβάνεται και το αναγνωρίζει. Τον Χριστό, όσον αφορά τα έργα και τα λόγια μας, Τον απασχολούν τα έργα. Όσον αφορά όμως την ψυχική τοποθέτηση του καθενός μας, απέναντι στα έργα και λόγια, Τον απασχολεί η αξιολογική ομολογία μας: “Ὁ Θεός ιλάσθητί μοι” (Λουκ. 18, 13).
Δηλαδή θέλει από μας, τα έργα του Φαρισαίου και το φρόνημα του Τελώνη. Θέλει όταν κάνουμε κάτι καλό να το αξιολογούμε σωστά. Θέλει όταν δεν κάνουμε κάτι καλό να μη στρεβλώνουμε την ψυχή μας προκειμένου να το υπερασπιστεί, αλλά να αναγνωρίσουμε το λάθος μας. Θέλει αυτό που δίδασκε ο μακάριος πατέρας μας Μελέτιος: “Οι χριστιανοί να μη συγκρίνουν τον εαυτό τους με τον διπλανό, αλλά με τον ουρανό”.
Ταπείνωση λοιπόν είναι όχι η μιζέρια ενός ύφους και δύο λόγων απαξίωσης του εαυτού μας! Ταπείνωση είναι η ψυχική αρετή που κρατάει σε συνοχή όλον τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου. Ταπείνωση είναι δύναμη να μπορείς να αναλάβεις και αυτά για τα οποία δεν ευθύνεσαι. Ταπείνωση είναι αληθής αυτογνωσία και συνείδηση των μέτρων μας. Ταπείνωση είναι ο μόνος δρόμος και τρόπος να βρούμε τον Θεό, αφού όμως πρέπει πρώτα να χάσουμε την μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας, και καθαρίσει μπροστά μας το τοπίο από τα είδωλα που έχουμε φτιάξει, ώστε να μπορέσουμε να δούμε το πρόσωπο του Θεού.
Τότε Αυτός θα μας “υψώσει” μέχρι τον εαυτό Του, όχι για να είμαστε πάνω από τους αδελφούς μας, αλλά για να μπορούμε μεγαλώνοντας να πάρουμε στην πλάτη μας και τους αδελφούς μας, και όχι να τους απορρίπτουμε “ώς και ούτος…” (Λουκ. 18, 11).